Κεφάλαιο 24

60 3 1
                                    

Χάρρυ
«Δεν θέλω να πάω για ύπνο ακόμα.» Παραπονέθηκε με χασμουρητό o Μαξ καθώς πήδηξε πάνω στο κρεβάτι του έτοιμος για ύπνο.

Γέλασα λιγάκι. Ήταν τόσο χαριτωμένος. Τράβηξα τα παπλωματά του για να τον διευκολύνω. «Νομίζω όμως ότι πρέπει. Η μαμά είπε ότι δεν πρέπει να πας αργά για ύπνο.» Του εξήγησα όσο εκείνος ξάπλωνε στο κρεβάτι και εγώ έπειτα ανέβασα και πάλι τα σκεπάσματα.

«Ναι αλλά η μαμά δεν είναι εδώ.» Είπε εκείνος ως επιχείρημα μαζί με ένα ακόμη χασμουρητό. Γέλασα πάλι. Ήταν τόσο αστείο που παρόλο που κρατούσε με δυσκολία τα μάτια του ανοιχτά και χασμουριόταν συνέχεια ακόμη επέμενε πως δεν νυστάζει.

«Φιλαράκο, κάναμε μία συμφωνία, μόνο και μόνο επειδή αύριο δεν έχεις σχολείο συμφωνήσαμε να καθίσεις μία ώρα παραπάνω από την ώρα που είπε η μαμά, αλλά δεν είναι σωστό τα μικρά παιδάκια σαν κι εσένα να μένουν ξύπνια τόσο αργά.» Του υπενθύμισα. Είχαμε κάνει μία συμφωνία επειδή ούτε εκείνος ήθελε να πάει για ύπνο και επειδή και εγώ ήθελα να περάσω περισσότερο χρόνο μαζί του αποφασίσαμε να κάτσουμε λίγο ακόμα. Τώρα όμως ήταν φανερό πως ο Μαξ έπρεπε να πάει ύπνο.

Ο Μαξ αναστέναξε λιγάκι όμως στην μέση διακόπηκε από ένα ακόμη χασμουρητό. «Καλά.» Απάντησε και τράβηξε τον καφέ αρκουδάκι τον Τέντι από το χέρι μου. Τον έσφιξε στην αγκαλιά του. «Εσύ τώρα θα πας μέσα;» Με ρώτησε κοιτάζοντάς με με προσοχή.

«Θέλεις να πάω μέσα;» Αναρωτήθηκα ενώ έκατσα καλύτερα στο κρεβάτι δίπλα του. Ο Μαξ κούνησε το κεφάλι του δεξια κι αριστερά. «Τότε θα κάτσω εδώ.» 

Αυτό το απόγευμα με τον Μαξ ήταν όμορφο. Ένιωθα τον Μαξ σιγά σιγά να δένεται μαζί μου και ήταν ακριβώς αυτό που επιζητούσα. Να υπάρχω στην ζωή του γιού μου. Κάθε στιγμή που ο Μαξ με φώναζε μπαμπά αυτό το απόγευμα έκανε την καρδιά μου να γεμίζει. Τα χαζά αστεία που κάναμε μαζί όλο το απόγευμα. Με έκανε να νιώθω πως τον κέρδιζα, πως με ήθελε εκεί όσο τον ήθελα και εγώ.

«Η μαμά αφήνει πάντα το φωτάκι ανοιχτό.» Μίλησε ο Μαξ απλώνοντας το δαχτυλάκι του για μου δείξει την λάμπα στο κομοδίνο του. Έστρεψα το βλέμμα μου στην λάμπα έπειτα πάλι στο μικρό αγοράκι μου.

«Φοβάσαι το σκοτάδι;» Ρώτησα όλο περιέργεια. Ήθελα να μάθω, ήθελα να μάθω όσον τον δυνατόν περισσότερα γινόταν για εκείνον, διότι τα περισσότερα τα είχα χάσει.

Ο Μαξ κούνησε και πάλι το κεφάλι. Τα περισσότερα παιδάκια φοβούνται το σκοτάδι, στα οποία άνηκα και εγώ μικρός. Το σκοτάδι δημιουργούσε πάντα σκιές και στα μικρά, παιδικά μου μάτια οι σκιές αυτές έμοιαζαν με τρομακτικά τέρατα.

Do you still love me?Where stories live. Discover now