Κεφάλαιο Δεκατέσσερα

877 83 9
                                    

Ο Ρόλαντ απάντησε πως θα έπαιρνε το μέρος μας, απλώς δεν μπορούσε να βγει από την Έπαυλη, εκτός αν ο λόγος ήταν πολύ σοβαρός. Όταν πέθανε, πέθανε καταραμένος από μια προδομένη φιλενάδα του που τον καταράστηκε να περάσει την αιωνιότητα στην Έπαυλη, εκτός αν παρουσιαζόταν μεγάλη ανάγκη. Η φιλενάδα του, προφανώς δεν είχε προβλέψει τη μουρλή Νεραϊδοβασίλισσα, έτσι ήταν σίγουρη πως ο πρώην λατρεμένος της Ρόλαντ θα περίμενε τη Δευτέρα Παρουσία μέσα στην Έπαυλη. 
Ο Βλάντιμιρ και ο Κάρτερ μας περίμεναν έξω από τα όρια του Σάντοουφορτ Μουρ για να πάμε προς την Έπαυλη, στην οποία θα γινόταν το Συμβούλιο, μιας και ο Ρόλαντ δεν μπορούσε να βγει έξω. 
Είχα διαλέξει και πάλι παντελόνι, μιας και ποτέ δεν ξέρεις με τους λύκους και τις αγαπημένες μου αρβύλες και νόμιζα ότι είχε πετύχει το στυλ μου, μέχρι που είδα τον Κάρτερ. Εκείνος είχε διαλέξει ένα μαύρο κοστούμι που φώτιζε απίθανα τα μάτια και το δέρμα του και έμοιαζε έτοιμος να παραλάβει το βραβείο του πιο καλοντυμένου της χρονιάς. Δεν έμοιαζε όμως έτοιμος για μάχη, σε περίπτωση που η Νεράιδα και οι Λύκοι έρχονταν με άγριες διαθέσεις. Γνωρίζοντας και τους δύο, θα έλεγα πως έρχονταν με άγριες διαθέσεις. Η Σκάι μειδίασε όταν είδε τους Κέιν και έκανα απροκάλυπτα μια χειρονομία τύπου "θα κάνω εμετό" χωρίς να με ενδιαφέρει αν θα με έβλεπε. 
Ο πατέρας μου έγνεψε στον Βλάντιμιρ και ξεκινήσαμε. Οι οικογένειές μας χάθηκαν από τα μάτια μας στο σκοτεινό δάσος, μιας και είχαν ήδη ξεκινήσει το τρέξιμο. Ο Κάρτερ ήρθε και στάθηκε δίπλα μου, ισιώνοντας το κοστούμι του. 
"Πώς θα ριχτείς στη μάχη με το καλό κοστούμι;" τον ρώτησα. 
Εκείνος με κοίταξε, χαμογέλασε και είπε: "Με στυλ". 
Άρχισα να τρέχω δίπλα του, προσπαθώντας να τον κερδίσω, αλλά ήταν πολύ γρήγορος. Πετούσε σχεδόν πάνω από τα δέντρα που είχαν πέσει, απέφευγε κορμούς με επιδέξιες κινήσεις και τα πόδια του δεν άγγιζαν σχεδόν το έδαφος. Όταν γύρισε να μου ρίξει μια ματιά, πρόσεξα πως θα του ταίριαζε να είχε δύο τεράστια μαύρα - ακόμα και λευκά - φτερά να βγαίνουν από την πλάτη του, το παρουσιαστικό του θα μπορούσε εύκολα να παραπέμψει σε άγγελο. Βέβαια μετά μου χαμογέλασε και πρόσεξα τους ελαφρώς προεξέχοντες κυνόδοντες, οπότε η αγγελική του, μεγαλόπρεπη εικόνα με τα φτερά διαλύθηκε μονομιάς. 
Φτάσαμε δίπλα στους άλλους που μας περίμεναν έξω από την Έπαυλη του Ρόλαντ. 
Ήταν ένα βικτωριανής εποχής τεράστιο οίκημα, που ο μόνος λόγο που κρατιόταν ακόμα όρθιο ήταν τα χιλιάδες ξόρκια που έριχνε κατά καιρούς ο Ρόλαντ για να μην του πέσει κανένα τούβλο στο άυλο κεφάλι του. Η Έπαυλη έμοιαζε κάπως με το Σάντοουφορτ Μουρ, αλλά ήταν μικρότερη σε έκταση. Ήταν ακριβώς αυτό που κάποιος θνητός θα ονόμαζε "στοιχειωμένο σπίτι". Είχα ακούσει πολλούς θνητούς να περιγράφουν κάποια σπίτια που θεωρούσαν στοιχειωμένα και μερικές από τις περιπτώσεις που ανέφεραν, της ήξερα. Μόνο που τα σπίτια εκεί δεν ήταν στοιχειωμένα. 
Γενικά οι θνητοί, δεν ήξεραν τι πάει να πει ο όρος στοιχειωμένο σπίτι. Δεν είχαν μπει ποτέ σε πραγματικά ένα τέτοιο. Το περισσότερο που είχε βιώσει κάποιος από αυτή την άποψη, ήταν κανένα ταραχώδες Poltergeist, που διασκέδαζε με το να μετακινεί πράγματα στο σπίτι και να χτυπάει το βράδυ τις κατσαρόλες. Είχαμε κι εμείς ένα τέτοιο, στο υπόγειο του Σάντοουφορτ Μουρ, αλλά ήταν κάπως μοναχικό και δεν πολυγούσταρε κόσμο. Τον είχα ονομάσει Κάσπερ και καμιά φορά που βαριόταν και ήθελε παρέα, ερχόταν στο δωμάτιό μου, πέταγε τίποτα από τον έναν τοίχο στον άλλον και με έκανε να καταλάβω πως ήθελε να πάω στο υπόγειο. Καλός είναι ο Κάσπερ, μόνο λιγουλάκι οξύθυμος. 
Έναν Κάσπερ ήταν το πιο πιθανό ότι είχαν δει οι θνητοί. Σε ένα πραγματικά στοιχειωμένο σπίτι, με τα κακά πνεύματα να κόβουν βόλτες στους διαδρόμους, με θρησκευτικές τελετές στα υπόγεια που τελούνται από φαντάσματα και δαίμονες, με οντότητες που έχουν τη δύναμη να σκοτώσουν και έναν βρικόλακα, που τυπικά είναι ανίκητος, ένας θνητός δεν θα επιβίωνε ούτε ένα λεπτό. 
Κάπως έτσι - το ελαφρό στυλ - ήταν το σπίτι του Ρόλαντ. Ο πατέρας μου ανέβηκε τα σκαλάκια που οδηγούσαν προς την πόρτα της εισόδου και πριν χτυπήσει, η πόρτα άνοιξε και ένα απόλυτα συμπαγές φάντασμα άνοιξε την πόρτα. 
'Έντουαρντ" φώναξε ο Ρόλαντ και τράβηξε τον πατέρα μου στην αγκαλιά του. "Ω, παλιόφιλε, πόσα χρόνια έχω να σε δω; Τί κάνεις; Πώς είσαι; Τα βρήκες σκούρα; Μην ανησυχείς, ο Ρόλαντ ο Μέγας είναι εδώ! Περάστε μέσα, κανένας από τους καλεσμένους μου δεν δαγκώνει. Νομίζω". 
Ο Ρόλαντ μας χαιρέτησε έναν - έναν ξεχωριστά και όταν έφτασε η σειρά μου, εξεπλάγην με την αντίδρασή του. "Ρέιβεν; Εσύ; Πώς ομόρφυνες έτσι; Καλά, πάντα ήσουν όμορφη, και εδώ που τα λέμε, εδώ και μερικούς αιώνες παραμένεις έτσι, οπότε μάλλον φταίει το ότι έχω καιρό να σε δω. Πόσο κρίμα να μην είμαι ζωντανός, θα σε ζητούσα από τον πατέρα σου! Εσύ πώς είσαι; Άκουσα πως κι εσύ δημιούργησες προβληματάκια, είναι αλήθεια;"
Τον κοίταξα χαμογελαστή. Ο παλιός, καλός Ρόλαντ, ένας χείμαρρος λέξεων, αλλά με καθάρια ψυχή. "Κι εγώ χαίρομαι που σε βλέπω, Ρόλαντ" του είπα. Εκείνος με έπιασε από τον ώμο, κλοτσώντας την πόρτα πίσω του και μας οδήγησε στο ισόγειο σε μια τεράστια τραπεζαρία. Εδώ το τραπέζι ήταν στρογγυλό με πολλές καρέκλες και στο κέντρο μια πιατέλα με ένα γουρουνόπουλο. Όταν ο Κρις έκανε να αρπάξει ένα μπούτι, το γουρουνόπουλο εξαφανίστηκε. 
"Ρόλαντ!" παραπονέθηκε ο Κρις. 
"Τί κάνεις έτσι, αφού έτσι κι αλλιώς δεν τρως!" του είπε ο Ρόλαντ και κάθισε σε μια καρέκλα, σέρνοντάς με πίσω του. "Ψευδαίσθηση ήταν, ταίριαζε με το τραπέζι και το άφησα εκεί. Λοιπόν, να σας φέρω κάτι;"
"Ρόλαντ, δεν ήρθαμε για διασκέδαση" είπε ο πατέρας μου. 
Ο Ρόλαντ γούρλωσε τα μάτια και τον κοίταξε. "και λοιπόν; Δεν μπορώ να περιποιηθώ τους καλεσμένους μου;"
Ο πατέρας μου δεν μίλησε, αλλά ο Ρόλαντ σώπασε. Με άφησε και βολεύτηκε στην καρέκλα του, βγάζοντας από την τσέπη του παλιομοδίτικου κοστουμιού του ένα παλιό ρολόι. 
"Λοιπόν, για πείτε μου τι έχει γίνει ακριβώς, γιατί έχω μπερδευτεί. Και οι υπόλοιποι του τάγματός μου, για να λέμε την αλήθεια. Ειδικά τη συμμαχία Μπλακ - Κέιν δεν την περίμενε κανένας μας, είσαι κάπως σαν κακόγουστο αστείο". 
"Μέσες άκρες" ξεκίνησε ο πατέρας μου "συμβαίνουν μερικά πραγματάκια στην οικογένεια Μπλακ, τα οποία δεν είναι της παρούσης που μας έφεραν στο σημείο να προχωρήσουμε στη συμφωνία. Το μεγαλύτερο θέμα μας είναι η Βασίλισσα". 
"Αχ, αυτή η χωριάτισσα" έκανε ο Ρόλαντ. "Να μου το θυμηθείτε, αυτή θα το φάει το κεφάλι της. Τι έκανε;"
"Άρχισε ξαφνικά να ζητάει δικαιώματα. Το κακό είναι ότι πήρε με το μέρος της τους λυκανθρώπους και τώρα οι μόνοι μας σύμμαχοι είστε εσείς". 
"Για να καταλάβω" έκανε ο Ρόλαντ "Θα γίνει μάχη;"
"Αν δεν συμφωνήσουμε..." έκανε ο Ντεβ. 
"Ας μην γελιόμαστε" πετάχτηκα εγώ. "Σίγουρα θα γίνει μάχη, ακόμα και να συμφωνήσουμε, η Βασίλισσα θα μας την έχει στημένη". 
"Συμφωνώ" πετάχτηκε ο Κάρτερ. "Εξάλλου δεν μας την έχει φέρει και λίγες φορές" πρόσθεσε, ρίχνοντας ένα βλέμμα στον αδερφό μου, που κούνησε το κεφάλι καταφατικά, σκεπτικός. Σημείωσα στο μυαλό μου να ρωτήσω επιτέλους τί είχε γίνει όταν ο Κάρτερ και ο Ντεβ είχαν ξαναβρεθεί στη Χώρα. 
Ο Ρόλαντ παρακολουθούσε σιωπηλός μέχρι που σε κάποιο σημείο ξέσπασε. "Όλα τα φαντάσματα, πνεύματα κάθε είδους είναι με το μέρος σας. Ομολογώ πως δεν μίλησα με τα Μαύρα Φαντάσματα, αλλά δεν νομίζω να με άφηναν να τελειώσω την πρότασή μου. Οι υπόλοιποι τα έχουν πάρει, γιατί η Βασίλισσα άρχισε τώρα εκτός από ξωτικά να υποδουλώνει και φαντάσματα. Μεγάλη ιστορία". Τα Μαύρα Φαντάσματα, εκείνα τα διαολεμένα πνεύματα που έμεναν στα πραγματικά στοιχειωμένα σπίτια. "Όλοι οι άλλοι" συνέχισε ο Ρόλαντ "τα Poltergeist, τα εκτοπλάσματα, τα κατώτερα, τα ανώτερα φαντάσματα σαν και του λόγου μου, δήλωσαν πως είναι στο πλευρό των Μπλακ. Και των Κέιν, στην προκειμένη. Αν πολεμήσουν στο πλευρό σας, Έντι". 

Midnight  {GW15}Όπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα