Κεφάλαιο Είκοσι Ένα

706 84 15
                                    

Πήρε ώρα μέχρι να τελειοποιήσουμε το σχέδιο (το οποίο βασικά ήταν χτυπήστε τον Μπρένταν μέχρι να κουραστεί και μετά σκοτώστε τον) και να πείσουμε τους δικούς μου πως δεν έπρεπε να περιμένουμε. Ξέραμε πως εκείνος και οι φίλοι του κρύβονταν στη φυλακή που είχαν αιχμάλωτο τον Κάρτερ, οπότε όσο χρόνο χάναμε,δεν ήταν υπέρ μας. 
Η Σκάι ήθελε να έρθει, ο πατέρας μου δεν ήθελε μιας και ήταν ακόμα πολύ αδύναμη, αλλά με κάποιον τρόπο που δεν κατάλαβα ακριβώς, τον έπεισε και έτσι ετοιμάστηκε κι εκείνη και ήρθε μαζί μας στην είσοδο, καθώς ετοιμαζόμασταν για την μεγάλη έξοδο. 
"Ντεβ, Κάρτερ, δεν θα το ξαναπώ. Το νου σας στη Ρέιβεν" προειδοποίησε ο πατέρας μου. Οι δύο μου φύλακες στάθηκαν αριστερά και δεξιά μου αντίστοιχα και χαιρέτησαν τον πατέρα μου με έναν στρατιωτικό χαιρετισμό. Έπειτα αντάλλαξαν ένα συνωμοτικό βλέμμα μεταξύ τους. Πρώτα βγήκαμε εμείς, με τους φίλους από Ρουμανία και Σκωτία να έρχονται αμέσως πίσω μας. Έπειτα βγήκαν τα φαντάσματα, με τον Ρόλαντ έτοιμο να αναμετρηθεί με τον οποιονδήποτε και τέλος ήρθαν οι δαίμονες οι οποίοι ήταν οι πιο σιωπηλοί όσες μέρες έμειναν εδώ. Αν συνήθιζες το περίεργο δέρμα, τα αυτιά και το γεγονός πως η γλώσσα τους ήταν διχαλωτή σαν των φιδιών, δεν ήταν ιδιαίτερα τρομαχτικά πλάσματα, παρά το όνομα που είχαν διαλέξει για τον εαυτό τους. Θα μπορούσε κανείς να πει πως είχαν μάλλον ντυθεί και σχετικά ανθρώπινα.  

Όλοι οι βρικόλακες γούσταραν λίγο θεατριλίκι και εδώ που τα λέμε, χωρίς λίγο χαβαλέ, τόσα χρόνια δεν περνάνε. Έτσι αποφάσισαν να μην χρησιμοποιήσουμε μεταφορικό μέσο, να πάμε με τα πόδια στη φυλακή για να αντιμετωπίσουμε τον Μπρένταν και τους άλλους. Η Σκάι είχε ρέψει, κόντευε να εξαϋλωθεί από την αδυναμία, έτσι ο Κρις, εκεί που κανείς δεν το περίμενε, την έπιασε από τη μέση και συνέχισε το δρόμο του βοηθώντας την να περπατήσει. Ο Κάρτερ περπατούσε ατάραχος και εκθαμβωτικός όπως πάντα, σχολιάζοντας πότε το ένα και πότε το άλλο, προσπαθώντας να μου αποσπάσει την προσοχή από αυτό που ετοιμαζόμασταν να κάνουμε. 
Χαμογέλα λίγο" μου είπε σε κάποια φάση, περνώντας ήρεμος το χέρι γύρω από τους ώμους μου. "Μοιάζεις λες και πας στο πόλεμο". 
Ανασήκωσα το ένα φρύδι κάπως εκνευρισμένη. "Ότι δηλαδή εμείς τώρα κάνουμε ταξιδάκι αναψυχής" του είπα. Παρά τα νεύρα μου πίεσα το κορμί μου στο δικό του μιας και αποφασίσαμε να κόψουμε δρόμο μέσα από το δάσος. 
"Ξέρεις πως το εννοώ, Ρέιβεν" απάντησε εκείνος. "Μην φοβάσαι". Όσο είμαι εδώ, μην φοβάσαι τίποτα". 
"Πολύ ευγενικό εκ μέρους σου... να σου θυμίσω όμως πως δεν εξαρτώνται όλα από μας. Να σου θυμίζω επίσης πόσο κόπανος - και μάλιστα ισχυρός κόπανος - είναι ο Μπρένταν. Απλώς σε περίπτωση που το ξέχασες". 
"Εμείς είμαστε περισσότεροι και πιο ισχυροί. Μην με κάνεις να σου αναλύσω όλα τα σημεία στα οποία υπερτερούμε. Δεν θα προλάβουμε". 
"Αχ, Κάρτερ" έκανα περισσότερο στον εαυτό μου. "Μακάρι να είχα την αισιοδοξία σου πριν από κάθε πόλεμο με τρελούς βρικόλακες". 



Περπατήσαμε ακόμα λίγο, φτάνοντας σε ένα ξέφωτο στο οποίο ερχόμουν πριν χρόνια - ανθρώπινα μετρημένα χρόνια - και ετοιμαστήκαμε να το διασχίσουμε γρήγορα, μιας και σε κανέναν μας δεν άρεσε να βρισκόμαστε τόσο ακάλυπτοι σε τόσο ανοιχτό χώρο. Δεν ήταν λίγες οι φορές που εχθρός μας είχε επιτεθεί όταν βρισκόμασταν σε τέτοιο χώρο. 
Κανείς δεν υπολόγισε όμως, ότι και αυτή τη φορά, ο εχθρός θα μας πετύχαινε εδώ. Δεν περιμέναμε να δούμε τον Μπρένταν και το ασκέρι του στην άλλη μεριά του χώρου και σίγουρα δεν περιμέναμε πως θα ήταν ελαφρώς περισσότεροι από ότι πριν λίγες μέρες στο Σάντοουφορτ Μουρ. Ήμασταν περισσότεροι - είκοσι για να ακριβολογούμε - και οι φίλοι του Μπρένταν ήταν περίπου δώδεκα με δεκαπέντε. Και ήταν όλοι βρικόλακες, πέρα από δύο Νεράιδες που είχαν αποκολληθεί από την Αυλή της Βασίλισσας και τρεις λύκους που μάλλον είχαν εγκαταλείψει την αγέλη. Στάθηκα στην πρώτη σειρά, νιώθοντας την αυτοπεποίθησή μου να βουλιάζει με κάθε δευτερόλεπτο. Ο Κάρτερ έγειρε προς το μέρος μου και ψιθύρισε: "Επειδή δεν ξέρω αν θα έχω την ευκαιρία να στο ξαναπώ, ενημερώνω απλά πως είσαι πολύ σημαντική για μένα και δεν υπάρχει περίπτωση να τον αφήσω να αγγίξει ούτε μια τρίχα από τα μαλλιά σου". 
Έπιασα το χέρι του και το έσφιξα γεμάτη ευγνωμοσύνη. Δεν είπα τίποτα. Δεν χρειάστηκε να πω, το βλέμμα μου ήταν ξεκάθαρο. Ο Κάρτερ χαμογέλασε αχνά και στράφηκε και πάλι προς την μεριά του Μπρένταν και των φίλων του. 
"Μπλακ και... φίλοι των Μπλακ" έκανε ο Μπρένταν. "Το ήξερα πως θα σας έβρισκα εδώ. Το ένστικτό μου, μού έλεγε πως με την ανυπόμονη Ρέιβεν, την διορατική Σκάι και τον επιθετικό Κρις αποκλείεται να περιμένατε μέχρι να έρθω εγώ σε εσάς. Και τα υπολόγισα καλά. Σκάι, αγάπη μου, είσαι καλά;" ρώτησε κάπως γελοιωδώς. 
Έστρεψα το βλέμμα στη Σκάι για να τη δω κυριολεκτικά να ανατριχιάζει και να αποστρέφει το βλέμμα της. Δεν περίμενα ότι θα το έβλεπα αυτό, μιας και πάντα του έδειχνε με κάποιον τρόπο την αγάπη της, αλλά μάλλον, έφταιγε το φίλτρο. Η Σκάι έκλεισε τα μάτια, εμποδίζοντας ένα κύμα δακρύων να τα πλημμυρίσει. 
"Αποφάσισα πως μπορώ να σου δώσω μια ευκαιρία" έκανε ο Μπρένταν και άρχισε να περπατάει κατά μήκος της γραμμής που έφτιαχναν οι οπαδοί του. "Και σε όποιον άλλον, δηλαδή αποφασίσει να με ακολουθεί τελικά". 
"Πω πω" έκανα ειρωνικά. "Τι μεγαλεπήβολα σχέδια έχεις, Μπρεντ!" 
Ο βρικόλακας στράφηκε προς το μέρος μου και άρχισε να με πλησιάζει. 
Δεν φοβόμουν. 
Ήμουν έξαλλη. 
"Ρέιβεν Μπλακ" είπε εκείνος σαν να έκανε διαπίστωση. "Από όλους τους Μπλακ, εσύ μου δημιούργησες τα περισσότερα προβλήματα. Μετά τη Σκάι, η οποία τον πρώτο καιρό ήταν πολύ... αντιδραστική". 
"Χαίρομαι". 
"Είσαι γενναία, Ρέιβεν, αλλά και ανόητη. Αν ήσουν έξυπνη, θα ήξερες πως δεν υπάρχει περίπτωση να με κερδίσετε. Αν ήσουν έξυπνη και προνοητική, θα ερχόσουν με το μέρος μου. Έχει ακόμα θέση στη στρατιά μου για μια όμορφη και γενναία βρικόλακα, με τα δικά σου χαρίσματα". 
"Εσύ είσαι πιο ανόητος από μένα, Μπρεντ. Γιατί δεν έχεις ιδέα με ποιόν τα βάζεις. Δεν έχεις την εμπειρία που έχουν μερικοί από μας καθώς και οι σύμμαχοί μας. Τί είσαι; Ένας απλός βρικόλακας που διψάει για εξουσία, χωρίς να έχει σκεφτεί καν αν μπορεί να την διαχειριστεί. Να σου πω εγώ, λοιπόν, καλέ μου Μπρεντ. Δεν μπορείς. Παράτησέ τα όσο είναι καιρός και ίσως σταθείς τυχερός και μας πετύχεις σε μέρα που αποφασίσουμε να φερθούμε μεγαλόψυχα. Που αμφιβάλλω". 
"Πνευματώδης" σχολίασε ο Μπρένταν και πήγε πάλι στη μέση της γραμμής των συμμάχων του. "Αναρωτιέμαι, θα είσαι το ίδιο πνευματώδης όταν στείλω τον αγαπημένο σου στον άλλο κόσμο;" 
Το βλέμμα μου έπεσε για μια στιγμή ταραγμένο στον Κάρτερ, αλλά εκείνος γελούσε άνετα. 
"Είμαι ήδη εκεί, φίλε" σχολίασε ειρωνικά. 
"Κέιν... ομολογώ πως όταν έβαζα σε εφαρμογή το υπέροχο σχέδιό μου, δεν περίμενα ότι θα συνάπτατε συμμαχία με τους Μπλακ τόσο εύκολα. Και δεν μου λες... έχετε συζητήσει οι δύο οικογένειες τί θα κάνετε τώρα, που έληξε η Ανακωχή;" 
Από το βλέμμα στα πρόσωπα των δικών μου ανθρώπων και του Βλαντ αποκόμισα την ίδια εντύπωση. Καμία από τις δύο πλευρές δεν είχε θυμηθεί πως η Ανακωχή είχε λήξει. Ήταν όλοι τόσο απασχολημένοι με σοβαρότερα θέματα που κανείς δεν είχε ασχοληθεί με αυτό. 
"Εμείς..." ξεκίνησε ο Βλαντ "είμαστε διατεθειμένοι να αφήσουμε στην άκρη τις έχθρες. Να πορευτούμε ειρηνικά οι δύο οικογένειες, αν συμφωνούν και οι Μπλακ. Εξάλλου" εδώ κοίταξε προσεκτικά εμένα και τον Κάρτερ, αφήνοντας τα χείλη του να σχηματίσουν ένα χαμόγελο "κάτι μου λέει πως πλέον δεν έχουμε άλλη επιλογή". 
Ο Κάρτερ χαμογέλασε και στράφηκε στον Μπρένταν. "Κάτι άλλο που θες να λύσουμε πριν σε κάνω κιμά;" 
Ο Μπρεντ έγειρε το κεφάλι πίσω και ένα ανατριχιαστικό γέλιο δραπέτευσε από το λαρύγγι του. "Κάρτερ, πλακατζή!" έκανε ειρωνικά. "Φρόντισε να μην σου κοπεί το γέλιο σύντομα". 
Συνέχισε να περπατάει κατά μήκος των οπαδών του, με το χέρι στο πηγούνι, λες και σκεφτόταν αν πρέπει ή όχι να πει κάτι. Τελικά δεν το είπε ποτέ. 
Πετάχτηκε η Σκάι ξαφνικά, κερδίζοντας λίγη από την παλιά της δύναμη και στάθηκε σταθερά δίπλα στον Κρις. 
"Παραδώσου όσο έχεις καιρό, Μπρένταν" είπε. "Δεν θα κερδίσεις και το ξέρεις". 
"Αγαπητή μου Σκάι" έκανε ο Μπρένταν "έχω ήδη κερδίσει". 
Σήκωσε απότομα το χέρι, στοχεύοντας την μαγική του δύναμη ενάντια στην γυναίκα που κάποτε αγάπησε. Δεν το σκέφτηκα. Τίναξα το δεξί μου χέρι, εξαπολύοντας ένα είδος δύναμης που δεν ήξερα πως είχα εναντίον του και πετώντας τον πίσω από την γραμμή των φίλων του, ξαφνιασμένο. Η Σκάι σωριάστηκε κάτω, αναπνέοντας βαριά, ενώ ο Κρις πλησίασε και την έσυρε τρυφερά παράμερα. 
Δεν χρειάστηκε παρότρυνση από καμία μεριά. Οι δικοί μας ξεχύθηκαν ενάντια στους άλλους και το αντίστροφο, όλοι χτυπούσαν όποιον έβρισκαν. Πρόσεξα τα μαχαίρια που κρατούσαν οι φίλοι του Μπρένταν, μικρά, κοφτερά και υπερβολικά ασημένια, που μόνο ένα πράγμα μπορεί να σήμαινε. 
Δηλητήριο.
"Προσέξτε τα μαχαίρια!" φώναξα όσο μπορούσα και με μια βιαστική ματιά, έπιασα τον Μπρένταν να με κοιτάζει έκπληκτος που είχα χαλάσει το σχέδιό του. Του χαμογέλασα και με μια κίνηση τέτεια συγχρονισμένη, τίναξα το χέρι  μου δεξιά, καρφώνοντας ένα δικό μου μαχαίρι στο λαιμό ενός βρικόλακα. Μόλις εκείνος έπεσε κάτω, έμπηξα ξανά το μαχαίρι στο σημείο όπου κανονικά ήταν η καρδιά του και συνέχισα τη δουλειά μου. 
Έπειτα από μερικά χτυπήματα που απέφυγα με ευκολία και μερικές μανούβρες που θυμόμουν από τις εποχές που με εκπαίδευε ο Ντεβ, βρέθηκα πρόσωπο με πρόσωπο με τον Μπρένταν.  Κρατούσε ένα μαχαίρι, το οποίο είχε βαφτεί κόκκινο ως τη λαβή και με κοίταζε χαμογελώντας. 
"Θα ήθελα πολύ να σε δω να τρομάζεις, ότι είναι κάποιος δικός σου, αλλά είμαι και λίγο πονόψυχος και θα σου πω ότι ένας φίλος του Σνέικ πήγε για τα καλά στη κόλαση αυτή τη φορά"  σχολίασε ειρωνικά ο Μπρένταν. Όρμισα προς το μέρος του με τους κυνόδοντες πλέον να μην μπορώ να τους θέσω υπό έλεγχο κι εκείνος άρχισε να έρχεται κατά πάνω μου με φόρα. 
Πάμε, Ρέιβεν, σκέφτηκα. Κάνε τον να πληρώσει
Για όλα


Midnight  {GW15}Όπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα