~Ακόρεστοι Βασιλείς~

Начните с самого начала
                                    

Το αυτί του εκπαιδεύτηκε, άνοιξε, απορροφούσε ατέρμονα μελωδίες, νότες, την υπέροχη μουσική της λύρας κι ανέπτυξε ένα τάλαντο ασύγκριτο, μοναδικό στον κόσμο. Ένα παιδί έγινε τόσο μεγαλειώδης μουσικός, που οι συνθέσεις και το αγνό του τραγούδι έφταναν στους Ουρανούς.

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

Ο Σαούλ, ο πρώτος Βασιλεύς του Ισραήλ, εστεμμένος από τον πρώτο των Προφητών και ύστατο Κριτή, δεν είχε διατηρήσει τίποτα από εκείνο το στιβαρό, γεμάτο ζωή αγόρι που είχε ευλογηθεί, πλην του ονόματος του.

Ένα βράδυ, ακριβώς τέσσερα έτη μετά την τελευταία του συνάντηση με τον Σαμουήλ και την απόσχισή του από την εύνοια του Θεού, έπεσε και κοιμήθηκε ευθύς, βαριά, ώστε τίποτα δεν τον ξυπνούσε όχι μόνο το επόμενο πρωί αλλά και τις επόμενες δέκα ημέρες. Δεν άνοιγε τα μάτια του, δεν κινούταν, δεν έβγαζε κανέναν ήχο και το μοναδικό σημάδι ζωής πάνω του ήταν οι αναπνοές του θώρακα. Όταν, τελικά, άνοιξε τα μάτια την ενδέκατη ημέρα, άπαντες ανακουφίστηκαν, με πρώτη την οικογένεια του και αναθάρρησαν, αγαλλιάσαν, καθότι είχαν ανησυχήσει εντόνως για τον ηγεμόνα τους. Αυτό που αντίκρισαν, άκουσαν και βίωσαν, δεν μπορούσε να περιγραφεί ή εξηγηθεί.

Ο Σαούλ κοίταξε κατάματα τον γιό του τον Ιωνάθαν και δεν τον αναγνώρισε. Ούρλιαξε, κάτι ανάμεσα σε κραυγή και γρύλισμα, τα μάτια του γούρλωσαν κι όρμησε στο σπλάχνο του αναπάντεχα, με γυμνά χέρια να τον συντρίψει. Αιφνιδιασμένος και σαστισμένος παρά τρομαγμένος ή θυμωμένος, ο Ιωνάθαν αποτραβήχτηκε και εξήλθε της σκηνής. Ήλπιζε να βοηθούσε έτσι τον πατέρα του, σε περίπτωση που είχε κάπως κακιώσει μαζί του.

Ωστόσο, το μανιώδες ξέσπασμα ούτε στον Ιωνάθαν οφειλόταν ούτε σε κανένα άλλο παιδί του Σαούλ. Ακόμη κι η αγαπημένη του κόρη έσπευσε στο πλευρό του να τον γαληνεύσει, η Μιχάλ, που ήταν ακόμα παιδάκι νεαρό, μα δεν κατάφερε να τον ηρεμήσει. Φαινόταν να μην την αναγνωρίζει καν, σήκωσε το βαρύ χέρι του και τη χτύπησε καταπρόσωπα, ώστε το παιδί πετάχτηκε μέτρα μακριά κι έφυγε κλαίγοντας, αναπάντεχα τρομαγμένη.

«Φύγε από μπροστά μου, τέρας!» Φώναζε στο κενό, με ματιά χαμένη, αποπροσανατολισμένη, την οποία κανείς δεν μπορούσε να προσδιορίσει.

Πετούσε αντικείμενα ολούθε κι έσπαζε έπιπλα, ενώ δεν τολμούσαν να τον πλησιάσουν, ως γίγας και χειροδύναμος που ήταν. Τον έτρεμαν ακόμη κι όταν βρισκόταν στη συνήθη, γαλήνια στάση του, πόσω μάλλον πλέον, που είχε οδηγηθεί στην παράνοια.

Seven Deadly Sins {Cover By weebnextdoor}  #starterliste21Место, где живут истории. Откройте их для себя