«Υπάρχει λόγος;»

Oleh mvxseries

11.1K 624 92

Για όλα υπάρχει μία αιτία. Όλα λένε για κάποιο λόγο γίνονται. Υπάρχουν όμως πολλές αδικίες. Πολλά προβλήματα... Lebih Banyak

«Λίγο πριν την καταστροφή.»
«Ο φόνος;»
«Άγνωστος αριθμός..;»
«Οι σκέψεις..»
«Μάριος.»
«Καληνύχτα μωρό μου..»
«Μακάρι να μπορούσα..»
«Θα είμαι δίπλα σου...»
«Το πλασματάκι μας.»
«Το όνειρο..»
«Είμαι εδώ..»
«Η μικρή μου..»
«Το κλάμα..»
«Μην με αφήσεις..»
«Το φως μέσα στο σκοτάδι..»
«Το μετά..»
«Μαργαριταρένια μου.»
«Τελευταίες στιγμές..»
«Αντοχή ή ανοχή;»
«Στο δρόμο της δικαιοσύνης..»
«Η ελευθερία..»
«Η αρχή της ζωής..»
«Αντίστροφη μέτρηση..»
«Η συγχώρεση;»
«Αγαπάω, σημαίνει αποδέχομαι.»
«Η συνέχεια..»
«Peanut.»
«Η μεγάλη μέρα(4).»
«Δυο χείλη κατακόκκινα..»
«Το απρόβλεπτο.»
«Γιορτάζει ο έρωτας..»
«Μου 'χεις τάξει μια εκδρομή.»
«Ερωτευόμαστε στην πόλη του έρωτα;»
«Οι πρώτες ώρες στην πόλη.»
«Το πιο όμορφο κομμάτι..»
«Τελειωμένη υπόθεση;»
«Δυο γραμμές..»
«Πως μπορώ να αποβάλω μόνη μου;»
«Υπάρχει επιστροφή;»
«Το κενό.»
«Τι θα κάνουμε;»
«Συνέχεια στα όρια..»
«Είσαι το τέλος και η αρχή..»

«Η αλήθεια..»

243 16 0
Oleh mvxseries

Α-σουυσσς..ησύχασε αγάπη μου..εδώ είμαι..,
είπε και άρχισε να την χαϊδεύει στο σωματάκι της απαλά και χαμογέλασε.
Ήταν αρκετά ανήσυχη και έτσι το χέρι της δεν έφυγε από κοντά της σαν να είχε μια διαίσθηση,
πως κάτι θα συνέβαινε.
Την άφησε για λίγο όταν ηρέμησε και χάζευε την νυχτερινή Αίγινα.
Ήταν πραγματικά πανέμορφα.
Είχε χαθεί εκεί, είχε απορροφηθεί για λίγο στις σκέψεις της όμως προσγειώθηκε απότομα όταν η μικρούλα έκανε ένα θόρυβο μέσα
στον ύπνο της γιατί προσπαθούσε να βολευτεί και δεν μπορούσε.
Πήγε κοντά της και την χάιδεψε λίγο στο κεφαλάκι της για να την ηρεμήσει.

Α-εδώ είναι η μαμά μωρό μου..μην ανησυχείς..

Είπε και την σκέπασε λίγο περισσότερο
με την κουβερτούλα που είχε για εκείνη στο σωματάκι της ώστε να μην κρυώσει.
Εκείνη την στιγμή χτύπησε η πόρτα ελαφρά.
Η Άννα βεβαιώθηκε πως η μικρή ακόμα κοιμόταν και πήγε να ανοίξει.
Είχε και έτοιμη την απάντηση σε οποιαδήποτε ερώτηση θα της έκαναν.
Όμως έκανε λάθος γιατί δεν ήταν κάποιος
από το προσωπικό του ξενοδοχείου.
Ήταν ένας άνδρας και στεκόταν πλάτη.
Κάτι επάνω του, της φαινόταν οικείο αλλά δεν μπορούσε να καταλάβει τι.

Α-έχετε κάνει λάθος δωμάτιο.

Μέχρι που γύρισε ο άνδρας και
την κοίταξε κατά πρόσωπο.
Όταν τον είδε ανέπνεε με δυσκολία.

Α-πες..μου..ότι..δεν..ονειρεύομαι..
Δ-εδώ είμαι αγάπη μου..Μπροστά σου.
Α-αποκλείεται..

Είπε και σκούπισε τα δάκρυα της ενώ πήγε
να κλείσει την πόρτα απότομα πίσω της.
Μέχρι που ο Δημήτρης μπήκε μέσα στο δωμάτιο.
Η Άννα άνοιξε την μπαλκονόπορτα για να βγει να πάρει αέρα και εκείνος την ακολούθησε κλείνοντας την πίσω του.

Α-εσύ..δεν είσαι νεκρός..;
Δ-από ότι βλέπεις..όχι..δεν είμαι..
Α-και γιατί όλο αυτό..;..εξήγησε μου..

Δεν μπορούσε να αρθρώσει λέξη.
Δεν ήξερε τι να της πει.
Η καρδιά της είχε σπάσει οριστικά.
Ακόμα και το τελευταίο κομματάκι που είχε ομορφύνει η μικρούλα της,
τώρα δεν υπήρχε πια.

Α-ΓΙΑΤΙ..ΜΟΥ ΚΑΤΕΣΤΡΕΨΕΣ ΤΗΝ ΖΩΗ..;..ΓΙΑΤΙ..;.., ήθελε να ξεσπάσει και έτσι ανέβηκε ο τόνος της φωνής της, έπρεπε να του τα πει. Να φύγει αυτό το βάρος από μέσα της.

Α-ΤΟ ΗΞΕΡΕΣ..;..ΟΤΙ ΗΜΟΥΝ ΕΓΚΥΟΣ ΣΤΗΝ ΚΟΡΗ ΜΑΣ..ΟΤΑΝ ΜΠΗΚΑ ΜΕΣΑ ΣΤΗΝ ΦΥΛΑΚΗ ΤΟ ΗΞΕΡΕΣ..;
δεν της απάντησε ενώ δεν είχε κουράγιο και η ίδια της να του φωνάξει άλλο.
Ένιωθε πως βάδιζε σε ένα τεντωμένο σκοινί και ήταν έτοιμη ανά πάσα στιγμή να χαθεί στο κενό που υπήρχε από κάτω της.

Α-το ήξερες..;
Δ-μόλις..το είχα μάθει..

Δεν είχαν χάσει βλεμματική επαφή.
Οι ανάσες τους βαριές, ασήκωτες.
Είχε χάσει πια κάθε γέφυρα επικοινωνίας μαζί του. Αυτό αισθανόταν.

Α-και γιατί με άφησες να σε εμπιστευτώ τότε..;..γιατί..;.., η φωνή της έσπασε ενώ εκείνος δεν μπορούσε να την αντικρίσει και χαμήλωσε το βλέμμα του.
Δεν άντεχε να την βλέπει έτσι.

Α-Γιατί..;.., τα μάτια της ήταν καταπέλτης που έκαιγαν βαθιά μέσα στην ψυχή του.
Ήθελε να ξεσπάσει και επιτέλους το έκανε.

Α-ΓΙΑΤΙ ΜΕ ΑΦΗΣΕΣ ΝΑ ΣΕ ΠΙΣΤΕΨΩ..;..ΓΙΑΤΙ..;..ΓΙΑΤΙ..;..,
του φώναζε και τον χτυπούσε με τα χέρια της στην προσπάθεια της να τον απομακρύνει από κοντά της ενώ τα δάκρυα συνέχισαν να κυλούν στο πρόσωπο της και να ματώνουν την ψυχή της.

Α-ΓΙΑΤΙ..;..ΓΙΑΤΙ..;..Γιατί..;..,
δεν είχε πια άλλη δύναμη να τον αντικρούσει.
Έπεσαν όλες οι άμυνες της και καθώς ήρθε κοντά της έφερε το κεφάλι της στο στήθος του.
Συνέχισε να αναρωτιέται το γιατί συνέβησαν όλα αυτά.
Δεν έπαιρνε απάντηση μη μπορώντας να σταματήσει να κλαίει όπως και εκείνος.
Αισθανόταν πως πήρε ζωή όταν την ένιωσε ξανά.
Το είχε ανάγκη.
Όμως ένιωθε πάρα πολλές τύψεις που τον έπνιγαν.
Όταν άνοιξε τα μάτια του άκουσε τον τρόπο με τον οποίο προσπαθούσε να το διαχειριστεί όλο αυτό που συνέβαινε.
Της έδωσε χρόνο και ύστερα την ακούμπησε μετά από τόση ώρα όσο πιο απαλά μπορούσε.
Έφερε τα χέρια του στους ώμους της κοντά ώστε να μπορέσει να την απομακρύνει για να την κοιτάξει στα μάτια αλλά προέβαλε αντίσταση.
Ήθελε εκείνη να εξαφανιστεί και αυτό προσπαθούσε.
Μέχρι που κατάφερε μετά από αρκετή ώρα να την φέρει στο οπτικό του πεδίο ώστε να κοιταχτούν κατά πρόσωπο.
Της όφειλε τουλάχιστον μία εξήγηση.
Όποια και να ήταν αυτή.
Βαριανάσαινε και ύστερα τα χέρια του πήραν τη θέση τους δεξιά και αριστερά του προσώπου της χαϊδεύοντας την απαλά.
Δεν μπορούσε να την βλέπει έτσι γνωρίζοντας πως εκείνος την διέλυσε.
Έκλεισε συνειδητά τα μάτια της.
Δεν άντεχε να τον κοιτάζει ενώ τα χέρια του δεν είχαν φύγει από πάνω της.

Δ-δεν μπορούσα να σου πω την αλήθεια..Φοβόμουνα μην σε χάσω..ναι..δεν στο 'πα..,
οι ανάσες του ήταν κοφτές.
Με δυσκολία μπορούσε να της μιλήσει αλλά έπρεπε. Το ήθελε.
Τα μάτια της κατάφεραν να τον κοιτάξουν ξανά.
Τα δάκρυα δεν σταμάτησαν να κυλούν στιγμή από το πρόσωπο της.
Ένιωθε πως την πρόδωσε.

Δ-συγνώμη..

Ήταν και οι δυο διαλυμένοι αλλά παρόλο που τους κατέστρεφε αυτή η επαφή, την αναζητούσαν.
Το ήθελαν έστω και έτσι να νιώσουν ο ένας τον άλλον.
Τα μάτια του ενός ήταν καρφωμένα στον άλλον.

Δ-δεν μπορούσα..δεν άντεχα να σε χάσω..ούτε τώρα αντέχω.., η Άννα έγνεψε αρνητικά με το κεφάλι της και αφού απομάκρυνε τα χέρια του από το πρόσωπο της, χώθηκε στην αγκαλιά του.
Το είχε τεράστια ανάγκη.
Με τα χέρια του την έσφιξε κοντά του όσο περισσότερο μπορούσε ενώ δεν είχε σταματήσει να κλαίει στιγμή.
Της ήταν αδύνατον να το κάνει.
Προσπαθούσε να την ηρεμήσει.
Να την βοηθήσει να νιώσει ασφάλεια όπως ένιωθε πάντα στο καταφύγιο της που ήταν τα δυο του χέρια.

Δ-θέλω να σε πάρω αγκαλιά και να μην σε αφήσω ποτέ..ποτέ..αλήθεια σου λέω..ποτέ..

Οι ανάσες τους συνέχιζαν να είναι βαριές.
Οι καρδιές τους δεν είχαν ξανά κουμπώσει.
Δεν μπορούσαν.
Η Άννα πονούσε ακόμα και μέσα στην αγκαλιά του.
Δεν είχε σταματήσει να κλαίει. Δεν άντεχε.

Δ-ποτέ.., την φίλησε τρυφερά στα μαλλιά της όπως έκανε πάντα ενώ συνέχισε να την κρατάει ανάμεσα στα δυο του χέρια.

Δ-ποτέ.., βρήκε το θάρρος και βγήκε από την αγκαλιά του. Τον κοίταξε στα μάτια και του έγνεψε αρνητικά ενώ εκείνος προσπαθούσε να μαζέψει τις ανάσες του από το κλάμα.
Την πλησίασε και πήγε να την χαϊδέψει φέρνοντας την ξανά κοντά του αλλά η αντίδραση της ήταν κάτι πολύ παραπάνω από εμφανής.
Δεν άντεχε να πληγωθεί ξανά.
Τον κοιτούσε με μάτια γεμάτα δάκρυα ενώ κατέβασε τα χέρια του και τα έφερε κοντά στο σώμα του. Εισέπνευσε βαθιά για να την βοηθήσει να πάρει δύναμη και άρχισε να απομακρύνεται από εκείνον.
Προσπαθούσε να το διαγράψει όλο αυτό μέχρι που άκουσε την φωνή του.

Δ-Άννα.., και γύρισε να τον κοιτάξει.
Έσφιξε τα χέρια του καθώς πονούσε,
ήθελε να ξεσπάσει γιατί δεν μπορούσε να ανατρέψει την κατάσταση.

Δ-μην φύγεις..
Δεν μπόρεσε να του απαντήσει.
Δεν ήξερε τι να του πει.

Δ-Άννα.., πονούσε και όμως έφυγε.
Καθώς πήρε το κουράγιο να ανοίξει την μπαλκονόπορτα η μικρούλα είχε ξυπνήσει και άρχισε να κλαίει.
Σκούπισε στιγμιαία τα δάκρυα της και πήγε
να κλείσει την πόρτα απότομα πίσω της.
Μέχρι που ο Δημήτρης μπήκε μέσα,
τον είδε με την άκρη του ματιού της αλλά δεν στάθηκε εκεί.
Τον αγνόησε και πήγε και την πήρε αγκαλιά.

Α-ησύχασε μωρό μου..εδώ είναι η μαμά..ησύχασε..

Ο Δημήτρης καθόταν και τις κοιτούσε και
από τα μάτια του έτρεχαν δάκρυα.
Δεν τόλμησε να τις πλησιάσει γιατί η μικρή
δεν μπορούσε να σταματήσει να κλαίει και
η Άννα προσπαθούσε να την ηρεμήσει ώστε
να ξανακοιμηθεί αφού ήταν ήδη αλλαγμένη
και χορτάτη.
Εκείνος στεκόταν ακριβώς πίσω από την πόρτα όμως δεν μπορούσε να σταματήσει να τις κοιτάζει.
Μέχρι που η Άννα έδωσε στην μικρή την πιπίλα της και παράλληλα την είχε στην αγκαλιά της και την κουνούσε ελαφρώς, έτσι ηρέμησε.

Α-Δημήτρη..φύγε..
Δ-άκουσε με..σε παρακαλώ..
Α-γιατί; Το ξέρεις πως έχω αδειάσει;
Δεν νιώθω τίποτα πια..
Τώρα έχω μόνο αυτό το πλασματάκι, κανέναν άλλον..
Δ-δεν περιμένω να με συγχωρέσεις..αλλά
αν δεν γινόταν όλο αυτό..τώρα όντως
δεν θα ήμουν εδώ..
Α-σε χρειαζόμουν τόσο πολύ..σε χρειάζομαι ακόμα περισσότερο..
Αλλά..δεν μπορώ να σε εμπιστευτώ τώρα πια..
Δημήτρη..διαλύθηκα..
Κρατιέμαι μόνο για την κόρη μας..
Δ-είμαι εδώ..Άννα Σ'αγαπάω.
Α-και εγώ Σ'αγαπάω..δεν σταμάτησα ποτέ
να Σ'αγαπάω..
Δ-έχασα τις πιο σημαντικές στιγμές μας..το ξέρω..
Όταν το έμαθα πως ήσουν έγκυος..τρελάθηκα..ήθελα να έρθω να σε βρω..αλλά δεν μπορούσα.
Α-έχασα την γη κάτω από τα πόδια μου..το ξέρεις..;..το ξέρεις πως..Σ'αγαπάω τόσο πολύ..που μπορώ..να σου συγχωρήσω τα πάντα..αλήθεια τα πάντα..
Όμως θέλω να μάθω..
Δ-θα σου τα πω όλα..σου το υπόσχομαι..
Α-τώρα..θέλω να μου τα πεις..
Πρέπει να μπορέσω να σε εμπιστευτώ ξανά..
Δεν μπορώ να σε βάλω στην ζωή μας έτσι απλά..γιατί πια..δεν είμαι μόνη μου..
Δημήτρη..Δεν θέλω να μας αφήσεις..
Δ-Είσαι έτοιμη να τα ακούσεις..;

Του έγνεψε καταφατικά ενώ ξεκίνησε να της εξηγεί το πως έφτασαν τα πράγματα μέχρι εκεί.
Ο Δημήτρης βρισκόταν στην εισαγγελία εδω και περίπου τέσσερις ώρες.
Είχε αρκετή δουλειά σήμερα και ήταν σίγουρος ότι θα αργούσε να γυρίσει στο σπίτι.
Ήδη είχε πιει ένα καφέ αλλά ένιωθε ακόμα κουρασμένος.
Πάτησε το κουμπί στο τηλέφωνο που τον συνέδεε με το γραφείο της Αλεξάνδρας.

Δ-Αλεξάνδρα, μπορείς να μου φερεις ενα διπλο εσπρεσσο σκέτο;
Αλ-Μάλιστα κύριε εισαγγελέα.

Μετά από περίπου πέντε λεπτά χτύπησε η πόρτα του γραφείου του.

Δ-Περάστε..
Αλ-Ορίστε κύριε εισαγγελεα ο καφες σας, ήρθε και αυτός ο φάκελος.

Ο Δημήτρης μόλις είδε τον όγκο χαρτιού που κρατούσε στα χέρια της παραξενεύτηκε.

Δ-Ποιος το έστειλε αυτό;
Αλ-κανείς...τον άφησαν έξω από το γραφείο σας..το είδα τώρα που σας έφερα τον καφέ σας..
Δ-κατάλαβα..
Αλ-κύριε εισαγγελέα με χρειάζεστε για κάτι άλλο;
Δ-Όχι Αλεξάνδρα μπορείς να πηγαίνεις.

Η Αλεξάνδρα έφυγε και ο Δημήτρης έμεινε μόνος του στο γραφείο να περιεργάζεται τον φάκελο που του είχε σταλθεί.
Πάνω στο φάκελο δεν υπήρξε το όνομα του αποστολέα.
Το άνοιξε σιγά σιγά και προς έκπληξη του το περιεχόμενο ήταν αρκετό.
Αρχικά έβγαλε από μέσα ένα γράμμα που υπήρχε.
Το μυαλό του πήγε κατευθείαν στο κακό.
Είχε καταλάβει πλέον από ποιον προέρχεται ο φάκελος.
Διαβάζοντας τις λίγες προτάσεις που ήταν γραμμένες.

«Σε είχαμε προειδοποιήσει.
Η ευτυχία σου κύριε εισαγγελέα,
δεν θα κρατήσει για πολύ ακόμα.
Μπορεί να μην ξαναδείς την γυναίκα σου ζωντανή.
Πάρε ένα δείγμα της για να έχεις έστω και μια τελευταία ανάμνηση της.»

Μόλις διάβασε τις τελευταίες λέξεις άρπαξε στα χέρια του τον φάκελο και τον άνοιξε βγάζοντας από μέσα ένα μικρό πακετακι με φωτογραφίες.
Στις φωτογραφίες ήταν η Άννα.
Το αίμα του πάγωσε και το σώμα του άρχισε να τρέμει.
Βρισκόταν έξω από το γραφείο της.
Φαινόταν να φεύγει εκείνη την στιγμή από εκεί.
Οι φωτογραφίες ήταν μακρινές αρχικά στην συνέχεια όμως γίνονταν ολοένα και πιο κοντινές.
Του έστειλαν το κάθε καρέ φωτογραφιών που τράβηξαν μέχρι να μπει στο αυτοκίνητο και να φύγει από το γραφείο της.
Πίστευε πως η επόμενη φωτογραφία θα ήταν ακόμα μια με την Άννα..έκανε όμως μεγάλο λάθος..αυτό που είδε έκανε την καρδιά του να σπάσει για ακόμα μια φορά σε χίλια κομμάτια..
Ήταν ο τάφος του γιου τους..τότε άρχισαν δάκρυα άρχισαν να κυλούν από τα μάτια του.
Φαίνεται πως γνώριζαν πλέον τα πάντα για την ζωή του..από τις απώλειες οικογενειακών προσώπων της γυναίκας του, όπως η αδερφή της και ο πατέρας της..μέχρι και τον χαμό του γιου τους.
Ο Μάριος τους..το αγοράκι τους..που το πρωί μιας Τετάρτης πέθανε μέσα της.
Πριν προλάβουν να τον γνωρίσουν..πριν προλάβουν να τον κρατήσουν στην αγκαλιά τους και να κάνουν όνειρα μαζί του..να τον νανουρίσουν..να παίξουν μαζί του..
Η Άννα του μετά τον θάνατο του παιδιού τους δεν ήταν πλέον ποτέ η ίδια.
Έχασε κάθε όρεξη που είχε για ζωή.
Μαζί με το πλασματάκι τους έφυγε παντοτινά και ένα δικό της κομμάτι.
Δεν ήθελε να πηγαίνει στον τάφο του παιδιού τους όχι γιατί ήθελε να το ξεχάσει για να νιώσει η ίδια της καλύτερα αλλά γιατί δεν άντεχε να τον αντικρίζει γιατί ήξερε πως μέσα σε αυτόν βρίσκεται το αγοράκι της.
Ένα πλασματάκι μόλις 400 γραμμαρίων..μέσα στο κρύο και στο σκοτάδι..
Ο Δημήτρης έκανε νόημα σε όσους βρίσκονταν εκεί να απομακρυνθούν.
Ήθελαν να μείνουν μόνοι τους να θρηνήσουν για τον θάνατο του γιου τους..και κυρίως να μείνει μόνη της η Άννα, το είχε τόσο μεγάλη ανάγκη..
Ο Δημήτρης στεκόταν σε μικρή απόσταση, λίγο πιο μακριά γιατί ήθελε να της δώσει τον χώρο που χρειαζόταν.
Από τα μάτια του δεν είχαν σταματήσει να τρέχουν δάκρυα αλλά τα έκρυβαν όσο μπορούσαν τα γυαλιά ηλίου..η καρδιά του ήταν διαλυμένη..και όσο την έβλεπε σε τέτοια κατάσταση γινόταν χειρότερα όμως ήξερε πολύ καλά πως έπρεπε να μείνει δυνατός για εκείνη.
Βρισκόταν γονατισμένη δίπλα στον ανοιχτό τάφο του παιδιού τους..
Δεν σταμάτησαν τα μάτια της να είναι υγρά.. Πλάνταξε στο κλάμα, δεν μπορούσε να ηρεμήσει την ψυχή της. Ακούμπησε το πρόσωπο της κάτω στο χώμα και έβγαλε όσα την έπνιγαν.

Α-Γιατί;..γιατί μου πήρες το μωρό μου..;..γιατί μου το έκανες αυτό..;..γιατί..;..γιατί..;

Ο Δημήτρης την πλησίασε και έσκυψε δίπλα της.
Τύλιξε τα χέρια του γύρω της και η Άννα ακούμπησε το κεφάλι της στον ώμο του, κλαίγοντας.
Ο Δημήτρης με δάκρυα στα μάτια, της φίλησε απαλά τα μαλλιά.

Α-Αγορακι μου..μικρούλη μου..μου λείπεις..μου λείπεις καρδούλα μου..πάρα πολύ..

Εκείνη την στιγμή κράτησε τρυφερά το πρόσωπο της στα χέρια του στην προσπάθεια του να την παρηγορήσει αναγκάζοντας την να τον κοιτάξει στα μάτια.

Α-Δημήτρη..πονάω..πονάω πολύ..

Την φίλησε γλυκά το μέτωπο στην προσπάθεια του να τις βγάλει τις κακές σκέψεις από το μυαλό της.
Να πάρει μακριά τα όσα νιώθει και την βαραίνουν.

Α-Το μωρό μου..ο γιος μου..δεν θα επιστρέψει..δεν θα ξανακρατησω το αγοράκι μου ποτέ ξανά στην αγκαλιά μου..ήταν ένα τόσο δα πλασματακι..μια μικρή ψυχούλα..και δεν κατάφερα να τον προστατέψω..πέθανε μέσα μου..σκότωσα το παιδί μου..εγώ φταίω..θα είναι μέσα εδώ ολομόναχος..μέσα στο κρύο και στο σκοτάδι..και θα φοβάται..θα φοβάται πολύ..και εγώ δεν θα μπορώ να κάνω τίποτα..δεν θα μπορώ να τον προστατεύσω..δεν θα μπορώ να τον κρατήσω στην αγκαλιά μου και να τον ζεστάνω..το μωρό μας..Δημήτρη..έφυγε..εμείς τον αφήσαμε μόνο του..εμείς φταίμε.., είπε πλαντάζωντας στο κλάμα.

Την κράτησε σφιχτά στην αγκαλιά του και έμειναν εκεί καθισμένοι στα γόνατα στο χώμα με τα δάκρυα να έχουν καλύψει τα πρόσωπα τους.
Συνέχισαν να βρίσκονται εκεί πάνω από το τάφο του αδικοχαμένου γιου τους. Του μικρού τους Μαριου.
Οι ώρες πέρασαν και είχαν επιστρέψει στο σπίτι τους. Η Άννα ήταν κουκουλωμενη κάτω από τα σκεπάσματα στο κρεβάτι τους.
Δεν ήθελε να έρθει σε επαφή με το περιβάλλον γύρω της. Ήθελε να είναι μόνη της.
Στον Δημήτρη δεν είχε πει λέξη από την στιγμή που έφυγαν από το νεκροταφείο.
Όμως εκείνος δεν έφυγε στιγμή από κοντά της.
Ήταν συνέχεια δίπλα της.
Ήθελε να ξέρει πως είναι εντάξει και πως δεν θα κάνει κακό στον εαυτό της λόγω του πένθους που ένιωθε. Φοβόταν πολύ για εκείνη.
Καθόταν δίπλα της στο κρεβάτι και της χάιδευε απαλά την πλάτη πάνω από τα σκεπάσματα.
Η Άννα κρατούσε στην αγκαλιά της ένα από τα αρκουδάκια που είχαν αγοράσει για τον μικρό τους Μάριο όταν είχαν μάθει το φύλο μετά τον υπέρηχο.
Τα δάκρυα δεν είχαν σταματήσει να τρέχουν από τα μάτια της. Μιλούσε ψιθυριστά στο αγοράκι τους γιατί ήξερε πως με κάποιον τρόπο θα την ακούσει.

Α-Αγοράκι μου..ψυχούλα μου..σ'αγαπάω πάρα πολύ..μου λείπεις..μου λειπεις πολύ μωρό μου..τώρα θα είσαι μόνος σου μέσα στο σκοτάδι και στο κρύο..και..ε..ε..γώ δεν μπορώ να σε προστατέψω..συγγνώμη καρδούλα μου..σου ζητάω συγνώμη..

Τα μάτια της Άννας έκλεισαν από το κλάμα και τα όσα συνέβησαν με αποτέλεσμα να καταφέρει να κοιμηθεί. Όμως αισθανόταν κάτι περίεργο στην αγκαλιά της, σαν κάτι να κουνιέται.
Τότε ένιωσε να ακουμπάει επάνω στην κοιλιά της ένα μικρό πατουσακι, όπως τότε όταν κλωτσούσε το αγοράκι τους όταν βρισκόταν μέσα της.
Άνοιξε τα μάτια της και δεν μπορούσε να πιστέψει αυτό που έβλεπε.
Στην αγκαλιά της είχε το αγγελούδι της, τον Μάριο της.
Το μικρό του κεφαλάκι ακουμπούσε στο σημείο της καρδιάς της και έτσι κοιμόταν ήρεμα.
Η Άννα δεν μπορούσε να μην συγκινηθεί.
Χάϊδευε τρυφερά την πλατουλα του μικρούλη της και του έδινε τρυφερά φιλάκια στο κεφαλάκι του.
Τότε άκουσε σαν κάποιος να της ψιθύριζε κάτι. Ήταν μια λεπτή παιδική φωνούλα.

"Μανούλα μου..είσαι πολύ τρυφερή μαζί μου..σε ευχαριστώ που με προστατεύεις και μ'αγαπάς τόσο..και εγώ σ'αγαπάω..πάρα πολύ... είσαι τόσο όμορφη και δεν θέλω να στεναχωριέσαι..Μανούλα μου μην φοβάσαι..θα είμαι καλά εκεί ψηλά..Θα σας προστατεύω όλους..σας αγαπάω..να προσέχεις μαμά μου.."

Ένα ασυναίσθητο χαμόγελο εμφανίστηκε στα χείλη της και έσφιξε περισσότερο στην αγκαλιά της το λούτρινο αρκουδάκι του Μάριου τους.
Ο Δημήτρης δεν μπορούσε να σταματήσει να κλαίει αφού θυμήθηκε τα όσα είχαν περάσει, αυτό το όνειρο της Άννας που όταν του το είχε πει μπορούσε να δει ένα μικρό χαμόγελο να σχηματίζεται στα χείλη της παρόλο που μέσα την πονούσε.
Σκούπισε τα δάκρυα του και έβαλε ξανά τις φωτογραφίες και το γράμμα μέσα στον φάκελο και τον πέταξε στα σκουπίδια.
Τα χέρια του έτρεμαν, ήξερε πως είχε έρθει το τέλος..πως θα έπρεπε να θυσιαστεί για να μην δει την Άννα του νεκρή από τα χέρια ανθρώπων που δεν θέλει να φανταστεί τι βασανιστήρια θα της έκαναν.
Πήρε το κινητό του στα χέρια του και την πήρε τηλέφωνο..είχε χτυπήσει ήδη έξι φορές και δεν απαντούσε..το μυαλό του πήγε κατευθείαν στο χειρότερο..νόμιζε πως την έχασε.
Άρχισε να έχει ταχυκαρδία μέχρι που άκουσε την γλυκιά φωνή της. Ακουγόταν πολύ χαρούμενη.
Είναι η πρώτη φορά που την ακούει έτσι από τότε που έχασαν το αγοράκι τους.

Α-Έλα αγάπη μου, πως είσαι πως πάει η δουλειά;
Δ-Μια χαρά Άννα μου..εσύ είσαι καλά..;,
είπε με τρεμάμενη φωνή.

Α-Ναι αγάπη μου, έφυγα από το γραφείο και ήρθα λίγο στο σουπερμάρκετ..θέλεις να σου πάρω κάτι;
Δ-Όχι είμαι εντάξει..σε ευχαριστώ..
Α-Όπως θέλεις αγάπη μου..θα τα πούμε στο σπίτι..να προσέχεις..σ'αγαπάω..

Ακούστηκε για λίγα δευτερόλεπτα σιωπή και μετά έκλεισε η κλήση.
Δεν μπορούσε να αρθρώσει πλέον λέξη η καρδιά του είχε ραγίσει.
Άρχισε να έχει δύσπνοια και ένιωθε πως θα του κοβόταν οριστικά η αναπνοή.
Έλυσε την γραβάτα και την πέταξε με δύναμη στο πάτωμα και ξεκουμπωσε μερικά κουμπιά από το πουκάμισο του.
Δεν άντεχε άλλο ξέσπασε σε κλάματα..ήρθε το τέλος..

Lanjutkan Membaca

Kamu Akan Menyukai Ini

55.1M 1.8M 66
Henley agrees to pretend to date millionaire Bennett Calloway for a fee, falling in love as she wonders - how is he involved in her brother's false c...
1M 53.8K 91
"Μπ-μπορείς να με αφήσεις;" τραυλιζω "Μα μωρό μου, και οι δύο ξέρουμε πως δεν θες να σε αφήσω"λέει και ενώνει τα χείλη μας. Απόσπασμα από Part 40 __ ...
768 50 37
The Mystery of Love indeed. Let's begin this journey, it's going to be a long one. Enjoy!
6.8K 400 18
Όταν του αποκάλυψε η Θεοφανω τον πραγματικό λόγο που η γυναίκα του αυτοκτόνησε, έπεσε από τα σύννεφα. Όμως η ζωή του επιφύλασσε μεγαλύτερες εκπλήξεις...