Κεφάλαιο 13

Start from the beginning
                                    

"Μπα μυρίσαμε φαγητό και ήρθαμε;" τον ρωτάω σαρκαστικά.

"Μα φυσικά αφού ξέρεις τι λιχούδης που είμαι." Λέει και μου δίνει ένα φιλί. "Λοιπόν," κάθεται απέναντι μου "Τι περιστατικά έχεις σήμερα;" Ρωτάει από περιέργεια.

"Τα γνωστά, κάποιους αλκοολικούς, εθισμένους σε ναρκωτικά. " του απαντάω. "Ααα και προχθές ήρθε και μια κοπέλα που είχε κάνει 15 αποτυχημένες τάσεις αυτοκτονίας. " του λέω σχεδόν φυσιολογικά ενώ εκείνος γουρλώνει τα μάτια του.

"Και το λες έτσι απλά; Θα έπρεπε να είναι σε κάποια κλινική ή κάτι τέτοιο, όχι σε απλό κέντρο." Μου εξηγεί.

"Δική της επιλογή, δε μπορώ να επέμβω. Έτσι και αλλιώς εγώ απλά βοηθάω."

Κοιτάζω την ώρα είχε πάει ήδη 8:30.

"Άντε σήκω το έγλυψες το πιάτο." Αστειεύτηκα.

"Καλά καλά πωπω γκρίνια πρωί πρωί." Πήρε το πιάτο του και το έβαλε στο νεροχύτη.

Αφού ετοιμαστήκαμε φύγαμε κατευθείαν από το σπίτι.

[...]

Μπαίνω μέσα στο κέντρο και βλέπω στην Hayley, την γραμματέα του κέντρου, καθώς πάω να πάρω την κάρτα και το ταμπελάκι μου.

"Καλημέρα, Jess." Μου λέει χαμογελώντας.

"Καλημέρα." Της ανταποδίδω το χαμόγελο και παίρνω την κάρτα μου.

Κατευθύνομαι προς το δωμάτιο του προσωπικού για να μου δώσουν οδηγίες για τα σημερινά περιστατικά.

"Καλημέρα, Jessica." Μου λέει ο ψυχολόγος με τον όποιο συνεργάζομαι.

"Καλημέρα και σε σας." Του αποκρίνομαι. "Τι έχουμε σήμερα;" ρωτάω τελικά.

"Εγώ έχω έναν καινούργιο ασθενή, γι αυτό θα σε παρακαλέσω να επισκεφτείς την δεσποινίδα Dalton και να της κρατήσεις λίγο παρέα." Με ενημέρωσε.

"Φυσικά."

"Απλά πρόσεχε γιατί είναι λίγο επικίνδυνη." Με προειδοποίησε.

"Κανείς δεν είναι επικίνδυνος με την κατάλληλη διαχείριση." Είπα και κατευθύνθηκα προς το δωμάτιο της Mary.

Η Mary είναι η κοπέλα που περιέγραφα το πρωί στον Liam. Ήταν αρκετά περίεργη αλλά και φοβισμένη. Δεν μίλησε σε κανέναν από τότε που ήρθε, ούτε καν στον ψυχολόγο, με αποτέλεσμα να κάνεις να μην έχει καταλάβει ακριβώς το περιστατικό της.

Ανοίγω την πόρτα και τη βλέπω κουλουριασμένη πάνω στο κρεβάτι της να κοιτάζει προς το μέρος μου.

"Καλημέρα." Της λέω δίνοντας το πιο θερμό μου χαμόγελο.

Καμία απάντηση.

"Πώς νιώθεις σήμερα;" ξαναπροσπαθώ.

Αυτή τη φορά πάει να μιλήσει αλλά δεν το κάνει.

"Ξέρεις, όσο και αν νομίζεις ότι διαφέρουμε, είμαστε ίδιες."

Φαίνεται η προσέγγιση μου να έπιασε καθώς άλλαξε στάση σώματος και πλέον απλά καθόταν.

"Θα παίξουμε ένα παιχνίδι. Θα σου πω πρώτα για μένα και μετά θα μου πεις για σένα. Είσαι μέσα;"

Κουνάει το κεφάλι σαν απάντηση.

"Λοιπόν, με λένε Jessica και είμαι 23 χρόνων. Άρχισα να δουλεύω σε αυτό το κέντρο γιατί ήθελα να βοηθήσω άτομα τα οποία βρίσκονται στην ίδια ψυχολογική κατάσταση που ήμουν εγώ κάποτε. Πιθανώς να αναρωτιέσαι γιατί τώρα. Είχα μάλλον έχω αμνησία. Βέβαια είμαι πολύ καλύτερα τώρα. Στην αρχή όμως κάθε μέρα ξυπνούσα χωρίς να θυμάμαι απολύτως τίποτα. Κάθε μέρα η μητέρα μου ήταν αναγκασμένη να μου υπενθυμίζει την ταυτότητα μου. Όμως πλέον το έχω ξεπεράσει αυτό. Τα μόνα πράγματα που δεν θυμάμαι είναι το αγαπημένο μου χρώμα ή που θα ήθελα περισσότερο από οτιδήποτε άλλο να ταξιδέψω." Σε αυτό το σημείο γέλασε. Ήταν πολύ γλυκιά καταβάθος. "Ξέρεις όμως γιατί έγινα καλύτερα; Γιατί πίστεψα σε μένα. Και γιατί είχα ανθρώπους δίπλα μου να βοηθούν και να με στηρίζουν. Γι αυτό είμαστε και εμείς εδώ. Και εγώ προσωπικά. Για να σε βοηθήσω να ξεπεράσεις αυτό που σε κάνει αδύναμη. Όμως πρώτα θα πρέπει να καταλάβω πιο είναι αυτό. Σε αυτό θέλω τη βοήθεια σου." Τελείωσα τον《λόγο》μου ελπίζοντας αυτά που της είπα να την μεταπείσουν.

Σιγά σιγά άρχισε να σηκώνεται από το κρεβάτι και να έρχεται προς τα μένα χαμογελώντας.

"Jessica, είμαι η Mary και είμαι 16. Θέλω πολύ να με βοηθήσετε." Είπε με λυπημένο ύφος έτοιμη να κλάψει. "Και ξέρω ακριβώς τον τρόπο." Το ύφος της άλλαξε τελείως ξαφνικά και εμφανίστηκε ένα σατανικό και εκδικητικό χαμόγελο. "Έπρεπε να με είχατε αφήσει να πεθάνω!" Φώναξε και με έπιασε από το λαιμό.

Δεν μπορούσα να πάρω ανάσα. Προσπάθησα να φωνάξω αλλά δεν μπορούσα.

"ΝΟΜΙΖΕΙΣ ΠΩΣ ΜΕ ΈΝΑ ΑΝΟΗΤΟ ΠΑΡΑΜΥΘΑΚΙ ΠΕΡΊ ΑΜΝΗΣΙΑΣ ΘΑ ΜΕ ΚΑΝΕΙΣ ΝΑ ΝΙΩΣΩ ΚΑΛΥΤΕΡΑ;" φώναξε με περισσότερο μίσος σφίγγοντας το λαιμό μου όλο και περισσότερο.
"Εγ- δε-" πάσχιζα να πω.

"ΜΗΝ ΜΙΛΑΣ, ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΝΟΗΜΑ.ΔΕΝ ΞΕΡΕΙΣ ΤΙ ΈΧΩ ΠΕΡΑΣΕΙ ΓΙ ΑΥΤΌ ΜΗΝ ΠΡΟΣΠΑΘΗΣΕΤΕ ΝΑ ΜΕ ΒΟΗΘΉΣΕΤΕ ΕΣΥ ΚΑΙ ΟΛΟΙ ΟΙ ΑΛΛΟΙ ΤΣΑΡΛΑΤΑΝΟΙ ΜΕ ΤΙΣ ΑΣΠΡΕΣ ΣΤΟΛΕΣ."

Ένιωσα τη ζωή μου να αφαιρείται σιγά σιγά. Μέχρι που τα μάτια μου έκλεισαν και το τελευταίο πράγμα που θυμάμαι είναι να πατάω ένα κόκκινο κουμπί.

Amnesia (Greek)Where stories live. Discover now