Η Συνάντηση

1.8K 191 6
                                    

- Λούκ Μπλάκγουν-

Ήταν 4μμ και είχα ξυπνήσει, είχα φτιάξει καφέ και καθόμουν στην πολυθρόνα που είχα τοποθετήσει απέναντι απο το παράθυρο το οποίο ειχε θέα στο δάσος πίσω απο το διαμέρισμα. Οι οπτικοακουστικές εικόνες που δεχόμουν με χαλάρωναν όλο και περισσότερο. Είχα ξυπνήσει σχετικά νωρίς . Ηταν εικοστή πρώτη του Νοέμβρη και αυτη η ημέρα σήμαινε πολλά για εμένα. Ηταν τα γενέθλια της Αλίκης. Και επίσης η ημέρα θανάτου της. Ακόμη θυμαμαι την ημέρα που τη γνώρισα μέχρι την ημέρα που εφηγε απο τη ζωή της μεσα στα χέρια μου. Με την Αλίκη γνωριστήκαμε όταν μετακομίσαμε στο Λονδίνο. Έμενε απέναντι με τους γονείς της και τον μικρότερο αδερφό της. Ηταν αρκετά περίεργη και ζωηρή, αντίθετα με εμένα. Με το που με είδε την πρώτη μερα που μετακίνησα με βομβάρδισε με τις ερωτήσεις της. Γίναμε άμεσος φίλοι. Όσο μεγαλώναμε ερχόμασταν ολο και πιο κοντά ο ενας με τον άλλον ημασταν πλέον σαν αδέρφια. Σαν έφηβη ηταν αρκετά ατίθαση, πεισματάρα , ριψοκίνδυνη και ανώριμη. Γενικότερα δεν μιλούσε πολυ αλλα παρόλα αυτα ηταν αρκετά δημοφιλής απο το γυμνάσιο μέχρι και το λύκειο. Ηταν παντα δίπλα μου και τολμώ να πω οτι ηταν η πιο θαρραλέα σε ολο το σχολειο. Ειχε μια ξεχωριστή ομορφιά που δεν περνούσε απαρατήρητη.
Όταν έμαθα την αληθεια για τον θάνατο της μητέρας μου ηταν διπλα μου για να με στηρίξει. Η Αλίκη ηταν τα παντα για εμένα. Ο,τι είχα και δεν είχα ... και την έχασα. Οι σκέψεις μου με βασάνιζαν αφόρητα. Έβαλα τα χέρια που στο κεφάλι μου και έκλεισα τα ματια μου για να ξεφύγω απο αυτές. Ώσπου χτύπησε το κουδούνι. "Ποιος στο διάολο ειναι τωρα ρε πούστη μου." Ψιθύρισα και ύστερα πηγα να ανοίξω. Όταν άνοιξα την πόρτα την αντίκρισα μπροστά μου. Ηταν σαν να είχε επιστρέψει το φάντασμα της.
"Γεια ... Ξερω συγουρα δεν κάναμε καλή αρχή... αλλα μπορούμενα να ξανα προσπαθήσουμε. Οπότε.. γεια! Ειμαι η Άννα." Ειπε και άπλωσε το χέρι της. " Δεν ενδιαφέρομαι!" Απάντησα και της έκλεισα την πόρτα απότομα. "Αυτη η πιτσιρικά ειναι ολόιδια με την Αλίκη ... "Το είχα παρατηρήσει απο τοτε που την πρωτοείδα στο στενάκι που με ρωτησε προς τα που ειναι η βιβλιοθήκη και προφανώς απο τοτε δεν μπορούσα να σταματήσω να το σκέφτομαι.
Η πόρτα συνέχιζε να χτυπάει μα εγω δεν άνοιγα. Καθόταν απέξω ώρα και καθε λιγο και λιγάκι ξανα χτυπούσε μπας και της ανοίξω. Είχε πείσμα αλλα το τελευταίο πράγμα που θα ήθελα ηταν μια 'φίλη' .
Είχα κουραστεί να την ακούω να χτυπάει και πηγα να ξαπλώσω. Όταν ξύπνησα άνοιξα την πόρτα να δω αν έφυγε και αυτό είχε κάνει. "Φαίνεται καποιος δεν ειναι τοσο πεισματάρης όσο δείχνει . " ειπα χαμογελαστά και έκλεισα την πόρτα.

L.S.D. ( love saves damage)Where stories live. Discover now