Κεφάλαιο 34- Λευκός και γκρίζος εφιάλτης

31 14 10
                                    

Συνήθως ο Άρχοντας των χάντεκ και οι άντρες που φυλούσαν σκοπιά ήταν οι μόνοι ξύπνιοι τόσο αργά τη νύχτα αλλά σχεδόν κανένας δεν μπορούσε να κοιμηθεί με τα μαύρα νερά να παραμονεύουν δίπλα τους. Όλοι έστεκαν κουρασμένοι ή έκαναν πως κοιμούνταν κοιτώντας την λίμνη με μισόκλειστα μάτια.

Τα σκοτεινά μάτια του ο άρχοντας έμοιαζαν με τα νερά που κοιτούσε επίμονα καθώς ατένιζε την λίμνη περιμένοντας από στιγμή σε στιγμή κάποιο μεγάλο θηρίο να αναδυθεί στην επιφάνεια με μάτια που λάμπουν. Εκείνος δεν φοβόταν τα θηρία, ήταν ο αφέντης τους. Τον υπάκουαν. Όσα δεν το έκαναν κλείνονταν σε κλουβιά και εκπαιδεύονταν σκληρά αλλά στο τέλος όλα υπάκουαν σε εκείνον. Είχε να δείξει φόβο πολύ καιρό και τώρα πια δεν σήμαινε τίποτα για αυτόν.

Ποτέ δεν καθόταν πολύ κοντά στους στρατιώτες του. Δεν ήθελε να τον βλέπουν σαν τον οποιονδήποτε στρατηγό, δεν ήταν. Οι άντρες του τον φοβούνταν και τον σέβονταν, έτσι είχε καταφέρει να συγκεντρώσει και να ηγηθεί σε ένα τόσο μεγάλο στρατό. Κοντά του είχε μόνο τους φρουρούς του που φορούσαν τις κενές γυαλιστερές μαύρες μάσκες τους που ποτέ δεν έβγαζαν και κρατούσαν τα μακριά δόρατα με τις λεπίδες στην άκρη τους σμιλευμένες σε παράξενα σχήματα. Πάντα κοφτερές. Οι τριάντα πιστοί φρουροί του ήταν καλά εκπαιδευμένοι και εμπνέαν φόβο στους άλλους στρατιώτες. Δεν εμπιστευόταν κανέναν πέρα από τους φρουρούς του, τους στρατηγούς του και την Ερένα.

Μα που ήταν η Ερένα τώρα; Έλειπε για μέρες σε αυτήν την τρελή αποστολή. Δεν έπρεπε ποτέ να της είχε επιτρέψει να πάει. Της είχε πει πως θα ασχολούνταν με τα δάση μόλις έπαιρναν τις πόλεις αλλά είχε επιμείνει. Φοβόταν. Καμιά φορά ξεχνούσε πως είχε γεννηθεί άνθρωπος και ο φόβος μπορούσε να κυριέψει πολύ εύκολα το μυαλό της. Του είχε πει πως θα έψαχνε το δάσος και δεν θα έκανε τίποτα ριψοκίνδυνο, θα το διέσχιζε και θα την έβλεπε στην άλλη μεριά. Δεν έπρεπε να την είχε αφήσει να πάει. Κάτι που νικάει τόσα πολλά φάουρους σίγουρα μπορούσε να νικήσει και λίγους ανθρώπους.

Έπρεπε να μείνει συγκεντρωμένος. Αυτός ο βάλτος ήταν σαν να τους έκανε μάγια και μέρα με τη μέρα γινόταν όλο και πιο εχθρικός. Η λίμνη βρισκόταν μπροστά του, απειλητική. Τόσο ήρεμη, επικίνδυνα ήρεμη. Όσο περνούσε η νύχτα ομίχλη άρχισε να τυλίγει το στρατόπεδό τους και να καλύπτει την επιφάνεια της λίμνης. Πυκνή ομίχλη που εμπόδιζε την όραση και ενίσχυε την ανησυχία. Σιγά σιγά η λίμνη εξαφανίστηκε από μπροστά τους και το μόνο που μπορούσαν να δουν ήταν ένα γκρίζο θολό τοπίο. Αυτό μεγάλωνε ακόμη περισσότερο τον φόβο των αντρών του. Η σκοτεινή όψη της λίμνης μπροστά τους, τους τάραζε στην αρχή αλλά τώρα που δεν μπορούσαν πια να την παρακολουθούν η ανησυχία τους μεγάλωσε.

Η τελευταία συμμαχίαWhere stories live. Discover now