Το επόμενο απόγευμα, η αμήχανη σιωπή μέσα στην μικρή τάξη είναι άξια για να γραφτεί στα χρονικά του σχολείου ή ακόμη και της Νάρνια.
Το νευρικό ' τικ- τακ ' του ρολογιού στον τοίχο συνόδευε το εξίσου νευρικό χτύπημα του παπουτσιού μου στο πάτωμα. Η Μόνα με κοιτούσε με μισό μάτι από την απέναντι μεριά του θρανίου και κάθε τρία λεπτά - μετρημένα - τέντωνε τον λαιμό της για να δει αν είχα τελειώσει με την άσκηση μπροστά μου.
Όταν έβλεπε ότι δεν είχα γράψει σχεδόν τίποτα, ξεφυσουσε νευριασμένη και γύριζε το βλέμμα της πίσω στο δικό της βιβλίο.
Η ματιά της δεν έμεινε για πολύ εκεί. Με την άκρη του ματιού μου την έβλεπα να με κοιτάζει όταν νόμιζε πως δεν θα την προσεχα.
Ναι καλά.
« Γιατί δεν μου είπες τίποτα για την Λούνα; » έσπασε την σιωπή.
Δεν της απάντησα.
« Τι σκέφτεσαι και δεν μπορείς να συγκεντρωθείς; » με ρώτησε ξανά. Σταύρωσε τα χέρια της κάτω από το στήθος της και με κοίταξε κατηγορηματικά.
« Θέλεις να μου ρίξεις και κανένα φως στο πρόσωπο για να ολοκληρωθεί η ανάκριση; » άφησα το στυλό μου κάτω και σταύρωσα τα χέρια μου πάνω στην επιφάνεια του θρανίου.
« Την διαφήμιση του Spotify » της είπα μετά από μια στιγμή έντονου κοιτάγματος.
« Τι; » ένα σκούρο φρύδι σηκώθηκε.
« Έχεις σκεφτεί καθόλου γιατί την βάζουν κάθε τρεις και πέντε; Έλεος δηλαδή »
Σαν να είμαστε στον μεσαίωνα πια.
« Όλιβερ » τσίμπησε την κορυφή της μύτης της με τον αντίχειρα και τον παράμεσο της. « Το ξέρεις ότι είμαστε εδώ παραπάνω από ότι έπρεπε, έτσι; »
« Δεν θα ήμασταν αν μου εξηγούσες πως στο καλό να λύσω την σκατο-άσκηση! »της είπα επιτέλους.
« Σου έχω γράψει τρία παραδείγματα από πάνω! » φώναξε χτυπώντας το χαρτί με τον δείκτη της πάνω απο τα ορνιθοσκαλισματα που έλεγε "παραδείγματα".
YOU ARE READING
He who forgot
Teen Fiction« Μπορείς να μην με νευριάσεις παραπάνω; Μάγισσα » την ρωτάω. «Αν είμαι μάγισσα τότε εσύ είσαι το σκουπόξυλο μου » Πιάνω το πηγούνι της ανάμεσα στον αντίχειρα και τον δείκτη μου και το χαϊδεύω μια φορά « Επειδή πεθαίνεις για να με καβαλήσεις » ...