Κεφάλαιο 17

2.5K 361 25
                                    

Η καταιγίδα άρχισε να κοπάζει. Η Νεφέλη κοίταξε το σκοτεινό ουρανό. Δεν ήξερε πόσες ώρες καθόταν εκεί αλλά ήταν πολλές.

Δεν υπήρχε άλλος δρόμος για εκείνη. Η απόφαση που έπρεπε να πάρει ήταν μονόδρομος. Σηκώθηκε όρθια  και έβαλε το τηλέφωνό της, που το είχε κλείσει, στην τσέπη του παντελονιού της. Το σώμα της ήταν βαρύ μετά από τόση ώρα ακινησίας.

΄Πρέπει να τα ξεχάσω όλα. Ναι, αυτό πρέπει να κάνω.' σκέφτηκε. Ξαφνικά ένα ρίγος την διαπέρασε και αισθάνθηκε μια παρουσία πίσω της. Γύρισε απότομα και είδε  μέσα σε ένα απόκοσμο φως να σχηματίζεται μια θολή εικόνα από  το φάντασμα του φάρου. Έδειχνε σαν μια προβολή, που ενώ μπορούσες να δεις την εικόνα μπροστά, από πίσω φαινόταν όλα.

Η Νεφέλη αισθάνθηκε τις τρίχες στο σβέρκο της να σηκώνονται από φόβο. Σίγουρα αυτή η μορφή ήταν γυναικεία. Το λευκό φόρεμα που φορούσε ήταν ξεκάθαρο. Έκανε ένα βήμα πίσω έτοιμη για να τρέξει έξω αλλά η μορφή άρχισε να καθαρίζει, ώσπου φάνηκε ένα γλυκό και πολύ όμορφο γυναικείο πρόσωπο. Η Νεφέλη έμεινε άφωνη όταν αναγνώρισε τη θεία της τη Δήμητρα.

Ο φόβος της καταλάγιασε, όταν είδε το κλαμμένο της πρόσωπο. Δεν είχε κακό σκοπό, αυτό μπόρεσε να το καταλάβει. Δεν προσπαθούσε να της μιλήσει καν, μόνο την κοίταζε απελπισμένη κουνώντας το κεφάλι της αρνητικά και κλαίγοντας. Φαινόταν σα να ήθελε να της δείξει κάτι.

"Δεν καταλαβαίνω τι θέλεις να μου πεις ." ψιθύρισε.

Η εικόνα άρχισε και πάλι να θολώνει ώσπου χάθηκε εντελώς. Δεν καταλάβαινε γιατί αλλά δεν φοβήθηκε το φάντασμα της θείας της.

"Τι ήταν αυτό;" αναρωτήθηκε δυνατά. Για λίγο το μυαλό της μπόρεσε να φύγει από το πρόβλημά της. "Τι να ήθελε η θεία η Δήμητρα να μου πει;"

Μια ξαφνική ριπή αέρα μπήκε μέσα στο δωματιάκι και άνοιξε ένα ξεχαρβαλωμένο πορτάκι από ένα έπιπλο που ήταν μισοκρυμμένο πίσω από κάτι σανίδες. Στο βάθος του ντουλαπιού  υπήρχε όρθιο τοποθετημένο, ένα στρογγυλό τενεκεδάκι που κύλησε και έπεσε στο τσιμέντο  Ο ήχος από το τενεκεδάκι που έπεσε πάνω από το παλιό έπιπλο έκανε τη Νεφέλη να χοροπηδήσει ξαφνιασμένη.

Το πλησίασε διστακτικά και το σήκωσε. Ήταν ένα σχεδόν σκουριασμένο στρογγυλό τενεκεδάκι από μπισκότα που επάνω του είχε ζωγραφισμένα λουλούδια. Το άνοιξε. Αυτό που είδε μέσα την άφησε με ανοιχτό το στόμα. Ένα αποξηραμένο τριαντάφυλλο, που στο βλαστό του είχε δεμένη, μια κάποτε λευκή κορδέλα, που από την πολυκαιρία είχε γίνει κίτρινη. Το κουτί ήταν σημείο φύλαξης των  αναμνηστικών μιας αγάπης αλλά ποιος θα το άφηνε σε ένα τέτοιο σημείο αν είχαν πραγματικά σημασία για εκείνον;

Κούνησε λίγο το κουτί και από κάτω από το τριαντάφυλλο εμφανίστηκε ένα πλατινένιο δαχτυλιδάκι που έμοιαζε με βέρα και ένας κιτρινισμένος φάκελος. Με πολλή προσοχή για να μην διαλυθεί, η Νεφέλη σήκωσε το τριαντάφυλλο και έβγαλε από κάτω το φάκελο.

'Για την Δήμητρα', έγραφε απ'έξω με αντρικά γράμματα.

Στο εσωτερικό του φακέλου υπήρχε μόνο μια σελίδα:

'Αγαπημένη μου, Δήμητρα,

Δεν ξέρω γιατί με κρατάς όλο αυτό τον καιρό μακριά σου. Όσο και αν προσπαθώ να σε πλησιάσω βρίσκω εμπόδια και το μεγαλύτερο είναι η αδερφή σου, που σε φυλάει σαν κέρβερος.

Αν έχει συμβεί κάτι ας μιλήσουμε. Θέλω να σε δω και να μου πεις αν έχω κάνει κάτι που σε ενόχλησε. Είμαι έτοιμος να σου εξηγήσω οτιδήποτε, φτάνει να με αφήσεις να ξαναδώ το γλυκό σου πρόσωπο.

Εσύ είσαι οτι πιο όμορφο έχω στη ζωή μου και η καρδιά μου ανήκει μόνο σε σένα. Εσύ είσαι ο ήλιος μου που με φωτίζει και κρατάει αυτή την καρδιά  ζωντανή.Ποτέ καμία άλλη δεν θα μπορέσει να πάρει τη θέση σου.

Το βράδυ θα σε περιμένω στο φάρο για να μιλήσουμε . Δε θα φύγω από εκεί αγαπημένη μου μέχρι να έρθεις και να συζητήσουμε. Θα σε περιμένω όσο και αν χρειαστεί γιατί μου λείπεις.

Στράτος.'

Η Νεφέλη καταλάβαινε την ειλικρίνεια των αισθημάτων του Στράτου απέναντι στην θεία της, αλλά τότε πως μπόρεσε να πάει και με την μαμά της;

Η απάντηση θα μπορούσε να κρύβεται στο ημερολόγιο της θείας της. Έβαλε πάλι προσεκτικά τα πράγματα μέσα στο κουτί και το τοποθέτησε πίσω στο ντουλάπι.

Η υπόθεση αυτή γινόταν όλο και πιο περίεργη. Έπρεπε να πάει και να διαβάσει το ημερολόγιο της Δήμητρας. Ίσως έτσι να ανακαλυπτε και γιατί η Δήμητρα είχε καταλήξει να περιφέρεται σε αυτή τη μορφή γύρω από το φάρο.

Θα έφευγε από εκεί μόνο αφού θα έβρισκε την άκρη σε αυτή την ιστορία. Στο κάτω κάτω εκεί κρυβόταν και το μυστικό της δικής της ύπαρξης.

Καθώς επέστρεφε το ψιλόβροχο δεν την ενοχλούσε άλλωστε ο βρεγμένος την βροχή δεν τη φοβάται.

Στο μυαλό της  εμφανίστηκετο πρόσωπο του Ορέστη. Τα όμορφα πράσινα μάτια του και τα γοητευτικά λακκάκια που σχηματίζονταν στα μάγουλά του κάθε φορά που της χαμογελούσε.

Κούνησε το κεφάλι της. Δεν επιτρεπόταν να τον σκέφτεται πια έτσι. Ήταν αδερφός της. Από εδώ και πέρα και για όσο καιρό θα έπρεπε να μείνει εκεί, θα έπρεπε να τον κρατάει σε απόσταση. Να που και ο Τάκης θα αποδεικνύονταν χρήσιμος για κάτι. Θα τον χρησιμοποιούσε για να κρατήσει τον Ορέστη μακριά της.

Τα μάτια της βούρκωσαν στη σκέψη αλλά δεν είχε άλλη επιλογή.

Ο ΦΑΡΟΣWhere stories live. Discover now