Κεφάλαιο 27

5.5K 228 7
                                    

Είναι εκνευρισμένος και πολύ μάλιστα. Αδιαφορώ και γυρίζω το βλέμμα μου στο τζαμί του αυτοκινήτου και ξεκινάει για το σπίτι.

"Γιατί δεν με ακούς; σου είπα να μην τον ξαναδείς!"
"Δεν είμαι σκύλος για να σε υπακούω αλλά με συγχωρείς ξέχασα πως για σένα είμαι μια ανταλλαγή!"
"Τι σκατά λες;!" Μου λέει και εκνευρίζομαι.
"Είσαι μαλάκας!" Του λέω και βγάζει ένα μουγκρητό.
"Θα σε κανονίσω σπίτι!" Μου λέει απειλητικά και στην υπόλοιπη διαδρομή δεν λέμε τίποτα άλλο αλλά μερικές φορές νιώθω το βλέμμα του πάνω μου.

Είμαστε πλέον σπίτι και κατευθύνομαι πρός τις σκάλες.
"Όχι δεν θα φύγεις!" Μου φωνάζει και γυρνάω και τον κοιτάω.
"Δεν θα μου πεις τι να κάνω!" Έρχεται απειλητικά πρός το μέρος μου και με κοιτάει στα μάτια.
"Τι είναι αυτά που έλεγες;"
"Την αλήθεια Αχιλλέα!" Του φωνάζω και βλέπω την Λάουρα.
"Λάουρα εξαφανίσου!" Την προστάζει χωρίς να χάσει την οπτική επαφή μαζί μου και η Λάουρα εξαφανίζεται.

"Σοβαρά Αριάνα;! Αυτά σου είπε;" με κοίτα με παράπονο, όχι δεν θα λυγίσω!
"Όχι αυτά κατάλαβα! Ο πατέρας μου υπερασπίστηκε τους εαυτούς σας μην ανησυχεί!"
"Δεν ισχύει τίποτα από όλα αυτά που νομίζεις." Με κοίτα στα μάτια και θέλω να τον πιστέψω αλλά κάτι με κρατά πίσω. Δενθα πέσω στη παγίδα του.
"Γιατί πήγες σε εκείνη;"
"Δεν σε αφορά." Γαμήσου Αχιλλέα!
"Ξέρεις κάτι; είμαι ηλίθια." Του λέω και τρέχω στο δωμάτιο μου. Μαλάκα!

Ξαπλώνω στο κρεβάτι και κοιτάω το ταβάνι. Όχι ρε γαμώτο δεν θα κλειστώ στο δωμάτιο εξαετίας του!

Βγαίνω αποφασιστικά από το δωμάτιο και πηγαίνω στην κουζίνα.
Βλέπω τον Τζόζεφ να πίνει τον καφέ του και μόλις με βλέπει μου χαμόγελα ενώ η Λάουρα με χαιρετά.

Κάθομαι στο σκαμπό του πάγκου και παίζω με ένα μήλο που πείρα από την φρουτιέρα.
"Τι σκέφτεσαι;" η φωνή του Τζόζεφ ακούγεται.
"Τίποτα." Του απαντάω και του χαμογελάω.

Η μυρωδιά του έρχεται στα ρουθούνια μου και περνώ ανάσα.
"Λάουρα ετοίμασε ξεχωριστό βραδινό και όταν τελειώσει στείλτο στο δωμάτιο μου." Την διστάσει και φεύγει. Σηκώνομαι και βγαίνω έξω,αρχίζω να κάνω κύκλους γύρω από την πισίνα.

Το μάτι μου πέφτει στην Βαλέρια και η καρδιά μου σφίγγεται. Μπαίνω μέσα και τους βλέπω να φιλιούνται αγκαλιά στη πολυθρόνα. Κάτι μέσα μου ραγίζει και τα μάτια μου βουρκώνουν.

Πηγαίνω στο δωμάτιο μου ξανά και ξαπλώνω στο κρεβάτι. Τον μισώ! Το τηλέφωνο μου ακούγεται και το σηκώνω.
"Μικρή σε 5 είμαι έξω από το σπίτι,θα πάμε για καφέ." Η φωνή του Αλέξ ακούγεται και αναστενάζω.
"Δεν εχ..." η φωνή του με διακόπτει.
"Δεν δέχομαι το όχι!" Μου λέει και μου το κλίνει στα μούτρα. Τι γλυκός.

Καταλάθος σε ερωτεύτηκαWhere stories live. Discover now