~28~

155 18 9
                                    

Ο κόσμος της ήταν μία θολούρα. Τα αυτιά της σφύριζαν. Ο μόνος ήχος που μπορούσε να ακούσει καθαρά ήταν ο χτύπος της καρδιάς της, που κι αυτός θα έπαυε σε λίγες στιγμές. Γύρω της είχε ήδη  αρχίσει να σχηματίζεται μία λίμνη αίματος. Ποτέ ο Θάνατος δεν είχε βρεθεί τόσο κοντά της. Ούτε καν όταν πολέμησε τον Borgia. Τι ειρωνεία. Είχε επιστρέψει στο Dragonmere μονάχα για να πεθάνει. 

Φωνές. Πολλές φωνές. Δεν μπορούσε να ξεχωρίσει καμία. Μονάχα ένα όνομα. Το δικό της.

"Evie! Evie!"

Κάποιος την πλησίασε. Δύο χέρια την αγκάλιασαν. Η όρασή της όμως ήταν ακόμα θολή. Δεν μπορούσε να διακρίνει τίποτα περισσότερο από μακριά, μαύρα μαλλιά να κυματίζουν πάνω από το κεφάλι της.

"Evie! Μίλησέ μου. Evie!"

Η φωνή ήταν σπαρακτική, σχεδόν αγνώριστη. Κι όμως, ανάμεσα στους λυγμούς της, η Evie μπόρεσε να αναγνωρίσει τη φωνή της Eden και τα μωβ μάτια της που γυάλιζαν με δάκρυα. 

"Eden." Η Evie κατέβαλε  υπερπροσπάθεια να μιλήσει, και όταν το κατάφερε έβηξε αίμα. 

"Σσσσς. Μη κουράζεσαι," την έκοψε η Eden. "Όλα θα είναι εντάξει."

Η Evie ήξερε ότι η Eden απλώς προσπαθούσε να την παρηγορήσει. Δεν ήταν όμως ο επικείμενος θάνατος που την φόβιζε, αλλά όλα εκείνα που είχαν μείνει ανείπωτα. Σε λίγο τίποτα από όλα αυτά δεν θα είχε σημασία. Έπρεπε λοιπόν να βιαστεί. 

"Eden, εγώ…"

"Ξέρω. Ξέρω…" ψιθύρισε η Eden.

"Όχι… Σε παρακαλώ, άφησέ με…" Η Evie έβηξε ξανά. Η Eden την κράτησε ακόμα πιο σφιχτά. "Λυπάμαι πολύ. Για όλα. Εγώ ποτέ… ποτέ δεν ήθελα να… να σε πληγώσω. Ποτέ. Μακάρι… μακάρι να είχα το θάρρος να… Σ'αγαπάω…"

Η Eden έκλαιγε με λυγμούς. Ποτέ όσα χρόνια η Evie την γνώριζε δεν την είχε δει ποτέ έτσι. "Κι εγώ… κι εγώ σ'αγαπάω. Ποτέ δεν έπρεπε να σε βάλω σε δίλημμα ανάμεσα σε μένα και την οικογένειά σου. Ήταν λάθος μου…"

"Eden… ποτέ δεν έπρεπε να σε κάνω να… να νιώσεις έτσι… Λυπάμαι πολύ…" Η Evie έβηξε ξανά και σχεδόν πνίγηκε μέσα στο ίδιο της το αίμα. 

Άκουσε ξανά την Eden να φωνάζει το όνομά της. Αυτή τη φορά δεν είχε τη δύναμη να της απαντήσει. Ένιωσε τα βλέφαρά της να βαραίνουν και όλα γύρω της να σκοτεινιάζουν. Το βουητό όλο και απομακρύνονταν, δίνοντας τη θέση του στην απόλυτη ησυχία. Το κεφάλι της έγειρε ελαφρώς στο πλάι και αναρωτήθηκε πως θα ήταν τελικά ο Θάνατος. Θα το μάθαινε πολύ σύντομα. 

Τα Χρονικά Του Dragonmere: Το Χαμένο Νησί {Book 2}Opowieści tętniące życiem. Odkryj je teraz