Κεφάλαιο 28 {Α}|| Σον

Start from the beginning
                                    

Με αργά, ελαφρά βήματα πλησίασα το παράθυρό. Παραμέρισα τη σκούρα κουρτίνα. Τα μάτια μου διέτρεξαν γρήγορα όλα τα σπίτια της γειτονιάς μας. Φώτα και παντζούρια, όλα ήταν κλειστά. Όλα εκτός από το δικό της. Μπορούσα να διακρίνω το αχνό, θαμπό κίτρινο φως του μικρού της λαμπατέρ να τρεμοπαίζει πίσω από το ανοιχτόχρωμο ύφασμα της κουρτίνας της. Με περίμενε. Όπως, κι εγώ περίμενα τη γειτονιά μας να κοιμηθεί, τα λουλούδια να αρχίσουν να ζητούν οξυγόνο, το Φεγγάρι να ακούσει γλυκά νανουρίσματα στη θαλπωρή της αγκαλιάς των αστεριών... εκείνη να λούσει τις όμορφες καμπύλες του κορμιού της με τη βανίλια.

Γύρισα το βλέμμα μου προς το εσωτερικό του δωματίου μου. Άφησα τα αυτιά μου να αφουγκραστούν τους χτύπους του ρολογιού ακόμη μια φορά.

Επιτέλους, η ώρα εκπλήρωσε τις βουβές ευχές μου και έσπευσε να με ταξιδέψει στο κόσμο της ασημόσκονης των άστρων. Οι δείκτες του ρολογιού πέρασαν βιαστικά της μία τα μεσάνυχτα. Άρπαξα το γκρι φούτερ μου και το φόρεσα απότομα, χωρίς να χάσω το παραμικρό, πολύτιμο δευτερόλεπτο. Τα χέρια μου έτρεμαν. Μπήκα γρήγορα στο μπάνιο του δωματίου μου, μόνο και μόνο για να σιγουρευτώ πως τα μαλλιά μου ήταν όσο ατημέλητα όσο πίστευα. Δυστυχώς, όμως, δεν ήταν απλά ελαφρώς ατημέλητα, αλλά σαν να είχαν βιώσει μια τρελή ανεμοθύελλα. Τα έστρωσα γρήγορα με τα δάχτυλά μου. Τουλάχιστον, τώρα φαίνονταν λίγο καλύτερα.

Βγήκα, έκλεισα όλα τα φώτα και πήρα με μια κίνηση τα κλειδιά του σπιτιού από το κομοδίνο μου, τα οποία τοποθέτησα κατευθείαν στη πίσω τσέπη του τζιν μου. Ένα ελαφρύ κύμα αγωνίας και ενθουσιασμού διέτρεξε το κορμί μου. Χαμογέλασα στον εαυτό μου.

Τι μου έχεις κάνει Χόουπ Τόμας;

Βγήκα από το δωμάτιο μου, με τα πόδια μου να αισθάνονται λες κι φλέγονταν. Ο διάδρομος ήταν σκοτεινός. Μακρύς, κρύος, συνηθισμένος και μονότονος. Έκανα ένα βήμα. Το ξύλινο δάπεδο έτριξε ελαφρά. Ξαφνικά, άκουσα κάποιον να ανεβαίνει τις σκάλες, οι πατούσες του να αφήνουν ανάλαφρους ήχους από τη τριβή πάνω στο πάτωμα. Μπορούσα να διακρίνω ποιος ήταν. Η αδύνατη φιγούρα της, τα μακριά μαύρα μαλλιά της, τα χαρακτηριστικά της αυτά που την ξεχώριζαν για μένα από το πλήθος. Η οικεία μυρωδιά, αυτό το άρωμα που γέμιζε τα ρουθούνια μου από μωρό. Η μητέρα μου είχε κάνει τη νυχτερινή επιδρομή της στη κουζίνα για να εφοδιαστεί με ένα ποτήρι κρύο νερό.

Κοντοστάθηκε στο τελευταίο σκαλί μόλις κατάλαβε πως καθόμουν λίγο παρά πέρα από τη πόρτα του δωματίου μου.

Το Χρώμα του ΚαπνούWhere stories live. Discover now