10.

3.8K 171 31
                                    

Ξαφνικά με πιάνει κάποιος απο το μπράτσο και με γυρνάει και τον βλέπω να με κοιτάζει βαθία στα μάτια.

"Μπορούμε να μιλήσουμε, σε παρακαλώ;" Μου είπε και εγώ τον κοίταζα με εκείνο το αχανές βλέμμα.

"Αχχ πες. Ξεκίνα"

"Έυα συγνώμη. Δεν ξέρω αν έκανα κάτι που σε πείραξε και από τότε με αποφεύγεις. Συγχώρεσέ με..." Τον διακόπτω.

"Δεν εκάνες τίποτα εσύ. Απλά ήθελα λίγο χρόνο μόνη μου. Δεν ήθελα να σε πληγώσω αν σε πλήγωσα. Αν θέλεις ακόμα μπορούμε να είμαστε φίλοι."

"Αλήθεια;" Ρωτάει με μια εκπληξη.

"Ναι." Του λέω και τον αγκαλιάζω.

Οι επόμενες ώρες ήταν πολύ διασκεδαστικές. Καθόμασταν, γελάγαμε, τραγουδούσαμε γενικά ήταν όλα υπέροχα. Με τον Νίκο τα ξαναβρήκαμε. Καθόμασταν και γελούσαμε για διάφορα θέματα. Μετά φύγαμε εγώ με την μαμά μου και οι υπόλοιποι μαζί.

Μπαίνω μέσα στο σπίτι, βγάζω τις γόβες τα πετάω κάπου στο πάτωμα και πηγένω προα το δωματιό μου. Βγάζω το φόρεμά μου, μένω με τα εώρουχα και πάω προς το μπάνιο να κάνω τα τυπικά. Όταν τελείωσα βγαίνω από το μπάνιο και βάζω το μοβ με μαύρο νυχτικό και ξαπλώνω στο κρεβάτι μου μαζί με τον υπολογιστή μου και συνεχίζω την σειρά που έβλεπα. Ούτε που κατάλαβα πότε με πήρε ο ύπνος.

Ξαφνικά ακούω κάποιον να χτυπάει με δύναμη την πόρτα. Σηκώνομαι απο το κρεβάτι όσο γρήγορα μπορώ βάζω την ασορτί ρόμπα μου και βγαίνω από το δωνατιο μου και βλέπω τον αδερδό μου και την μάνα μου να χασμουριούνται και να τρίβουν τα μάτια τους.

"Τι γίνετε; Ποιος είναι στην πόρτα;" Ρωτάει ο Μιχάλης.

"Δεν ξέρω. Πάμε κάτω να δούμε." Κατεβαίνουμε τις σκάλες και ακούω μια γνωστή φωνή να φωνάζει το όνομα μου, του αδερφού μου και της μαμάς μου. Ανοίγω την πόρτα και βλέπω τον Άγγελο με γρατσουνίες στο πρόσωπο, τον Νίκο με μελανιασμένο μάτι, με κάτι γρατσουνιες στο πρόσωπο και στα χερία και τον Απόστολο αγκαλία με κάτι γρατσουνίσς και εκείνος.

"Παιδία τι έγινε;" Ρωτάμε και οι τρεις σοκαρισμένοι. Ο Νίκος με κοιτάει από πάνω μέχρι κάτω και μετά δένω τα κορδόνια της ρόμπας μου.

"Να περάσουμε μέσα σας παρακαλώ. Είναι επείγον θα σας τα πούμε όλα και αν μπορέσουμε να μείνουμε εδώ." Λέει ο Άγγελος.

"Ναι εννοείται μπείτε μέσα, καθίστε στον καναπέ και πάω να φέρω πάγο." Ήρθαν σε κατάσταση σοκ. Γιατί είναι έτσι; Πρέπει να μάθω. Πηγένω στην κουζίνα, παίρνω μια πετσέτα και την παγοθήκη απο τον καταψήχτη και πηγαίνω προς το σαλόνι, το δίνω στον Νίκο να το βάλει στο μάτι του και κάθομαι σε ένα σκαμπό.

Η BoxerWhere stories live. Discover now