Κεφάλαιο 31

32.7K 2.3K 259
                                    

Θα περιμένετε να ακούσετε σε αυτό το σημείο της ιστορίας μου με τον Μάρκο καμιά τελευταία αναποδιά. Ξέρετε... Από αυτές που συμβαίνουν στις ταινίες λίγο πριν το τέλος και κάνουν πιο θεαματικό το τέλος. Τίποτα απρόσμενο δεν έγινε. Οι μέρες περνούσαν γρήγορα, ο αγώνας πλησίαζε και εγώ προσπαθούσα πίσω από το χαμόγελο μου να κρύψω την στεναχώρια μου.

14 ώρες πριν τον αγώνα.

«Έλα Μάρκο, σήκω. Σου έφτιαξα πρωινό.» τον σκούντηξα. Είχα πάει νωρίς στο σπίτι του για να τον περιποιηθώ, άλλωστε σήμερα το βράδυ είναι ο αγώνας. Ήθελα να είμαι όσο το δυνατόν μεγαλύτερη βοήθεια για αυτόν παρά εμπόδιο. 

«Σήκω βρε αγόρι μου κοντεύει να μεσημεριάσει.» τον σκούντηξα ξανά. Τίποτα. Κοιμόταν ατάραχος κάτω από τα σκεπάσματα του. 

«Σήκω που έχεις κουκουλωθεί και σαν την κάμπια.» το τελευταίο το σιγομουρμούρησα βέβαια και κατευθύνθηκα προς την κουζίνα. Ξαφνικά ένα μαξιλάρι πετάχτηκε στο κεφάλι μου, γύρισα και κοίταξα τον Ιππότη -διακρίνετε την ειρωνεία έτσι;-  έξαλλη. 

«Καταλάθος.» απάντησε αγουροξυπνημένος με ένα πονηρό γελάκι. Χασμουρήθηκε και πέρασε το χέρι του ανάμεσα από τα μαλλιά του. Είχα κάτσει να τον κοιτάω για κανένα 5 λεπτό και μετά από πολύ σκέψη κατάλαβα ότι εγώ είμαι η κάμπια και όχι αυτός. 

«Μάρκο σήμερα είναι ο αγώνας. Πρέπει να σηκωθείς, να φας να πλυθείς, να ντυθείς, να ετοιμαστείς ψυχολογικά και σωματικά, να κάνεις ένα καλό ζέσταμα, να θυμηθώ να σου δώσω και κάτι φυλακτά που έφερε ένας θείος μου από το Άγιο Όρος, προλαβαίνουμε να πάμε σε κανέναν παπά να σου δώσει τις ευλογίες του;» Ναι. Ξεκίνησα το μονόλογο της τρέλας. Ο Μάρκος όσο μιλούσα, είχε σηκωθεί, είχε πάει στο τραπέζι και είχε τσακίσει και τα 3 κρουασανάκια που του ετοίμασα μαζί με το καφέ και τις φρυγανιές με μαρμελάδα.

Εγώ εν το μεταξύ να συνεχίζω να μιλάω ακατάπαυστα. Εκείνος αφού κόντεψε να φάει και το τραπέζι σηκώθηκε και με πλησίασε. Με μια άνεση με τράβηξε στην αγκαλιά του και με φίλησε. 

«Μιλάς πολύ.» είπε και μου έκλεισε το μάτι. «Πάω να κάνω ένα μπάνιο και θα πάω κατευθείαν από το γυμναστήριο που με θέλει ο Μάριος.»

Ο Μάρκος μπήκε στο μπάνιο και εγώ έμεινα να συμμαζέψω το σπίτι. 

Ίσως τώρα είναι η ώρα να του το πω... Δεν θα ντρέπομαι κιόλας.

Καθόμουν έξω από τη πόρτα του μπάνιου και χτυπιόμουν μόνη μου απ' έξω προσπαθώντας να βρω το κουράγιο.

Επικίνδυνα Σε Θέλω Where stories live. Discover now