23. Στην ντουλάπα (Μέρος Δεύτερο)

2K 199 113
                                    


«Λία είσαι σίγουρη πως αυτό το κλειδί κάνει για όλες τις πόρτες;» μου ψιθύρισε την ώρα που κατεβαίναμε τις σκάλες για το δεύτερο όροφο.

«Ναι, το κλειδί του γραφείου σας είναι το μάστερ, το πασπαρτού δηλαδή. Ανοίγει όλες τις πόρτες, όλων των γραφείων του κτιρίου.»

«Και γιατί δεν το γνώριζα εγώ αυτό;» ρώτησε και στάθηκε για να με κοιτάξει προσβεβλημένος.

«Δε νομίζω ότι είναι καλή ώρα να συζητήσουμε για τα πράγματα που συμβαίνουν εδώ μέσα και τα αγνοείτε», είπα έχοντας στο νου μου ένα κάρο παρατυπίες που γίνονταν σε καθημερινή βάση και τις κρύβαμε από τα ανώτερα στελέχη.

«Λία, αυτό που κάνουμε είναι λάθος, είναι παράνομο. Αν μας πιάσουν θα μας-»

«Δε θα μας πιάσουν. Και αν ακόμα συμβεί αυτό, το πολύ-πολύ εσάς να σας επιπλήξουν και εμένα να με...απολύσουν. Σιγά τα αυγά, έχω ήδη παραιτηθεί, θυμάστε;»

Τον τράβηξα από το χέρι και του έκανα νόημα να κάνει ησυχία για να ανοίξω την πόρτα που οδηγούσε στα γραφεία του δευτέρου ορόφου. Το μέρος ήταν θεοσκότεινο. Πέρα από κάτι λυχνίες ασφαλείας που αναβόσβηναν στους διαδρόμους, κατά τα άλλα δεν μπορούσες να δεις ούτε τη μύτη σου.

Του έσφιξα το χέρι και περίμενα λίγη ώρα να συνηθίσουν τα μάτια μας στο σκοτάδι.

«Ελάτε, πάμε από δω», του είπα και διασχίσαμε σκυφτοί το μήκος του διαδρόμου, για να βρεθούμε στο τέλος του, εκεί που βρισκόταν το γραφείο του οικονομικού διευθυντή.

Έβγαλα το μπρελόκ μέσα από το πουκάμισό μου και το κούνησα θριαμβευτικά.

Με κοίταξε σηκώνοντας το φρύδι του.

«Τι;» ρώτησα, «Με βολεύει να φυλάω εκεί μέσα πράγματα, δεν έχει τσέπες η φούστα μου!»

«Το αφήνω ασχολίαστο το ότι δε φοράς την εταιρική ένδυση, η οποία όπως γνωρίζω τυχαίνει να έχει τσέπες, αλλά αυτήν τη φούστα την τόσο...τόσο...στενή και κολλητή και δίχως τσέπες και-»

«Καλά, καλά, αφήστε να τελειώσουμε τη δουλίτσα μας και με επιπλήττετε από αύριο!»

Έχωσα αργά το κλειδί στην κλειδαριά. Το κλειδί έμπαινε, αλλά δεν έστριβε.

«Ορίστε, δεν κάνει, δεν ανοίγει», μου είπε σκύβοντας ανυπόμονα πάνω από το κεφάλι μου.

«Ένα λεπτάκι, έχετε λίγο υπομονή», είπα και τράβηξα την πόρτα προς τα έξω, προτού δοκιμάσω πάλι να στρίψω το κλειδί. Ακούστηκε ένα κλανγκ και η κλειδαριά άνοιξε.

Μπελάς στο ΓραφείοΌπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα