Κεφάλαιο 5.

367 58 0
                                    


Ντάνιελ:
Τέταρτη ώρα Γεωγραφία. Είναι το μάθημα που έχω κοινό με την Ιζαμπέλ. Μπαίνω στην αίθουσα, κάθομαι μόνος σε ένα θρανίο και οι υπόλοιποι μαθητές καθίζουν στα υπόλοιπα. Τότε με πλησιάζει ένα αγόρι με σγουρά κάστανα μαλλιά και πράσινα μάτια και κάθεται δίπλα μου.
<<Μίκυ, εσυ;>>με ρωτάει ξαφνιάζοντάς με.
<<Ντάνιελ>>.
<<Από ότι βλέπω θα καθόμαστε μαζί στη Γεωγραφία άμα δεν σε νοιάζει>>.
<<Κανένα πρόβλημα. Καλή η καθηγήτρια;>>
<<Από τις καλύτερες>>μου λέει και σχηματίζει με τα δάχτυλα του μια γιόλο χειρονομία.
Τότε παρατηρώ την Ιζαμπέλ που με χαιρετάει από το πρώτο θρανίο και της ανταποδίδω το χαμόγελο.
<<Βλέπω γνωρίζεσαι με την Ιζαμπέλ Σουίτμαν>>μου αποκρίνεται.
<<Όχι και τόσο απλώς με βοήθησε με τις αίθουσες>>δικαιολογούμαι.
<<Τυχερέ...η Ιζαμπέλ δεν πιάνει γνωριμίες με τον οποιονδήποτε>>.
<<Συνήθως με ποιους πιάνει;>>τον ρωτάω.
<<Ξες μωρέ..σε δημοφιλείς αθλητικούς τύπους σαςν εσένα>>.
<<Μα εγώ μόλις ήρθα>>.
<<Τότε μπορεί να της άρεσες>>.
Χαίρομαι λίγο. Είναι πολύ ωραία και άνετη κοπέλα.
<<Τη Ράνια Ρόουζ Μαρί τη γνωρίζεις;>>ρωτάω γιατι μου έχει εξάψει το ενδιαφέρον μου.
<<Ναι ρε κολλητοί είμαστε. Σήμερα θα πάω σπίτι της να διαβάσουμε μαζί>>λέει χαλαρά.
<<Αα μια χαρά>>λέω νιώθοντας μια μικρή δόση ζήλειας.Φαίνεται πολύ καλή κοπέλα αλλά είναι πολύ νωρίς για να κρίνω.
<<Γιατί ρωτάς;>>
<<Εε δεν έχω λόγο τίποτα βλακείες>>λέω και αφοσιωνόμαστε στο μάθημα.

Ράνια:
Γυρνάω από το σχολείο με τον Μίκυ και τη Γκρέις με σκοπό να διαβάσουμε και να φτιάξουμε κανελλόνια για μεσημεριανό. Πάλι καλά η Πέιζλυ και οι γονείς μου λείπουν και δεν θα μας ενοχλήσει κανείς.
<<Με τί θέλετε να ξεκινήσουμε φαΐ ή διάβασμα;>>ρωτάει η Γκρέις.
<<Φαΐΐΐΐΐΐΐ>>προτείνω με παιδική φωνούλα.
<<Πεθαίνω της πείνας>>αποκρίνεται ο Μίκυ.<<Να τα συνοδεύσουμε με κρέας ή με καμία σαλατούλα;>>
<<Γιατί ρε κανείς δίαιτα;>>τον πειράζει η Γκρέις.
<<Δεν μας τα 'πες αυτά Μίκυ>>τον περιγελώ.
Ο Μίκυ γίνεται σαν παντζάρι και χώνει την παλάμη του ανάμεσα στα σγουρά μαλλιά του.
<<Οκέι, το 'πιασα με κρέας λοιπόν>>λέει ξεφυσώντας.
Αφού τα ετοιμάσαμε και τα βάλαμε στο φούρνο, τους αφήνω μονούς να "διαβάσουν"(δεν έχουν βάλει στόμα μέσα τους) και πάω έξω, κάθομαι στην κούνια που νωρίτερα το πρωί καθόταν ο Ντάνιελ και ατενίζω το συννεφιασμένο τοπίο που ξεδιπλώνεται μπροστά στα μάτια μου. Ακουμπάω το μπλοκ ζωγραφικής μου στα σταυρωμένα πόδια μου και προσπαθώ να τελειοποιήσω το τοπίο μπροστά από το σπίτι μου μετά το δρόμο. Χρυσή ψιλή αμμουδιά, με ψιλούς κοκοφοίνικες που προσφέρουν τον ίσκιο και τη δροσιά τους κάθε καλοκαίρι και διάσπαρτες ομπρελίτσες από 'δω και από 'κει που όλο και κάποια οικογένεια έχει ξεχάσει. "Αυτό είναι το σπίτι μου"σκέφτομαι.


Κίτρινοι ΔαίμονεςWhere stories live. Discover now