Κεφάλαιο 26

43 4 0
                                    

Δεκέμβριος 2012, Σφακιά Κρήτης

Ο μήνας έχει φτάσει αισίως στην δέκατη έκτη μέρα του Δεκέμβρη. Χειμώνας βαρύς, ο κόσμος κρυμμένος μέσα στα σπίτια και η ησυχία του νησιού απερίγραπτη. Για την Κρήτη ο Χειμώνας είναι κάτι σαν νεκρή εποχή, αν εξαιρούσε κανείς τους ανθρώπους που προτιμούν τις χειμερινές διακοπές στα βουνά με τα πολλά χιόνια και το απερίγραπτο κρύο.

Έναν τέτοιο μήνα, ο Ιωάννης έχει αποφασίσει να πάει στην Αθήνα και να δει τον θείο του, μετά από επανειλημμένες κλήσεις που ο ίδιος έλαβε από τον μεγαλύτερο άνδρα.

Με τον Λάζαρο δεν μιλάει συχνά, αλλά και όταν μιλούν, δεν του λέει ποτέ για τον θείο τους τον Πέτρο, αν του συμβαίνει κάτι.

Η πρόταση του θείου του να ανέβει στην Αθήνα, συνέδεε με την δική του επιθυμία να πάρει την Διονυσία και μαζί να πάνε κάπου μακριά για να ζήσουν έστω και λίγο ελεύθεροι. Του έκατσε κουτί, μιας και στην μεγαλύτερη πόλη της Ελλάδος, κυριαρχούσε μια φράση: Άγνωστοι μεταξύ αγνώστων.

Εκεί δεν υπάρχουν γείτονες, ούτε γνωστοί που θα μπορούσαν να τους δουν στον δρόμο και να τους μαρτυρήσουν σε κάποιον από την οικογένεια της. Σίγουρα υπήρχαν συγγενείς αλλά το ποσοστό να τους δουν είναι πολύ λιγότερο από αυτό στο νησί. Η πρόταση έγινε στην Διονυσία και ήταν θετική.

___

«Που πας, Διονυσία;»

«Θα ανέβω Αθήνα, αλλά εσύ κάνε σαν να μην το άκουσες ακόμα. Υποτίθεται πως θα πάω για τρεις μέρες Λασίθι με την Ροδοσταλλένια, αλλά ούτε αυτό το άκουσες» Της λέει η αδερφή της τοποθετώντας βιαστικά τα ρούχα της μέσα στην μαύρη βαλίτσα.

«Για μισό περίμενε. Με ποιόν;» Την ρωτάει η Δέσποινα.

«Θα πάω με...με... έλα μωρέ Δέσποινα εγώ σε ρωτάω που πας και τι κάνεις; Μην θυμηθώ το βράδυ πριν από δύο εβδομάδες που βγήκες από το δωμάτιο σου στις δύο την νύχτα. Θέλεις να το συζητήσουμε;» Ρωτάει η Διονυσία στην προσπάθεια της να αποφύγει την ανάκριση της λίγο μεγαλύτερης αδερφής της.

Η Δέσπω τα χάνει!

«Τι; Πως; Δεν κοιμόσουν;» Την ρωτάει ταραγμένη και αμέσως τρέχει προς την πόρτα κλείνοντας την.

«Ναι αμέ, όσο κοιμόσουν και εσύ. Για αυτό σου λέω, άσε με εμένα»

Οι δύο αδερφές σταματούν να μιλούν. Η Δέσποινα κοιτάζει την μικρή σαν να είναι μια κινούμενη απειλή, ενώ η Διονυσία παραμένει αδιάφορη συνεχίζοντας να φτιάχνει την βαλίτσα της και σίγουρη πως η αδερφή της δεν θα την προδώσει, γιατί την κρατάει στο χέρι.

Δύσβατος γυρισμός 2 (Β2)Where stories live. Discover now