Κεφάλαιο 25

1.9K 204 94
                                    



Εφιάλτες έντυσαν εκείνη τη νύχτα τον ανήσυχο ύπνο της Κριστίν. Κι ακόμα κι αυτοί οι ίδιοι της οι εφιάλτες γυρνούσαν σαν το δολοφόνο στον τόπο του εγκλήματος: στην παλιά έπαυλη. Εκεί που την είχε σπρώξει μια διαβολική μοίρα, να κάνει αυτό που δεν θεωρούσε τον εαυτό της ικανό να κάνει ποτέ: να προδώσει. Είδε και πάλι εκείνο το όνειρο, μόνο που τώρα δεν ήταν κοριτσάκι,ούτε το σπίτι ήταν άδειο. Αντίθετα ήταν γεμάτο κόσμο, σαν σε γιορτή, φωτεινό όσο ποτέ, στολισμένο. Μόλις είδε τον Κάρλος να της γνέφει χαμογελώντας, κατάλαβε ότι εκείνον έψαχνε κι έκανε να πάει προς το μέρος του. Όμως ένα χέρι έπιασε το δικό της και γυρνώντας είδε ένα παιδί, ένα μικρό αγόρι να την τραβά προς την αντίθετη κατεύθυνση, προς την πόρτα, όπου την περίμενε χαμογελώντας...ο Στέφανο. Στάθηκε αναποφάσιστη, κοιτάζοντας μια τον έναν και μια τον άλλον, ώσπου ξαφνικά χάθηκε ο κόσμος, έσβησαν τα φώτα, σώπασε η μουσική κι άρχισαν να στροβιλίζονται όλα γύρω της, ενώ μια ναυτία ανέβαινε απ΄το στομάχι στο στόμα της και της φάνηκε ότι άκουσε μια άγνωστη φωνή να τη φωνάζει.

-Κριστίν...Κριστίν, ξύπνα. Η Κλαιρ στο τηλέφωνο.

Η φωνή ήταν του Κάρλος. Άνοιξε τα μάτια της με κόπο και τον είδε να της δίνει το τηλέφωνο.

- Της είπα ότι δε θα πας σήμερα στη δουλειά, ότι είσαι άρρωστη, αλλά θέλει να σου μιλήσει. Η Κριστίν ανασηκώθηκε κι έφερε τη συσκευή στ΄αυτί της. Προσπάθησε να ακουστεί όσο πιο φυσική μπορούσε.

- Καλημέρα, Κλαιρ. Ο Κάρλος την παρακολουθούσε καθισμένος στο κρεβάτι δίπλα της.

- Τι έπαθες εσύ; Είσαι άρρωστη ή συμβαίνει τελικά αυτό που υποψιάστηκα χθες; Η Κριστίν ένιωσε το στομάχι της να κάνει τούμπες.

- Θα τα πούμε από κοντά αύριο, πιστεύω να είμαι καλύτερα, της είπε η Κριστίν κι αφού της είπε πού είχε κάποια χαρτιά που χρειαζόταν, πέταξε το τηλέφωνο στο κρεβάτι κι έτρεξε γρήγορα στο μπάνιο, για να αδειάσει ακόμα μια φορά το άδειο της στομάχι. Ο Κάρλος έσπευσε πίσω της και μπαίνοντας στο μπάνιο, έμεινε να την κοιτάζει καθώς εκείνη έριχνε νερό στο πρόσωπό της.

- Είσαι καλύτερα; τη ρώτησε χωρίς ν΄αφήσει να φανεί η ανησυχία στη φωνή του. Η αλήθεια ήταν ότι ήταν πολύ χλωμή κι όπως τον κοίταξε μέσα απ΄τον καθρέφτη, με μάτια στεφανωμένα απ΄τους μαύρους κύκλους, ένιωσε την καρδιά του να σφίγγεται.

- Ναι...θέλω να κάνω ένα ντους, αν δε σε πειράζει.

- Εντάξει, θα περιμένω δίπλα. Μην κλείσεις εντελώς την πόρτα, της είπε και βγήκε απ΄το μπάνιο, τραβώντας την πόρτα ελαφρά πίσω του. Η Κριστίν τον κοιτούσε μέσα απ΄τον καθρέφτη να βγαίνει και σκέφτηκε ότι ίσως ακόμα την νοιαζόταν. Μπήκε στο ντους κι άφησε το νερό να τρέξει πάνω της. Όλο της το κορμί ήταν πιασμένο, το κεφάλι της πονούσε και το στομάχι της δεν είχε ηρεμήσει εντελώς. Παρόλ΄αυτά, το ντους την αναζωογόνησε κάπως. Βγήκε απ΄τη ντουζιέρα κι άρχισε να σκουπίζεται. Την ίδια στιγμή, το βλέμμα του Κάρλος, που όλη εκείνη την ώρα καθόταν στο κρεβάτι, με τα μάτια καρφωμένα στην μισάνοιχτη πόρτα, έπεσε επάνω της κι έμεινε με τα χείλη σφιγμένα και την καρδιά σταματημένη να την κοιτά. Ξαφνικά συνειδητοποίησε ότι το πάντα λεπτοκαμωμένο κορμί της είχε γίνει ελαφρά πιο ζουμερό κι η θέα του έκανε τις φλέβες στο λαιμό του να χτυπούν δυνατά. Πετάχτηκε απ΄το κρεβάτι σφιγγοντας τις γροθιές του και πήγε μπροστά στο παράθυρο, μην αντέχοντας να την κοιτά γυμνή. Έβρισε σιωπηλά τον εαυτό του για την αδυναμία του αυτή, θυμίζοντάς του ταυτόχρονα πως μέσα σ΄εκείνο το κορμί που είχε λατρέψει, φώλιαζε το παιδί ενός άλλου άντρα. Η οργή στάθηκε και πάλι σα φαρμάκι στα χείλη του. Όταν την άκουσε να μπαίνει στο δωμάτιο, την πλησίασε κι αφού την κοίταξε για λίγο αμίλητος, την προσπέρασε λέγοντάς της κοφτά:

ΜΕΧΡΙ ΝΑ ΜΑΣ ΧΩΡΙΣΕΙ Ο ΘΑΝΑΤΟΣ Όπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα