«Μέσα από το παράθυρο με τα σιδερένια κάγκελα» γράφει στον αδελφό του Τεό, περίπου στις 23 Μαΐου του 1889, «Μπορώ να διακρίνω ένα τετράγωνο κομμάτι γης με σιτάρι... πάνω από το οποίο, το πρωί, βλέπω τον ήλιο να ανατέλλει σε όλο του το μεγαλείο.»
-Η εναστρη νύχτα. Vincent van Gogh 1889
《Και εσύ ποιος εισαι;》ρώτησα το αγόρι χωρίς πρόσωπο.
《Γιατί σε απασχολεί αυτό τωρα;》μου απάντησε και με πήρε από το χέρι.
《Που με πας;》τον ρώτησα ήσυχα αλλά δεν πήρα απάντηση.
Με τραβάει εδώ και πολύ ώρα, δεν ξέρω που με οδηγεί.
Είμαστε μέσα σε ένα δάσος γεμάτο πράσινα πεύκα. Δεν μπορώ να διακρίνω κάτι εκτός από τα πεύκα.
Ο ουρανός είχε την απόχρωση του ζωντανού μπλε της θάλασσας, αυτό το μπλε που μόλις το βλέπεις ηρεμεί όλη την ύπαρξη σου πάνω στον πλανήτη. Ένα μπλε που μου έχει σώσει την ζωή.
《Σταμάτα να με τραβάς και πες μου που με πας.》του είπα νευριασμένα και σταμάτησα να τον ακολουθώ.
《Δεν ξέρω.》
《Απλά θέλω να σε πάω κάπου. Δεν ξέρω που. Θέλω να σε πιάσω από το χέρι.》μου είπε και ξανά έπιασε το χέρι μου.
Ακόμα δεν μπορώ να δω το πρόσωπο του. Ήταν μέρα αλλά είναι σαν το πρόσωπο του να είναι φτιαγμένο από καθαρή σκιά. Μαύρη σκιά. Το μαύρο του νυχτερινού ουρανού.
YOU ARE READING
𝐄𝐒𝐓𝐇𝐄𝐓𝐈𝐂 | 𝐊𝐓𝐇
Fanfiction☾ᴇꜱᴛʜᴇᴛɪᴄ☽ ‒审美的‒ ❛𝘛𝘩𝘦 𝘴𝘵𝘰𝘳𝘺 𝘣𝘦𝘩𝘪𝘯𝘥 𝘭𝘰𝘷𝘦 𝘢𝘯𝘥 𝘢𝘳𝘵.❜ ©𝐋𝐚𝐜𝐡𝐫𝐢𝐦𝐜𝐬𝐞✦ 𝐅𝐢𝐧𝐢𝐬𝐡𝐞𝐝✦