Κεφάλαιο Τρία

1.1K 111 24
                                    

Ο Βλάντιμιρ απάντησε με διαφορά πέντε λεπτών από τότε που ο μπαμπάς μου έστειλε το μήνυμα. Δεν τον έπαιρνε να κάνει και διαφορετικά, και όπως τον έκοψα, τον έκαιγε μια συνάντηση μαζί μου, διότι συμφώνησε να έρθει με τον γιό του στο Σάντοουφορτ Μουρ χωρίς καμία απολύτως πίεση. Το ραντεβού κανονίστηκε για τα μεσάνυχτα της επομένης και ο Βλάντιμιρ, το μόνο που απαίτησε, ήταν να είναι και οι δύο πλευρές άοπλες. Ήξερε ότι έμπαινε σε χώρο των Μπλακ και επίσης ότι θα μας ήταν πολύ εύκολο να τον ξεκάνουμε και παρόλα αυτά δέχτηκε να έρθει. Κάτι πρέπει να του πήγαινε πολύ στραβά στη ζωή του.

Δεν έκατσα να το σκεφτώ και πολύ. Φόρεσα ό, τι πιο επιβλητικό είχα και μέσα σε λίγα λεπτά έμοιαζα με... πώς το έλεγε ο Ντέβερελ; Α, ναι, με γοτθική Χιονάτη. Το "Χιονάτη" μου έχει κολλήσει σαν παρατσούκλι από την Μεταμόρφωσή μου και μετά. Το δέρμα μου ήταν ανέκαθεν λευκό, αλλά μετά την παρέμβαση του Κάρτερ, παράγινε. Έτσι το μόνο πράγμα που κάνει αντίθεση πάνω μου είναι τα κόκκινα χείλη, που παραμένουν κόκκινα, με εξαίρεση πολύ λίγες περιπτώσεις όπου δεν έχω φάει. Πήγα στην τραπεζαρία, λίγη ώρα πριν το ραντεβού με τους Κέιν και άνοιξα το σεντούκι με το κλειδί που κρεμόταν από τον καρπό μου. Έβγαλα από μέσα ένα μπουκάλι με το ποτό και κλείδωσα. έπειτα κάθισα αναπαυτικά στην καρέκλα του μπαμπά μου και άπλωσα τα πόδια στο παλιό, μαονένιο τραπέζι, αφήνοντας το φόρεμα να σέρνεται δεξιά και αριστερά μου.

Δεν είχα προλάβει να φάω σαν άνθρωπος - τρόπος του λέγειν - όταν άνοιξε η πόρτα και όρμησε μέσα ο Ντέβερελ, και οι γονείς μου. "Τι κάνεις ακόμα εδώ;!" ρώτησε ο μπαμπάς μου. ο τύπος μοιάζει με επιχειρηματία που ζει σε ένα μισογκρεμισμένο κάστρο λίγο έξω από την πόλη και ο μόνος άνθρωπος που ενδυματολογικά ταιριάζει με το μέρος αυτό, είμαι εγώ. Έκρυψα ένα γελάκι. "Οι Κέιν θα είναι εδώ από λεπτό σε λεπτό! Θα πας με τον Ντέβερελ στην αυλή".

Κατέβασα τα πόδια από το τραπέζι και σηκώθηκα με αργές κινήσεις.Η αλήθεια είναι πως πάντα μου άρεσε η ηθοποιία και εύκολα έμπαινα στον ρόλο μου. Και αυτή τη στιγμή ο ρόλος μου ήταν η μελαγχολική αλλά ισχυρή φιγούρα του Σάντοουφορτ Μουρ. Έφτασα την οικογένειά μου στην πόρτα και βγήκα έξω.

"Πού είναι οι άλλοι;" ρώτησα.

"Στα πόστα τους" είπε ο μπαμπάς μου. "Βγες προς τα έξω με τον αδερφό σου και δώσε μου το μπουκάλι".

"Δεν τελείωσα με αυτό" του είπα και απομάκρυνα το χέρι μου. "Δεν θα προσβάλλω τους καλεσμένους μας, μην ανησυχείς. Απλώς πεινάω".

Midnight  {GW15}Όπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα