Κεφάλαιο 6.

354 55 0
                                    

Πέμπτη 18 Νοεμβρίου
Ράνια:
Το πρωινό είναι σαν χθες. Η μητέρα μου είχε δουλειά στην πόλη αλλά μας ετοίμασε πρωινό και κολατσιό για το σχολείο. Η Πέιζλυ γκρίνιαζε και πάλι αλλά αυτή τη φορά για το ποσό δύσκολο θα ήταν το σημερινό της διαγώνισμα στη φυσική και εγώ έτρωγα σα γουρούνι(ο χαρακτηρισμός μου απο την Πειζλυ ως γουρουνίτσα ήταν τόσο ακριβής).Καθώς έβαζα τα μαύρα μποτάκια μου κάποιος χτυπάει το κουδούνι. Προς έκπληξη μου η Πειζλυ κατεβαίνει τα σκαλιά σα σίφουνας και ανοίγει την πόρτα.
<<Ράνια είσαι έτοιμη; Ένας φίλος σου σε περιμένει να πατε στο σχολείο>>.
<<Πες στο Μίκυ ότι έρχομαι αμέσως>>.
Παίρνω το βαλιτσάκι των καλλιτεχνικών και πάω στην πόρτα όπου η Πέιζλυ είχε αφήσει ανοιχτή.
<<Δεν είναι ο Μίκυ>>μου ψιθυρίζει <<Αυτός είναι κούκλος>>.
Μόλις βγαίνω έξω αντικρίζω τα σκουρόχρωμα μαλλιά του Ντάνιελ. Φοράει μια πράσινη μπλούζα που τονίζει τα σμαραγδί του μάτια και μια γκρι φόρμα που του ταιριάζει απίστευταααα!! Επίσης κρατάει και αυτός το βαλιτσάκι των Καλλιτεχνικών του...μάλλον θα έχει σήμερα στο σχολείο με την υπεροχή καθηγήτριά μας Πένι Μάξγουελ.

<<Καλημέρα Όρι>>μου εύχεται.
<<Καλημέρα Ντάνυ>>του ανταποδίδω.
<<Σκέφτηκα άμα θα ήθελες να πάμε μαζί σχολείο αφού να σου πω την αλήθεια με μεγάλη δυσκολία γύρισα σπίτι μου χθες>>.
<<Αμέ δεν έχω θέμα>>.
<<Θα συναντούσες κάποιον να πάτε μαζί και θα σας το χαλάσω;>>
<<Μην ανυσηχείς γατάκι δεν θα χαλούσες τίποτα>>.
<<Γατάκι; Προτιμώ τα σκυλιά Όρι>>.
<<Σε ρώτησα;>>του λέω και του βγάζω τη γλώσσα.
Μου βγάζει κι εκείνος τη γλώσσα και μου αποκαλύπτει μια τρύπα στο κέντρο της όπου έχει κάνει πίρσινκγ και φοράει μια ασήμι με μαύρο μπάρα. Είναι θεϊκή.
<<Αλήτηηη>>τον πειράζω εγώ.
<<Αλήτηηηη>>φωνάζει και αυτός με τσιριχτή κοριτσίστικη φωνή.
<<Τι βλάκας που 'σαι>>του πετάω.
<<Το ξέρω μου το έχουν πει πολύ..βλαμμένη>>.
<<Ηλίθιε>>.
<<Ηλίθια>>.
<<Χαζέ>>.
<<Ξανθιά>>.
<<Εε δεν είμαι ξανθιά, καστανή είμαι>>.
<<Δεν έχει σημασία το χρώμα των μαλλιών αλλά η νοημοσύνη>>λέει με σοφιστικέ υφάκι.
<<Μέιντ μπάι Ντάνιελ>>.
Και τότε φτάνουμε στο σχολείο όπου μόλις με εντοπίσει η Γκρέις τρέχει δίπλα μου. Από ότι ειδα μιλούσε με τον Τζέικομπ Βίλλεϋ από τα πιο δημοφιλή παιδιά στο λύκειο μας και ο καλύτερος αθλητής ποδοσφαίρου σε όλην την πόλη.
<<Έρχεται η φίλη σου...πηγαίνω τα λέμε Όρι>>μου λέει ο Ντάνιελ.
<<Κάτσε βρε σιγά..με τόση βιασύνη που έχει ούτε που θα σε καταλάβει>>.
<<Καλά..>>λέει αόριστα.
<<Ρανιααααα>>φωνάζει από μακριά εκείνη.<<Δεν θα πιστέψεις ποιος μου μίλησε! Αα γεια σου αγόρι τι χαμπαράκια; Λοιπόν μάντεψεεε>>λέει καθώς μας πλησίασε.
<<Ο Τζέικομπ Βίλλεϋ;>>ρωτάω παριστάνοντας ότι δεν τον είχα δει.
<<Ναιιιιιι που το βρήκες; Είμαι τόσοοοοο χάππυ>>λέει και το χαμόγελο της φτάνει ως τα μάτια της που γυαλίζουν.
<<Γκρέις από εδώ ο Ντάνιελ, Ντάνιελ από εδώ η Γκρέις>>λέω και τους γνωρίζω.
<<Χάρηκα>>λένε και οι δύο με μια φωνή.
Χτυπάει το κουδούνι του σχολείου και μας χωρίζει.




Κίτρινοι ΔαίμονεςWhere stories live. Discover now