Κεφάλαιο 4ο

397 31 23
                                    

Τότε
Έμιλι,21 ετών.

Η τσαγιέρα σφυρίζει πάνω στο μάτι.Λατρεύω το τσάι.Αν και η Εύα πάντοτε λέει ότι πίνω το κατακάθι από χόρτα.Όσο και να προσπαθώ να την πείσω να δοκιμάσει πάντοτε αρνείται.
Μια φορά μόνο δοκίμασε τσάι από τζίντζερ,το αγαπημένο μου και κόντεψε να μείνει στον τόπο.

Δε το έδειξε βέβαια.Το ήπιε όλο χωρίς να δείξει την δυσαρέσκεια της.
Αλλά το βλέμμα της τα έλεγε όλα.
Την αγαπώ που προσπαθεί να μη με κακοκαρδίσει.
Σε άλλη περίπτωση θα έλεγε πως έχει γεύση κάτουρου.
Εμένα όμως με ηρεμούσε.

Βάζω το τσάι στη μαύρη μου κούπα με την στάμπα της Κιμ της απίθανης.
Ήταν το αγαπημένο που παιδικό.
Μια απλή κοπέλα που το πρωί ήταν μαθήτρια και το βράδυ κυνηγούσε τους κακούς .
Ξυπνούσα κάθε πρωί και άναβα τη τηλεόραση στα κρυφά από τους ανάδοχους γονείς,για να την δώ .
Είχα κολλήσει και την Εύα να το βλέπει μετά αν και το θεωρούσε χαζό.
Αλλά όταν βρήκε τη κούπα μου την έφερε δώρο.
Σαν ενθύμια από τις στιγμές μαζί όταν είμασταν μικρές.
Οι μόνες χαρούμενα στιγμές .
Ήθελα να γίνω σαν  και εκείνη με κάποιο τρόπο να σώσω το κόσμο από τα τέρατα του.
Αλλά δεν παίρνουμε πάντα αυτό που θέλουμε έτσι δεν είναι;

Φέρνω τη ζεστή κούπα στα χέρια μου και κοντά στο πρόσωπο μου
Φυσώ ελαφριά για να κρυώσει.
Έπειτα παίρνω μια γουλιά.
Η γεύση του χτύπησε τη γλώσσα μου και με έκανα να .
Είναι λίγο πιο πικρό από τις προηγούμενες φορές και με τη σκέψη αυτή γυρνώ ανοίγοντας το ντουλάπι ν
βάλω δύο κουταλιές μέλι.

Γυρίζω το κουτάλι δύο φορές δίνοντας το στον νεροχύτη και έπειτα ,πλησιάζω το τραπέζι της κουζίνας που είναι γεμάτο με χαρτιά και ταχυδρομικούς φακέλους κλειστούς.
Το ξύλινο μικρό μπαούλο δίπλα μισογεμάτο.

Ο Ελάιζα ,παίρνει τον μεσημεριανό του ύπνο μέσα στη κρεβατοκάμαρα μας.
Έκλεισε τα δύο χτες.
Του κάναμε το μεγαλύτερο πάρτι χτες.
Μόνο οι τρεις μας.

Η Εύα με τη φωτογραφική μας τραβούσε με τη τούρτα μπροστά μας και με εκείνον στην αγκαλιά μου.

<<Happy birthday to you,>>του τραγουδούσε με εμένα να ακολουθώ μια εκείνος να προσπαθεί να ακολουθήσει.
Η γλώσσα του άρχιζε σιγά σιγά να λύνεται με τις πρώτες λέξεις να βγαίνουν.

Η πρώτη του ήταν μαμά,όταν τον κρατούσε η Εύα στην αγκαλιά της μια μέρα.
Σοκαριστικές τόσο πολύ που κόντεψε να τον ρίξει και εγώ έσκασα στα γέλια.
Και η δεύτερη την έστειλε με εγκεφαλικό.

Άνεμος και σκόνηWo Geschichten leben. Entdecke jetzt