《Υποφέρεις τόσο πολύ, αλλά ποτέ δεν παραπονιέσαι.》του λέω. 《Ναι, γιατί οι άνθρωποι που παραπονιούνται λιγότερο είναι και αυτοί που υποφέρουν περισσότερο. Όσο περισσότερο πονάς, τόσο πιο δύσκολο είναι να μιλήσεις για αυτό που περνάς.》είπε σαν να φιλοσοφούσε. 《Όμως εσύ μου μίλησες. Παρά την απερίγραπτη θλίψη που νιώθεις, μου μίλησες για αυτή.》λέω χαρούμενη, όμως ταυτόχρονα παραξενεμένη.《Ναι, γιατί σε εμπιστεύτηκα Εύα, και όταν εμπιστεύεσαι κάποιον μπορείς να τους πεις τα πάντα.》απαντά εκείνος. Εγώ απαντώ αμέσως πως είναι αδύνατον να μην εμπιστεύονται κανέναν και η απάντησή του με εξέπληξε. 《Μερικά άτομα δεν εμπιστεύονται ούτε τον ίδιο τους τον εαυτό. Πώς θα εμπιστευτούν τους άλλους;》είπε πιο πολύ σαν να εξομολογούσε την κατάσταση που ζει και όχι τόσο για να απαντήσει στο ερώτημά μου. Μια κοπέλα που το όνειρο της είναι να σώζει ανθρώπινες ζωές. Να γίνει γιατρός και να προσφέρει βοήθεια στους άπορους. Ένα αγόρι που όλη του η ζωή ήταν ένα βάσανο. Μεγάλωσε στους δρόμους χωρίς γονείς και ελπίδα. Όνειρα; Μα δεν υπάρχει αυτή η λέξη στο λεξιλόγιό του.
23 parts