Κεφάλαιο Επτά

926 87 18
                                    

Ο Ντεβ όρμησε στο δωμάτιό μου την επομένη κρατώντας ένα κομμάτι χαρτί. "Η Σκάι το παρατράβηξε". 
"Τι έκανε πάλι;" ρώτησα.
Εκείνος μου άπλωσε το κιτρινισμένο χαρτί και κάθισε δίπλα μου στο κρεβάτι. Διάβασα βιαστικά αυτά που έλεγε και γούρλωσα τα μάτια όταν κατάλαβα ότι το γράμμα αυτό προοριζόταν για τον Κάρτερ και όχι για εμένα. Το χαρτί μεταξύ άλλων, έγραφε: Η μικρή Ρέιβεν είναι ένα εμπόδιο στο να μπορέσουν οι οικογένειές μας να κυβερνήσουν αρμονικά, μαζί. Στέλνω το γράμμα σε σένα, Κάρτερ Κέιν, γιατί είσαι ο μοναδικός που μπορεί να βγάλει τη Ρέιβεν από τη μέση, με μια μικρή θυσία, όπως πάντα, αλλά είσαι ο μόνος που μπορεί. Ξεφορτώσου την, δεν κάνει καλό σε κανέναν. Μάθε να ξεχωρίζεις τους συμμάχους σου και πέταξε μακριά σκουπίδια σαν την Χιονάτη των Μπλακ. Ξέρω ότι θα πράξεις το σωστό. Θα με έχεις σύμμαχο αν το κάνεις. Αν όχι, θα γίνω ο νούμερο ένα εχθρός σου. Σκάι Μπ. Κοίταξα τον Ντέβερελ. 
"Πού στα κομμάτια το βρήκες αυτό;" 
"Μου το έφερε ο Κάρτερ πριν λίγο, όσο ξεκουραζόσουν. Του το έδωσε η Σκάι προσωπικά χθες μετά τον αγώνα. Έφυγε όσο όλοι ήμασταν εδώ μαζί σου". 
"Και ο Κάρτερ το έφερε σε εμάς;" ρώτησα χωρίς να μπορώ να το χωνέψω. 
"Ναι κι εγώ εξεπλάγην" σχολίασε ο Ντεβ παίρνοντας αγκαλιά του την Τζινξ. "Αλλά το έκανε". 
"Ντεβ;"
"Ναι, Χιονάτη;"
"Δεν μου έχεις μιλήσει ποτέ για την περίοδο που εσύ και ο Κάρτερ... εννοώ... τότε που εσείς..."
"Τότε που ήμασταν φίλοι;" ρώτησε για να με βγάλει από τη δύσκολη θέση. Έγνεψα θετικά. "Ρέιβεν, δεν έχω και πολλά να σου πω. Ομολογώ πως δεν θέλω να σκέφτομαι αυτή την εποχή, με κάνει να πονάω και να θρηνώ για τον φίλο που έχασα... Ήταν όμως ταυτόχρονα και από τις καλύτερες εποχές της ζωής μου. Ο Κάρτερ ήταν σαν αδερφός μου και καλύτερος ακόμα, με ήξερε καλύτερα από τον καθένα, η οικογένειά μου δεν μπορούσε να με αντέξει πάντα, ο Κάρτερ όμως ήταν πάντα εκεί όποτε του το ζητούσα, πάντα έτοιμος να πεθάνει για μένα. Ήταν ο καλύτερος φίλος που θα μπορούσα να ζητήσω, που θα μπορούσα να έχω και αν βρίσκομαι εδώ σήμερα είναι εξαιτίας του". 
Τον κοίταξα ερωτηματικά και μιας και η ατμόσφαιρα είχε γίνει επικίνδυνα μελαγχολική, αποφάσισα να κάνω κανένα αστείο να σπάσω τον πάγο. "Δυσκολεύομαι να πιστέψω ότι ο Κάρτερ ήταν όλα αυτά που προανέφερες". 
"Κι όμως. Ο Κάρτερ δεν έχει κακιά ψυχή, Ρέιβεν". 
"Θες να σου θυμίσω ότι είμαι παγωμένη στο χρόνο εξαιτίας του;"
"Λάθη κάνουν όλοι. Το λάθος το δικό του είναι πολύ βαρύ, ναι το ομολογώ, αλλά τον ξέρω καλύτερα από σένα. Η ψυχή του δεν είναι μαύρη. Στην πραγματικότητα, είναι λευκότερη από όσο νομίζεις. Ο Κάρτερ δεν ήταν ποτέ γεννημένος δολοφόνος, τον ανάγκασε όμως η ζωή να γίνει, για να επιβιώσει". 
"Δεν θέλω να εμπλακώ σε τέτοια κουβέντα, Ντεβ. Δεν είμαι ακόμα σε φάση να μπορώ να δω τα καλά μέσα στον Κάρτερ και για να είμαι ειλικρινής, δεν νομίζω και να βρεθώ ποτέ σε αυτή τη φάση". 
Ο Ντεβ μου χάιδεψε τα μαλλιά και σηκώθηκε. "Πάω κάτω. Θα έρθεις;"
"Μπα, θα περάσω από τη βιβλιοθήκη" σχολίασα. "Δεν έχω όρεξη να πέσω πάνω στη Σκάι". 


Μέσα στη βιβλιοθήκη έκανε κρύο, αλλά το ήδη παγωμένο δέρμα μου δεν είχε κανένα πρόβλημα. Οι μελανιές από την μπότα της Σκάι είχαν ξεθωριάσει και ο πόνος είχε εξαφανιστεί. Οι δικές μου μπότες πάλι, απλωμένες πάνω στο μακρύ δρύινο τραπέζι της βιβλιοθήκης του Σάντοουφορτ Μουρ έκαναν αντίθεση με το καφέ ξύλο και μου έκρυβαν ένα κομμάτι του παραθύρου απέναντί μου. Το βιβλίο στο οποίο ήμουν χωμένη, έκρυβε και το υπόλοιπο παράθυρο, έτσι όταν ο Κάρτερ Κέιν εμφανίστηκε πίσω από το τζάμι, χρειάστηκε να χτυπάει τη γυάλινη επιφάνεια με τα δάχτυλά του επί πέντε λεπτά για να τον ακούσω. Πήγα και άνοιξα το παράθυρο. 
"Σα πολύ συχνά δεν σε βλέπουμε τώρα τελευταία;"
"Φροντίζω να μην σου λείψω" σχολίασε και έκανε να αρπάξει μια τούφα από τα μαλλιά μου. Τίναξα το χέρι του μακριά. 
"Τι θες;"
"Ήρθα να δω αν ο Ντέβι σου έδωσε το γράμμα της Σκάι". 
"Μου το έδωσε". 
"Και ήρθα να δω αν είσαι καλύτερα". 
Τον κοίταξα με περιέργεια. "Λέγε, τί χάρη θέλεις; Για να με καλοπιάνεις έτσι, κάτι θες να ζητήσεις". 
Ο Κάρτερ χαμογέλασε και κάθισε στο περβάζι σαν να μην τρέχει τίποτα. "Ξέρεις, είναι γνωστό ότι δεν είστε αληθινά αδέρφια με τον Ντέβι, αλλά αυτό που είπες ακούστηκε σαν κάτι που θα έλεγε εκείνος". 
"Αποφεύγεις την ερώτηση". 
"Ξεκόλλα, πιτσιρίκα, δεν θέλω τίποτα. Ήρθα απλώς να δω αν ξεθώριασαν οι μελανιές από τον αγώνα. Ξέρεις θα βοηθούσε αν έβγαζες το μπλουζάκι σου". 
"Είναι απίστευτη η ικανότητα που έχεις να γίνεσαι ηλίθιος". 
"Σταμάτα να μου μιλάς τότε, αφού με θεωρείς ηλίθιο" σχολίασε και ένα στραβό, πονηρό χαμόγελο ζωγραφίστηκε στο πρόσωπό του. 
"Με προκαλείς" είπα. 
"Πίστεψέ με, αν με άφηνες, είχα πολλά περισσότερα να πω για να σε προκαλέσω, αλλά φοβάμαι τις αντιδράσεις σου. Όσο όμορφη είσαι, είσαι και απρόβλεπτη". 
"Γι' αυτό λοιπόν, μη μου πας κόντρα και πάψε να λες ανοησίες". 
"Με πληγώνεις που σκέφτεσαι έτσι για μένα... κι εγώ ήρθα για να δω αν είσαι καλά..."
"Κόψε το δούλεμα και μην κάνεις βήμα πιο μέσα, αν δεν θες να καίγεσαι στις φωτιές της Κόλασης για μια αιωνιότητα". 
"Ώστε για την Κόλαση με προορίζεις, γλυκιά μου;"
Τον κοίταξα όσο πιο σταθερά μπορούσα, μαχόμενη με την παρόρμηση να του βγάλω τη γλώσσα σαν πεντάχρονο. "Ευελπιστούσες να έχεις καλύτερη μοίρα;" ρώτησα ειρωνικά. 
Άπλωσε το χέρι του και το έβαλε στον αυχένα μου, τραβώντας με κοντά του, σε σημείο που τον κοίταζα αλλήθωρα. 
"Όλοι στην Κόλαση θα καιγόμαστε, μωρό μου, είμαστε βρικόλακες, τα παιδιά της Νύχτας. Σε διπλανά καζάνια θα βράζουμε και οι δυο μας μέχρι τη Δευτέρα Παρουσία". Και με αυτά τα λόγια πίεσε τα χείλη του στα δικά μου απλά για να με εκνευρίσει ακόμα περισσότερο. Ένιωσα τα δόντια του στο δέρμα μου, καθώς με δάγκωσε απαλά και έπειτα απομακρύνθηκε σβέλτα και πήδηξε πάλι από το παράθυρο. 

Midnight  {GW15}Όπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα