Κεφάλαιο 23.

213 31 2
                                    

Ράνια:
Όσο κι αν δε το θέλω, τόσο απομακρύνομαι από το Ντάνιελ. Άμα δε με είχε πάρει η Ράσελ, θα είχε πραγματοποιηθεί αυτό που προσδοκούσα τόσο καιρό. Αλλά και πάλι η Ράσελ έχει πρόβλημα, με χρειάζεται και πρέπει να της συμπαρασταθώ. "Μα τί έπαθε;" μουρμουρίζω ανήσυχη. Φτάνω στις τουαλέτες και μπαίνω μέσα.
<<Ράσελ;>>ρωτάω ήσυχα.
<<Ράνια;>>ρωτάει και αναγνωρίζω από τον τόνο της φωνής της πως έκλαιγε.
Ανοίγω ήρεμα την πόρτα από όπου ακούστηκε η τρεμάμενη φωνή της. Τη βλέπω καθισμένη πάνω σε ένα σωρό από χαρτί υγείας, να με κοιτάει με κόκκινα γυαλιστερά μάτια και κόκκινη μυτούλα. Είχα δίκιο έκλαιγε. Ός καλή φίλη που είμαι, κάθομαι σε αυτό το σωρό από χαρτί δίπλα της και την παίρνω αγκαλιά. Μολις ακουμπάει το πρόσωπο της στον ώμο μου και χάνεται μέσα στα μαλλιά μου, ξεκινάει να κλαίει με ανιφηλιτά. Δε μπορώ να τη βλέπω έτσι. Έχω δύο επιλογές: ή την χαστουκίζω και απαιτώ να μάθω τι συνέβη, ή προσπαθώ ήρεμα και γλυκά να τη συνεφέρω. Διαλέγω το δεύτερο.
<<Τι σπάθες βρε γλυκάκι;>> τη ρωτάω όσο πιο τρυφερά μπορούσα.
Ξετρυπώνει από την αγκαλιά μου, σταματάει να κλαίει, κόβει λίγο χαρτί από τον σωρό και επιχειρεί να το πετάξει στον κάδο απέναντι μας. Αστοχεί, αλλά λέω να μην την κοροϊδέψω.
<<Άντε κοπέλα μου λέγεεε>>την παρακινώ.
<<Να απλώς...δεν ξέρω πως να στο πω. Δεν πίστευα καν πως ήταν εφικτό>>
<<Τί συνέβη πες μου!>>
<<Ναα εε το Σάββατο όπως χόρευα με τον πρωην της Ιζαμπέλ τον Σαμ νιώθω ένα τσίμπημα. Αρκετά δυνατό σαν να με δάγκωσε κάτι μεγάλο. Δεν έδωσα σημασία τι μπορούσε να ήταν εξάλλου;>>μου λέει και σταματάει για να φυσήξει τη μύτη της. <<Κατά τις εντακάμιση δώδεκα κάπου εκεί το κορμί μου άρχισε να τρέμει, ανακατευόμουν και τα κόκκαλά μου με πονούσαν. Ο Σαμ μου είπε πως χλώμιασα και με πήγε στο μπάνιο όπου με βοήθησε πιάνοντας πρόχειρα τα μαλλιά μου όταν έκανα εμετό>>. Αρχίζει να κλαίει πάλι.
<<Έλα βρε Ράσελ απλώς είχες μια γερή γρίπη. Έπρεπε να κάτσεις σπίτι να ξεκουραστείς>>. Πρέπει ακόμα να είναι άρρωστη, γιατί τα μάτια της φαίνονται κίτρινα. Σαν του Ντάνιελ.
<<Ράνια δεν είμαι καλά...Το Σάββατο το βράδυ όπως γυρνούσα πονούσα τόσο ανυπόφορα πολύ...ένιωθα τα κόκκαλά μου να αλλάζουν μήκη και σχήματα καθώς και τρίχες να βγαίνουν από μέσα μου. Και μετά δε θυμάμαι τίποτα>>.
<<Το πολύ πολύ να γύρισες σπίτι και να κοιμήθηκες αμέσως>>.
<<Όχι Ράνια..το πρωί ξύπνησα σε ένα παγκάκι εμ..γυμνή>>κοκκινίζει.
<<Είχες μεθύσει>>. Τι άλλο θα ακούσω σήμερα.
<<Όχι δεν ήπια σχεδόν καθόλου>>.
Τα κίτρινα μάτια της με κοιτάζουν τόσο σοβαρά που δεν μου επιτρέπουν όρια αμφισβήτησης. Μένουμε σιωπηλές για αρκετή ώρα. Δεν ξέρω τι να πω...γιατί νιώθω πως ο Ντάνιελ θα ξέρει τι συμβαίνει. Επειδή είχε κι αυτός κίτρινα μάτια δε σημαίνει πως θα γνωρίζει.
Το κουδούνι χτυπάει και σηκώνομαι. Η Ράσελ δε φαίνεται να είναι πρόθυμη να σηκωθεί.
<<Πάω έξω να πάρω λίγο αέρα>>ανακοινώνω.
<<Οκέι..μην πεις τίποτα σε κανέναν, ούτε στο αγόρι σου τονΜίκυ>>.
<<Δεν τα έχω με τον Μίκυ!!>>
<<Κατάλαβες τι εννοώ>>.
Σηκώνομαι αργά αργά χωρίς να της απαντήσω και κατευθύνομαι προς το προαύλιο. Κάθομαι στις κερκίδες (δεν είχα όρεξη για μάθημα) και χάνομαι στις σκέψεις μου. Έτσι αφηρημένη όπως ήμουν, δεν αντιλαμβάνομαι τη φιγούρα που με πλησιάζει μέχρι που κάθεται δίπλα μου.

Κίτρινοι ΔαίμονεςWhere stories live. Discover now