30. Διονύση

1.9K 176 112
                                    

"Αχ Λία, Λία, δεν μπορώ να κρατηθώ άλλο. Το περιμένω πώς και πώς! Οι μέρες που υπολείπονται για να σε έχω εδώ, δίπλα μου, μου φαίνονται πάρα πολλές! Είμαι τόσο χαρούμενος! Τόσο ενθουσιασμένος!"

Μακάρι να ένοιωθα κι εγώ έτσι.

Έριξα μια ματιά στο άδειο γραφείο. Θα μου έλειπαν όλα αυτά. Η καρέκλα της Δέσποινας που ήταν βιαστικά χωμένη στην εσοχή του γραφείου της και είχε κολλημένες στην πλάτη της μερικές καστανές τρίχες από τα μαλλιά της, ο πίνακας φελλού που βρισκόταν καρφιτσωμένος από πίσω και που αποτελούσε ένα συνονθύλευμα από αναμνήσεις: παλιές ανακοινώσεις για χριστουγεννιάτικα εταιρικά πάρτυ και εσωτερικά υπομνήματα για την ορθολογιστική χρήση του χαρτιού Α4, το περιτύλιγμα μιας σοκολάτας που της είχε χαρίσει ένας μυστικός θαυμαστής για την ημέρα του Αγίου Βαλεντίνου – που ποτέ δεν ανακαλύψαμε ποιος ήταν -, μια φωτογραφία από τα εγκαίνια μιας γκαλερί που μας είχε σύρει με το ζόρι η σύζυγος του Νικολάου για να στηρίξουμε έναν πρωτοεμφανιζόμενο καλλιτέχνη, γιο μιας φίλης της. Ακόμα στα δεξιά μου, ένα ξεχασμένο φουλάρι κρεμιόταν νωχελικά στον καλόγηρο εδώ και...ενάμιση περίπου χρόνο και ήμουν σίγουρη πως αν έχωνα τη μύτη μου μέσα θα μύριζα ξεθυμασμένη κολόνια και τηγανιτές πατάτες, ενώ παραδίπλα, η ερμητικά κλειστή πόρτα του γραφείου του μου υπενθύμιζε όλους τους λόγους που μας κρατούσαν χώρια και όλους εκείνους που μου υποδείκνυαν πως έπρεπε το συντομότερο δυνατό να φύγω.

»...εσύ και εγώ, στο ίδιο γραφείο. Δίπλα - δίπλα. Θα κάνουμε τόσα πράγματα μαζί. Θα την απογειώσουμε την εταιρεία. Θα τη φτάσουμε στο Θεό. Πότε έρχεσαι, πες μου, πότε;»

Κοίταξα το ρολόι μου. Ήταν πολύ πρωί και δεν είχε φανεί ακόμα κανείς. Παρόλο που σε λίγες μέρες θα έφευγα, δεν είχα εγκαταλείψει αυτό το βασανιστικό χούι, να σηκώνομαι από τα άγρια χαράματα και να έρχομαι πρώτη απ' όλους στη δουλειά. Ήθελα πριν αποχωρήσω να έχω τακτοποιήσει όλες μου τις εκκρεμότητες, ώστε να μη χρειαστεί να έχω καμία επικοινωνία μαζί του.

Ποτέ ξανά!

Για κανένα λόγο!

«Σε λίγες μέρες κύριε Νικίδη, σε λίγες μέρες θα είμαι εκεί!», απάντησα στα επίμονα ερωτήματα του συνομιλητή μου.

Η χροιά της φωνής μου δε έμοιαζε σε τίποτα με τη δική του, την πρόσχαρη. Θα έλεγε κανείς ότι κάτι μέσα μου με εμπόδιζε να χαρώ τη μικρή μου αυτή επιτυχία, να γευτώ την ευχαρίστηση της εκπλήρωσης των ονείρων μου. Το περίμενα τόσο καιρό, ζούσα με αυτήν την ελπίδα ότι κάποια μέρα θα τα καταφέρω και τώρα να 'μαι, με μια φρικτή ανακατωσούρα στο στομάχι και το συναίσθημα της απογοήτευσης στα χείλη.

Μπελάς στο ΓραφείοΌπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα