The Night Of The Demons (part II) [Η Νύχτα Των Δαιμόνων (νούμερο 2)]

35 3 1
                                    

Χάθηκα στις σκέψεις μου, σκεφτόμενος όλα αυτά που μας κρύβει η φύση, μικρά μυστικά χωρίς ιδιαίτερο νόημα, αν όμως κρατάει από ένα δημιουργήμα της τόσα μυστικά, φαντάσου πόσα μυστικά θα κρατάει από όλα της τα δημιουργήματα, παιδιά ενός ανώτερου Θεού όλοι μας,ενός θεού που δεν εμπιστεύτηκε ποτέ τα μυστικά του, εγωιστής πατέρας χωρίς εμπιστοσύνη για διήγηση του παρελθόντος του ακόμα και στα ίδια του τα παιδιά,χαμένος στο κενό που λίγα μέτρα από τα πόδια μας δέσποζε, σκοτεινό και μεγαλοπρεπές σχεδόν όσο και η ίδια η νύχτα
Καθώς σκεφτόμουν όλα εκείνα, έβγαλε το πακέτο με τα τσιγάρα, πόσο πεζό αναρωτήθηκα "ιδεαλιστής άνθρωπος πεζός δαίμονας" βγήκα από τον κόσμο των σκέψεων μου, μόνο και μόνο για να την κοιτάξω ήταν τόσο όμορφη, η όμορφια της δεν ήταν από εδώ, δεν είχε τίποτα το ανθρώπινο ουτε κάτι που να ταιριάζει στην γη, αντί να στολίζει εκείνη την ομορφιά, γινόταν το ανάποδο και σαν κόσμημα στεκόταν εκεί, ακλόνητη πάνω στο σώμα της.
Έβγαλε δυο τσιγάρα από το πακέτο και τα ακουμπήσε στα χείλη της, με μια κίνηση των χεριών της άναψαν, μου έδωσε το ένα κοιτάζοντας με μέσα στα μάτια, και ύστερα μου έκλεισε το ένα μάτι, σαν κάτι να ήθελε να πει, σαν κάτι να ήθελε να πει μα δίστασε, σαν να με γουστάρε, λες και περιμένε χρόνια τις σκηνές που παιζόνταν με εμένα, απλά δεν τολμούσε να το πει, λες κάτι να την κρατούσε από "τα συναισθήματα της ξένη".
Σαστίσα από το βλέμμα της, και πήρα δυο γρήγορες ασταθείς τσουρές από το τσιγάρο, εκείνοι κατάλαβε τι ζημιά μου προκαλούσε, γέλοντας με περηφάνια γιατί γουστάρε αυτό που έβλεπε, καθώς δάγκωνα τα χείλια μου, με λύσα όμοια με σκυλίου, που αρνείται να δαγκώσει την φόλα, βλέποντας την αντίδραση της κόκκινησα, καθώς ακόμα και ο καπνός από το τσιγάρο μου, ήθελε τόσο νωχελικά να έρθει ποιο κοντά της, τότε είναι που κατάλαβα το πόσο με είχε νικήσει, βάδιζα προς τον χαμό μου αδύναμος, μα δεν ήθελα να παλέψω, όχι γιατί ήξερα ότι θα έχανα, απλά ενδόμυχα είχα παραδέκτη, την αδυναμία που μου προκαλούσε, πρώτη φορά στην ζωή μου ένιωθα τόσο ανήμπορος, να παλέψω, μα ίσως και να ήταν η θέληση μου, αυτή που με καλούσε όλο και ποιο κοντά της, σαν κάτι
μεθυστικό, σειρήνα θαρρώ πως ήταν μα δεν τραγουδούσε, για να με τραβήξει κοντά της ίσα ίσα απλά χαμογελούσε, ήθελα να σβήσω τόσο πολύ την κάψα που προκαλούσε στα χείλη μου, μα κάτι κρατούσε και εμένα πίσω, με έκανε να ελπίζω αλλά απλά κοιτούσα.
Κοίταζομασταν στα μάτια για πολύ ώρα, δεν γνωρίζω καν τι σκεφτόταν εκείνη πολύ θα ήθελα να μάθω μα δεν μπορούσα, δεν μπορούσα καν να της μιλήσω, όχι από φόβο, αλλά επειδή οι λέξεις κόλαγαν στα χείλη μου, σαν να είχα κολλήσει, μα δεν δίσταζα να το παω παραπέρα, να παίξω στην σκακιέρα, ποιος ήξερε ίσως και να έβγαινα νικητής, όπως άλλο τόσο θα έβγαινε και εκείνη μαζί, άλλωστε παίζαμε με αγάπη όχι με πόλεμο πόσοι δα "έχουν πληγώθει από την αγάπη?"

TheDarkParadise[Ο Σκοτεινός Παράδεισος]Where stories live. Discover now