Κεφάλαιο 41: Η Γκρίζα Πόλη

36 10 11
                                    

Η μέρα ήταν συννεφιασμένη αλλά τελευταία όλες οι μέρες έτσι φαίνονταν. Πάνω στα τείχη όλα φαίνονταν γκρίζα και μουντά. Γκρίζος ουρανός, γκρίζα γη, ακόμη και γκρίζα τείχη. Όλα ήταν καταθλιπτικά και δεν περνούσε μέρα που να μην κοιτούσαν οι στρατιώτες στον ορίζοντα, απέναντι, στο στρατόπεδο των χάντεκ. Είχαν σταθεί εκεί ανάβοντας τις φωτιές τους κάθε νύχτα και γρυλίζοντας ανυπόμονα την ημέρα.

Μόλις τους είχαν δει να πλησιάζουν ετοιμάστηκαν για μια έντονη μάχη και ίσως μια πολιορκία. Οι πρώτες ώρες ήταν γεμάτες αναταραχή και ανησυχία αλλά αυτά μετά από λίγο πέρασαν. Οι χάντεκ δεν είχαν κάνει τίποτα, περίμεναν απλώς σε απόσταση ανάβοντας τις φωτιές τους τη νύχτα και σβήνοντάς τες τη μέρα. Τι περίμεναν κανείς δεν ήξερε. Οι στρατιώτες της Γκρίζας πόλης όμως ήταν αναγκασμένοι να ξαγρυπνούν και να περιμένουν σε περίπτωση ξαφνικής επίθεσης. Όχι μόνο έπρεπε να μένουν ξύπνιοι αλλά και ν ξεκινούν τη μέρα τους προετοιμάζοντας τον εαυτό τους για μάχη. Το ηθικό όλων είχε πέσει.

Η πόλη είχε έναν άρχοντα που διαχειριζόταν τα οικονομικά και ήταν υπεύθυνος για την διοίκηση καθώς και άλλους αμέτρητους γραμματείς και βοηθούς. Όσο όμως αφορά τον στρατό υπήρχαν μόνο δύο στρατηγοί που ηγούνταν. Ο στρατηγός Μελχ είχε αρρωστήσει πριν από μέρες και η κατάστασή του φαινόταν να χειροτερεύει. Πριν από δύο μέρες ο πυρετός του ήταν τόσο υψηλός που δεν μπορούσε να σηκωθεί από το κρεβάτι. Έτσι όλο το βάρος και το άγχος για την άμυνα ενάντια στους χάντεκ έπεφτε στον στρατηγό Τζικούρο.

Ο Τζικούρο υπηρετούσε πολλά χρόνια ως στρατηγός και ήταν πολύ έμπειρος σε αντίθεση με τον Μελχ. Είχε γκρίζα μαλλιά αλλά γερά μπράτσα και πλάτες και πάντα φρόντιζε να ανεβαίνει τις νύχτες στα ψηλά τείχη και να κοιτά μόνος του τον εχθρό. Ήλπιζε ότι αν ήταν να επιτεθούν θα το έκαναν την ώρα που βρισκόταν πάνω στο τείχος έτσι ώστε να μπορεί να δράσει όσο το δυνατόν πιο γρήγορα. Μέχρι τώρα όμως πάντα έκανε λάθος. Αυτό από την μια τον απογοήτευε και από την άλλη τον ανακούφιζε γιατί δεν ήθελε να εμπλακεί σε μάχη αν και ήξερε πως αυτή η μέρα δεν θα αργούσε.

Η Σέριλ ήταν μια πολύ ισχυρή πόλη, το ήξερε καλά αυτό. Τα τείχη της ήταν ψηλά, ανθεκτικά και προστατεύονταν από τρεις μεριές από τον Μεγάλο Ποταμό καθώς ήταν χτισμένη σε μια στροφή του η οποία περικύκλωνε τα τείχη. Επίσης οι λόφοι που βρίσκονταν απέναντί της εμπόδιζαν έναν μεγάλο στρατό να κάνει κατά μέτωπο επίθεση στα τείχη. Οι χάντεκ αν ήθελαν να πάρουν την πόλη και να προχωρήσουν προς το Έλεναϊτ θα έπρεπε να δώσουν σκληρή μάχη.

Η τελευταία συμμαχίαWhere stories live. Discover now