Κεφάλαιο Δεκαπέντε

714 79 5
                                    

Πήγαμε όλοι στο Σάντοουφορτ Μουρ. Ακόμα και οι Κέιν. Η κατάσταση ήταν τόσο τραγική που κανείς δεν σκέφτηκε ότι εκείνοι δεν ήταν της οικογενείας. Χωθήκαμε όλοι μαζί, ταραγμένοι στο κτίριο και ο πατέρας μου έκλεισε την καγκελόπορτα και την κλείδωσε για πρώτη φορά στα τόσα χρόνια που θυμάμαι εγώ. 
Δεν υπήρχε λόγος να την κλειδώνει νωρίτερα, μιας και το σπίτι μας ήταν τόσο τρομαχτικό και σκοτεινό που ούτε θαρραλέοι έφηβοι δεν το πλησίαζαν μετά από μεθυσμένα στοιχήματα, αλλά τώρα, μάλλον υπήρχε. Χωθήκαμε όλοι στη μεγάλη τραπεζαρία και κλείσαμε κι εκείνη την πόρτα. 
"Ρέιβεν, Ντέβερελ, Κάρτερ, εσείς οι τρεις καλό θα ήταν να πάτε κάπου αλλού" είπε ο πατέρας μου. 
"Θα μείνω να πολεμήσω στο πλευρό σας" δήλωσα σταθερά, χωρίς να το πολυσκεφτώ. 
"Κι εγώ" συμφώνησαν με μια φωνή οι άλλοι δύο. Ο πατέρας μου αναστέναξε. 
"Δεν θα πολεμήσουμε. Τουλάχιστον όχι ακόμα. Πρώτα θα ασφαλίσουμε το κτίριο. Βλάντιμιρ, υποθέτω πως θα είστε φιλοξενούμενοί μας για κάποιο διάστημα". 
"Ευχαριστούμε" απάντησε ο Βλάντιμιρ και άπλωσε το χέρι του στον πατέρα μου. 
"Τότε εσείς οι τρεις" συνέχισε ο πατέρας μου "Παίρνετε όπλα και τριγυρνάτε εδώ μέσα και έχετε τα μάτια σας δεκατέσσερα. Δεν έχω καμία πρόθεση να σας δω στο έλεος της Βασίλισσας ή των Λύκων. Θα κάνετε αυτό που σας είπα και δεν δέχομαι κουβέντα. Έγινα κατανοητός;" 
"Αναπόφευκτα κατανοητός" σχολίασα. 
Ο πατέρας μου και ο Κρις σήκωσαν το χαλί που υπήρχε μπροστά από το τζάκι και άνοιξαν μια πόρτα στο πάτωμα. Είχα να τη δω αυτή την πόρτα αιώνες ολόκληρους... Ο μπαμπάς μου δεν την άνοιγε συχνά αυτή την καταπακτή, μόνο όταν τα πράγματα πήγαιναν πραγματικά στραβά. Ανατρίχιασα. Έβγαλαν από μέσα κάθε είδους όπλο. Μαχαίρια, πιστόλια, τόξα και τα σχετικά. Μας πέρασαν από χέρι σε χέρι μερικά μαχαίρια εξαιρετικά κοφτερά και από ένα πιστόλι στον καθένα. Ο Κάρτερ τα πέρασε στη μέσα μεριά του σακακιού του και περίμενε μέχρι εγώ και ο Ντεβ να κάνουμε το ίδιο. 
"Ρέιβεν, Ντεβ, οδηγείστε τον Κάρτερ στο δωμάτιο του τρίτου ορόφου. Ρέιβεν, στην άδεια κρεβατοκάμαρα δίπλα από την δική σου". 
Έγνεψα θετικά, προσπαθώντας να αγνοήσω ένα πονηρό χαμόγελο που είχε σκαλώσει στα χείλη του γαλανομάτη βρικόλακα δίπλα μου και προπορεύτηκα, οδηγώντας και τους τρεις στο δωμάτιο που μου υπέδειξε ο πατέρας μου. 

"Αυτό είναι" σχολίασα ανοίγοντας τη πόρτα. "Αν δεν σε ενοχλούν μερικές αράχνες, θα το βρεις υπέροχο" του είπα σε μια προσπάθεια να ελαφρύνω την ατμόσφαιρα. 
"Μια χαρά είναι" συμφώνησε ο Κάρτερ. "Παιδιά;"
Ο Ντεβ στράφηκε γρήγορα προς το μέρος του. "Ναι;"
"Υπάρχει κάτι που πρέπει να ξέρετε" είπε εκείνος και έπειτα με κοίταξε. "Του είπες για το ποτό της Σκάι;"
Κούνησα αρνητικά το κεφάλι. "Δεν βρήκα κατάλληλη στιγμή" είπα, νιώθοντας έναν κόμπο στο στομάχι. Ο Κάρτερ είχε μάθει κάτι και αν έκρινα από την έκφρασή του, δεν ήταν κάτι καλό. 
"Πριν λίγες μέρες" ξεκίνησε ο Κάρτερ και άρχισε να κόβει βόλτες πάνω κάτω στο δωμάτιο "εγώ και η Ρέιβεν μπήκαμε κρυφά στο δωμάτιο της Σκάι".
"Μάγκα μου, να χαρείς, δεν θέλω να το ακούσω αυτό!" παραπονέθηκε ο Ντεβ και έκανε να φύγει. 
"Σκάσε και άκου, Ντεβ. Δεν είναι αυτό που νομίζεις" του είπα πιάνοντάς τον από το μπράτσο. 
"Ήταν μετά από το τελευταίο συμβούλιο που κάναμε και η Σκάι έμεινε κάπως... υπερβολικά ήρεμη. Μας κίνησε την περιέργεια και έτσι μπήκαμε στα κρυφά στο δωμάτιό της". 
"Έχει κάποιο νόημα όλο αυτό;" ρώτησε πάλι ο Ντεβ. 
"Να πάρει η ευχή, θα σε δείρω!" έκανε ανυπόμονα ο Κάρτερ. "Ποτέ σου δεν είχες υπομονή, Ντέβι. Σταμάτα, είναι σημαντικό". Ο Ντέβερελ κάθισε στο κρεβάτι δίπλα στον Κάρτερ και εγώ έμεινα όρθια. Παραήμουν ταραγμένη για να κάτσω. Δεν ήξερα τί μπορεί να άκουγα από λεπτό σε λεπτό. "Εκεί μέσα, ανακαλύψαμε λοιπόν ένα κουτί μέσα στο οποίο υπήρχε κάποιου είδους ποτό. Πήρα ένα δείγμα, μιας και έχουμε έναν καλό μας φίλο δαίμονα που ασχολείται με κάτι τέτοια, με σκοπό να μου πει τί στο καλό ήταν αυτό το ποτό, γιατί αίμα δεν ήταν σίγουρα. Έμαθα λοιπόν περί τίνος πρόκειται και σκόπευα να το πω πιο νωρίς, αλλά μετά η Βασίλισσα αφηνίασε και κήρυξε πόλεμο οπότε τώρα είναι η αμέσως καλύτερη στιγμή". 
"Θα σου ξεριζώσω τα αυτιά αν δεν καταλήξεις κάπου, το ορκίζομαι" έκανε ο Ντεβ. Ο Κάρτερ πήρε μερικά λεπτά να μας κοιτάζει, με ένα αχνό χαμόγελο στο πρόσωπό του. 
"Κάρτερ; Σοβαρολογεί. Λέγε τι έμαθες" του είπα κι εγώ. ο Κάρτερ μου χαμογέλασε. 
"Είναι ένα φίλτρο. Και όχι ένα οποιοδήποτε φίλτρο... ένα φίλτρο υποταγής. Πιες το και γίνεσαι αμέσως υποχείριο εκείνου που στο έδωσε. Κάνεις ό, τι σου λέει, λες ότι σου υποδεικνύει, γίνεσαι το δεξί του χέρι και πολλές φορές - τις περισσότερες - οι προεκτάσεις αυτού είναι πολύ άσχημες, όπως φαντάζεστε". 
"Τί δουλειά έχει η Σκάι με ένα φίλτρο υποταγής;" αναρωτήθηκα. 
"Ο Μπρένταν" έκανε αμέσως ο Ντεβ. "Ξέρεις, που δεν μιλάει πολύ και διατηρεί συνέχεια ένα χαμηλό προφίλ; Πάω στοίχημα, η Σκάι τον ποτίζει με αυτό το φίλτρο έτσι ώστε να κάνει ό, τι θέλει εκείνη! Αυτό σημαίνει ότι η Σκάι είναι ο προδότης. Σωστά;"
Κι εγώ και ο Κάρτερ γνέψαμε θετικά. 
"Και τί καθόμαστε; Την έχουμε μέσα στο σπίτι μας!"
"Ντεβ, δεν είναι και η καλύτερη ιδέα. Όχι τώρα" έκανε μαλακά ο Κάρτερ. "Εξάλλου καλό θ αήταν να μην δράσουμε μέχρι να είμαστε απόλυτα σίγουροι. Η Βασίλισσα ψάχνει την παραμικρή ευκαιρία να βρει κενά στην άμυνά μας. Αν πετάξουμε τώρα έξω τη Σκάι, ίσως κάνουμε μεγαλύτερο λάθος από το να την αφήσουμε εδώ μέχρι να τελειώσει ο πόλεμος. Μία μάχη τη φορά" σχολίασε ο Κάρτερ. 
"Και; Τί προτείνεις;" ρώτησε ο Ντεβ. 
Ο βρικόλακας  χαμογέλασε. "Ξέρεις, Ντέβι, έχει πλάκα να οργανώνουμε σχέδια. Όπως παλιά, θυμάσαι;"
Τα μάτια του Ντεβ βούρκωσαν ξαφνικά. "Έκανες χοντρές μα-... λάθη στο παρελθόν, Κάρτερ. Θα προτιμούσα να μην το συζητήσουμε αυτό". 
"Και τί; Να σε αφήσω να με κοιτάς για μια αιωνιότητα λες και με μισείς; Ξεχνάς ότι κάποτε ήμασταν σαν αδέρφια, Ντέβι;"
Έκανα διακριτικά να φύγω, όταν το χέρι του Κάρτερ έπιασε το δικό μου και με κράτησε στη θέση μου. 
"Ήμασταν, μέχρι που σκότωσες σχεδόν την κανονική μου αδερφή" σχολίασε και με έδειξε με το χέρι του. 
"Η Ρέιβεν δεν είναι η κανονική σου αδερφή, Ντέβι". 
"Το ξέρω, να πάρει! Αλλά είδα κι εσένα που μου φερόσουν λες και ήμουν αλήθεια ο αδερφός σου! Τί καλύτερο έκανες εσύ; Σκότωνες κόσμο, Κάρτερ και αυτό δεν ξεχνιέται εύκολα". 
"Δεν μπορώ να απολογηθώ αρκετά για αυτά που έχω κάνει" παραδέχτηκε ο Κάρτερ κι εγώ έμεινα να τον κοιτάζω αποσβολωμένη. "Αλλά έχω αλλάξει. Το ορκίζομαι, δεν είμαι ο Κάρτερ που ακολουθούσε εκείνους τους βρικόλακες και σκότωνε κόσμο στα στενάκια το χειμώνα. Το τελευταίο άτομο που άγγιξα, ήταν η Ρέιβεν". 
"Λυπάμαι, αλλά θα χρειαστώ αποδείξεις για να το δεχτώ αυτό" είπε ο Ντεβ και σταύρωσε τα χέρια στο στήθος. "Επειδή η αδερφή μου έχασε τα μυαλά της μαζί σου, δεν σημαίνει ότι θα δεχτώ το γεγονός πως άλλαξες. Κάναμε εγκλήματα στο παρελθόν Κέινι και αυτά με στοιχειώνουν ακόμα. Ακούω ακόμα τις φωνές τους τα βράδια. Συγνώμη λοιπόν αν δεν μπορώ να φάω αμέσως την τρομερή σου αλλαγή". 
Ο Ντεβ έκανε μεταβολή να φύγει, αφήνοντας εμένα και τον Κάρτερ στο δωμάτιο. 
Ο βρικόλακας δίπλα μου χαμογέλασε και έτρεξε στην πόρτα, προλαβαίνοντας τον Ντεβ πριν κατέβει τα σκαλιά. "Δεν ξέρω τι λες εσύ, πάντως να θυμάσαι πως με φώναξες Κέινι! Νόμιζα το είχες ξεχάσει αυτό το παρατσούκλι!" Άφησε να του ξεφύγει ένα γελάκι και έπειτα έκλεισε την πόρτα πριν ακουστούν καθαρά οι βρισιές του αδερφού μου καθώς πήγαινε στο κάτω πάτωμα. 

"Κέινι;" έκανα κοροϊδευτικά καθώς τον βοηθούσα να συμμαζέψει λίγο το δωμάτιο.
"Ο Ντέβερελ θύμωνε απίστευτα που τον φώναζα Ντέβι, γιατί τον έκανε να μοιάζει πέντε χρονών, έτσι έλεγε. Και για να με εκνευρίσει με ονόμασε κι εμένα Κέινι. Και μου έμεινε" δικαιολογήθηκε ο Κάρτερ.
"Είστε απίστευτοι!" έκανα γελώντας. "Πάντως μη σκας. Έτσι είναι ο Ντεβ, αύριο θα έχει ξεχάσει τον καυγά".
"Δεν ξεχνάει αυτά που έκανα. Αυτό με πληγώνει, Ρέιβεν" παραδέχτηκε ο Κάρτερ. "Ο Ντεβ είναι αδερφός μου. Όχι εξ' αίματος, αλλά τον νιώθω αδερφό μου... μου έχει σταθεί άπειρες φορές και τώρα που άλλαξα, δεν θέλει ούτε να με ακούσει".
"Μην δίνεις βάση" του είπα. "Όλα θα πάνε καλά. Πώς μπορώ να βοηθήσω;"
Ο Κάρτερ χαμογέλασε πονηρά, με πλησίασε και με τράβηξε στην αγκαλιά του. Τα χείλη του προσγειώθηκαν στο μάγουλό μου, κατέβηκαν στο λαιμό μου και έπειτα πάλι πάνω στα χείλη μου, καλύπτοντας τη διαδρομή με φιλιά.  
"Νιώθω ήδη καλύτερα" σχολίασε χαμογελαστός. 

Ο πατέρας μου έδωσε λίγο απόθεμα και στους Κέιν, μιας και δεν μπορούσαν να βγουν έξω από το Σάντοουφορτ Μουρ για να τραφούν και μαζί με το μπουκαλάκι που έδωσε στον Κάρτερ, έδωσε και σε μένα ακόμα ένα. "Γιατί;" τον ρώτησα. "Δεν πεινάω". 
"Η Βασίλισσα τα έχει πάρει λίγο μαζί σου. Πρέπει να είσαι όσο το δυνατόν πιο έτοιμη και ισχυρή για όταν ξεσπάσει η μάχη". 
Κοίταξα τον Κάρτερ παίρνοντας το μπουκάλι στα χέρια μου. "Ξέρουμε και οι δύο" είπε "τί είναι πιο ισχυρό από το αίμα στο μπουκαλάκι". 
Τον κοίταξα προσπαθώντας να δω αν αστειεύεται, αλλά ήταν πολύ σοβαρός. Εγώ πάλι, δεν ξέρω αν μπορούσα να τον δαγκώσω και τρίτη φορά. Νομίζω πως το πράγμα είχε αρχίσει να ξεφεύγει λίγο. "Ξέχνα το" του είπα και ανέβηκα προς το δωμάτιό μου. Πριν προλάβει να μπει μέσα γύρισα στη πόρτα. "Θέλω μερικά λεπτά μόνη μου, αν δεν σε πειράζει". 
Ο Κάρτερ χαμογέλασε. "Εντάξει. Αλλά δεν μου τη γλιτώνεις εύκολα, μικρή". Με πλησίασε, έφτασε μερικά χιλιοστά μακριά μου, σε σημείο να νιώθω την ανάσα του στα χείλη μου και έπειτα δάγκωσε τα δικά του, έκανε μεταβολή και χώθηκε στο δωμάτιό του. 

Midnight  {GW15}Όπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα