Κεφάλαιο 9

39K 2.7K 378
                                    

Οι ακτίνες του ήλιου τρύπωσαν από το παράθυρο και έπεσαν απαλά στο πρόσωπο μου, έξω τα πουλάκια κελαηδούσαν στο δικό τους ρυθμό, ο καιρός ήταν υπέροχος, με έκανε να νιώσω σαν παιδί που θέλει να βγει έξω και να παίξει. Χουζούρεψα λίγο κάτω από τα σκεπάσματα απολαμβάνοντας αυτό το υπέροχο πρωινό...

«Έχώ μάθημα!»

Πετάχτηκα απο το κρεβάτι σε κλάσματα δευτερολέπτου, φόρεσα τα all star μου, άρπαξα την τσάντα με τα κλειδιά και άνοιξα την πόρτα να φύγω.

«Που πας βρε χαζή. Σήμερα είναι Κυριακή!»  μονολόγησα. Συνειδητοποιώντας την γκάφα μου κλείνω την πόρτα γρήγορα, τα μάτια μου άρχισαν και ψάχνουν το χώρο του σπιτιού.

Μα πού πήγε; Έφυγε;

«Έφυγε." είπα παραπονιάρικα «Μου είπε ότι θα πέρναγαμε το σαββατοκύριακο μαζί.»

Ζωή; Μόλις στεναχωρήθηκες που δεν είναι εδώ ο Μάρκος; Ένιωσα σαν τη καλεσμένη της Πάνιας που της είχαν τάξει ότι θα την κάνει παπαδιά, δεν την έκανε και ζητούσε διαζύγιο.

Όχι μην τον σκέφτεσαι. Μην σκέφτεσαι που ήσουν στην αγκαλιά του εχτές. Στη ζέστη και ασφαλή αγκαλιά του που σε έκανε να ξεχάσεις και το όνομα σου.
Μην σκέφτεσαι τα φιλιά του στο λαιμό σου και τη ρίγη που σου προκάλεσαν. Μην σκέφτεσαι το πόσο ωραία σε έκαναν να νιώθεις και την επιθυμία σου για περισσότερα. Μην σκέφτεσαι που αφέθηκες και το κατάλαβε, τρέφοντας ακόμη περισσότερο το εγώ του. Πόσες άραγε έχει κάνει να νιώσουν έτσι;
Κούνησα το κεφάλι μου δεξιά και αρίστερά για να φύγουν οι χτεσινές αναμνήσεις.

Έκανα ένα μπάνιο να χαλαρώσω, όταν βγήκα τύλιξα τη πετσέτα τριγύρω μου, με κοίταξα στο καθρεπτη, τα μάγουλα μου όλη τη μέρα έχουν μια ροζ απόχρωση.
«Τα κόκκινα μάγουλα μου έλειπαν, τι κατάρα είναι αυτή ο Θεός μου έδωσε κόκκινα μάγουλα και ... μια πιπιλιά.»
Τι;!
Κόλλησα τα μούτρα μου πάνω στο καθρέπτη για να τη δω καλύτερα. Την έτριβα με τα χέρια μου με μανία για να φύγει, ωστόσο με τόσο τρίψιμο την έκανα ακόμη πιο έντονη. Τραβούσα τα μαλλιά μου μες στο μπάνιο, ό,τι κρέμα είχα μες στο σπίτι την έβαλα πάνω. Η πιπιλιά δεν έλεγε να φύγει. με κοιτούσε και τη κοιτούσα.

Γυρνούσα μέσα στο σπίτι σαν τη σβούρα.
«Συγκεντρώσου Ζωή! Δεν είναι τίποτα, μια έξαψη αυτό είναι όλο. Θα σου περάσει. Περνάς ξανά εφηβεία.» έλεγα δυνατά μπας και το καταλάβει ο εγκέφαλος μου. Ό,τι και να έκανα τον σκεφτόμουν, έτρωγα τον σκεφτόμουν, έπλενα τα πιάτα τον σκεφτόμουν, έβλεπα Μπομπ Σφουγγαράκη; Τον σκεφτόμουν!

Επικίνδυνα Σε Θέλω Tahanan ng mga kuwento. Tumuklas ngayon