Φτάνω με γρήγορα βήματα στις τουαλέτες και στηρίζω τα χέρια μου σε έναν από τους νιπτήρες. Κοιτάζω τον εαυτό μου στον καθρέφτη και παρατηρώ προσεκτικά το πρόσωπό μου. Τα μάτια μου είναι αρκετά κουρασμένα και οι μαύροι κύκλοι έχουν κάνει την εμφάνισή τους κάτω από αυτά, αφού κοιμάμαι ελάχιστα τα βράδια. Η ζαλάδα αρχίζει να γίνεται πιο έντονη και τα μάτια μου σιγά σιγά κλείνουν. Το μόνο που θυμάμαι είναι να νιώθω αδύναμη και σιγά σιγά να πέφτω κάτω. Μετά όλα μαύρα.

STEFANO'S POV

Έχει περάσει αρκετή ώρα από τότε που η Άννα βγήκε για να πάει τουαλέτα και όλοι έχουμε ανησυχήσει. Λέω πως την ξεπέρασα και δεν με νοιάζει πλέον τι κάνει ή πως είναι, όμως γαμωτο... Δεν μπορώ, δεν την εχω ξεχάσει.

Σηκώνω διακριτικά το χέρι μου και ρωτάω ευγενικά αν μπορώ να βγω λίγο εξω για να πάω υποτίθεται τουαλέτα. Αφού μου δώσει την άδεια ο καθηγητής βγαίνω έξω και αρχίζω να ψάχνω σε όλο το Πανεπιστήμιο την Άννα.

Το έχω γυρίσει κυριολεκτικά όλο, όμως δεν μπορώ να τη βρω πουθενά. Που είναι γαμωτο, είναι καλά;

-"Συγνώμη, μπορώ να πάω λίγο τουαλέτα;" τα λόγια της έρχονται στο μυαλό μου και τρέχω γρήγορα προς τις κοριτσίστικες τουαλέτες. Αφού βεβαιωθώ πως δεν είναι κανείς στον διάδρομο μπαίνω μέσα και βλέπω την Άννα λιπόθυμη στο πάτωμα.

-"Άννα" φωνάζω έντρομος και τρέχω προς το μέρος της. Την παίρνω στην αγκαλιά μου και την κοιτάζω, δίχως να ξέρω τι να κάνω. Την παίρνω αγκαλιά σε στυλ νύφης και την οδηγώ προς το γραφείο του διευθυντή. Παίρνουμε άδεια και οι δύο, εκείνη για να πάει σπίτι και να συνέλθει και εγώ για να τη βοηθήσω και φεύγουμε από το πανεπιστήμιο.

Οδηγώ γρήγορα μέχρι το σπίτι της και μόλις φτάσουμε τη βάζω στο κρεβάτι της να ξαπλώσει. Της φτιάχνω έναν φυσικό χυμό και κάτι να φάει και πηγαίνω ξανά κοντά της. Την βλέπω σιγά σιγά που ανοίγει τα μάτια της και αμέσως χαμογελάω.

-"Στέφανε;" λέει κάπως κουρασμένα.

-"Σςς, μη λες τίποτα, ηρέμησε" την βοηθάω να κάτσει πιο αναπαυτικά στο κρεβάτι της και της δίνω να πιει τον χυμό που της έφτιαξα.

-"Χριστέ μου, πρέπει να γυρίσω στο Πανεπιστήμιο" λέει τρομοκρατημένη μόλις τελειώσει το χυμό της και είναι έτοιμη να σηκωθεί, όμως την τραβάω από τους ώμους και τη βάζω ξανά στην αρχική της θέση.

-"Ξάπλωσε, έχουμε πάρει άδεια και οι δύο. Λιποθύμησες" διαπιστώνω.

-"Ελα, ε μη μου πεις και εγώ νόμιζα ότι έπεσα στο πάτωμα για πλάκα. Το είδα έτσι ωραίο και λέω, γιατί να μην του την πέσω;" μου λέει ειρωνικά και αρχίζω να νευριάζω. Τι θέλω και γίνομαι καλός;

Ματωμένος Έρωτας Where stories live. Discover now