Κεφάλαιο 26

71 8 6
                                    

Ιούλιος 2014, Σφακιά Κρήτης
Είκοσι μέρες μετά...

Το απαλό αεράκι διασχίζει τα βουνά της περιοχής των Σφακιών, περνώντας μέσα από τα βαθυγάλανα νερά του Λιβυκού πελάγους και φτάνοντας μέχρι τα αρχικά σημεία τη θαλάσσης αφήνοντας μικρούς λευκούς αφρούς στις ακτές του.

Ακόμα δεν μπορεί να ξεχάσει εκείνο το απογευματόβραδο που άνοιξαν οι πόρτες του αεροδρομίου και εκείνη κοίταξε ψηλά τον σκοτεινό ουρανό. Ανέπνευσε για πρώτη φορά μετά από μήνες. Αισθάνθηκε ελεύθερη. Τι και αν του είχε υποσχεθεί ότι θα ανεβαίνει να τον βλέπει στην Αθήνα, τι και αν είχε τρομάξει. Μακριά του ένιωθε πως μπορεί να καταφέρει τα πάντα.

Είναι περίπου δύο το μεσημέρι, όταν η Διονυσία, παρέα με την Άννα, την Σωτηρία, την Μυρσίνη και την Δέσποινα έχουν πάει στην παραλία της περιοχής Λουτρό για να ξανοιχτούν με το σκαφάκι και να απολαύσουν τον ζεστό καλοκαιρινό ήλιο. Τα πρόσωπα τους λάμπουν από χαρά, γιατί αυτήν την στιγμή είναι ελεύθερες από υποχρεώσεις, δουλειές, ευθύνες, ακόμα και από τους άνδρες.

Και η θάλασσα, καταγάλανη με ελάχιστο κύμα, ήρεμη από αγέρες να σηκώνει ψηλά το σκαφάκι τους οδηγώντας τους σε πιο βαθιά σημεία της. Μέχρι που ένα τηλέφωνο, χτυπά.

«Καλά ρε θηρίο πως έπιασες σήμα, επαέ πέρα;» Ρωτά η Άννα.

Η Δέσποινα γελάει.

«Άμα θέλει ο Χρήστος να με βρει και στο πιο βαθύ σημείο θα πιάσει σήμα» Λέει εκείνη πατώντας αποδοχή στην κλήση. «Έλα αγάπη μου»

Αγάπη μου, πόσο καιρό έχει να πει αυτήν την λέξη και να την εννοεί; Αναρωτιέται η Διονυσία. Ευτυχώς αυτές τις είκοσι μέρες ο Ιωάννης έχει περιοριστεί μόνο στα μηνύματα, τα οποία εκείνη δεν πολύ-απαντά χρησιμοποιώντας την δικαιολογία του ελέγχου από τους γονείς της.

«Ναι μωρό μου, αν το θέλει ο μπαμπάς σου θα έρθω εκιά για βραδινό μεθαύριο» Λέει και η Σωτηρία με την Μυρσίνη ξινίζουν. Δεν συμπαθούν καθόλου τον Εμμανουήλ Χιωτάκη και ας είναι το αφεντικό τους.

«Καλά καρδιά μου, τα λέμε μετά» Του απαντά.

«Δέσποινα, μου φαίνεσαι πολύ ερωτευμένη, όι;» Ρωτά η Μυρσίνη ανεβάζοντας τα γυαλιά ηλίου πάνω στο κεφάλι της.

«Είμαι. Παιδιά νομίζω πως στο πρόσωπο του βρήκα... το λιμάνι μου» Λέει ξαπλώνοντας πίσω στο σκαφάκι και τεντώνοντας το μελαμψό κορμί της.

Δύσβατος γυρισμóς 3 (Β3)Where stories live. Discover now