Κεφάλαιο 7

56 8 0
                                    

Ο Ιωάννης ίσα που προλαβαίνει να πιεί διό ποτά με τον παλιό του φίλο τον Φαραντάκη και να συστηθούν ξανά από την αρχή. Του φαίνεται περίεργο το ότι μετά από τόσα χρόνια δύο φίλοι-άγνωστοι είναι στο ίδιο τραπέζι και μιλούν για όλα όσα θα γίνουν τα επόμενα χρόνια. Ο Λάζαρος έχει προβλέψει τα πάντα. Μέχρι και τους ανθρώπους που θα τον περιτριγυρίζουν.

Έπειτα πιάνει το αυτοκίνητο και παίρνει τον δρόμο για το σπίτι του. Στην διαδρομή μια ζέστη τον τυλίγει και ας είναι φθινόπωρο. Ασυναίσθητα μετακινεί το χέρι του στο στήθος και με διό δάχτυλα ξεκουμπώνει τα δύο πρώτα κουμπιά παίρνοντας μια ανάσα.

Σχεδόν έξω από τα Χανιά προς Σφακιά ένα μεγάλο φως από ένα μαύρο τζιπ εμποδίζει την πορεία του. Πατάει απότομα φρένο και κάνει πίσω το κεφάλι τρομαγμένος. Άραγε να ήπιε τόσο πολύ που να είναι ιδέα του;

«Ο θεός τον έστειλε!» Ακούει μια φωνή.

Μπροστά του ξεπροβάλει ένας ψηλός γκριζομάλλης άνδρας αλλά από το σκοτάδι δεν καταλαβαίνει και πολλά. Αρχίζει να συνηθίζει το φως. Ανοίγει την πόρτα και βγαίνει από υο αυτοκίνητο. «Κάποιο ατύχημα, είστε καλά;» Ρωτάει.

«Μείναμε από βενζίνη και θέλ-»

«ΑΧ, ΜΑΜΑ. ΠΟΝΑΩ!»

Ο Ιωάννης τινάζει το κεφάλι του προς την γυναίκα πίσω που στα χέρια της έχει ένα παιδί.

«Θέλετε να βοηθήσω κάπως;»

«Ναι σε παρακαλώ να πας την κόρη μου και την γυναίκα μου στο κοντινότερο νοσοκομείο;»

«Ναι, βεβαίως, ελάτε...» Ανοίγει την πίσω πόρτα.

Η Χρυσάνθη τρέχει με την Διονυσία προς το άλλο αυτοκίνητο. Ο Ιωάννης πιάνει την μικρή στην αγκαλιά του και την ακουμπά ελαφριά στα πίσω καθίσματα. «Περάστε» Λέει αφήνοντας κενό για την μάνα του νεαρού κοριτσιού.

Μπαίνοντας ξανά στο αυτοκίνητο, ο Ιωάννης κάνει αναστροφή του αμαξιού και ανάβει τα φώτα για να τους βλέπει. Μέσα του εύχεται να μην περάσει κανένα αμάξι αυτήν την ώρα γιατί με την ταχύτητα που τρέχει, κανένας δεν θα βγει ζωντανός.

«Μαμά;» Ρωτάει η μικρή όσο κλαίει.

«Θα πάμε στο νοσοκομείο Διονυσία μου, έξω από τα Χανιά είμαστε. Θα φτάσουμε!»

Διονυσία;

«Πάρε την Άννα και πες την να έρθει. Δεν θέλω να είμαι μόνη»

Άννα;

«Αγάπη μου η Άννα θα πάει σπίτι και εμείς θα γυρίσουμε σε λίγο και θα πάμε στην Ανδριανή να φτιάξει μια πίτα να την φας με τις αδερφές σου όλες μαζί. «Ε, να έρθει η Δέσπω, η Σωτηρία...»

Δύσβατος γυρισμός 2 (Β2)حيث تعيش القصص. اكتشف الآن