Το Μυστικό Του Βραχιολιου

159 24 9
                                    

Χαβάη, Χονολουλου

Ειχα πανικοβληθει όσο δεν πάει.

Η ώρα ήταν πέντε τα ξημερώματα σε μια ώρα είχα προπόνηση, σε λίγο η παραλία θα γεμιζε με κόσμο και εγω βρισκόμουν ολογυμνη μες τη μέση της θάλασσας.

Βγήκα ξανά έξω στην ακτή ψάχνοντας απεγνωσμενα μες την σακα μου μπας και έβρισκα τίποτα να ρίξω πάνω μου.

Η ματιά μου έπεσε ξανά στο βραχιόλι. “σκατομπιρμπιλοπραγμα πώς με εμπλεξες έτσι, γαμω τη λάμψη σου γαμω” σκέφτηκα...

Αλλά μετά, μέσα στα νεύρα μου, μου ήρθε μια άλλη "φαεινη" ιδέα. «Έτσι όπως με εμπλεξες, έτσι θα με ξεμπλεξεις» ψιθυρο-φωναξα στο βραχιόλι (κριπιιι).

Μέσα στον εκνευρισμό μου πήρα πάλι το βραχιολι και το ξαναφορεσα.

Αμέσως το σώμα μου καλυπτηκε ξανά, όχι από λέπια και ουρά αυτή τη φορά, αλλά από ρούχα.

Όμορφα ρούχα.

Το βραχιολι είχε μια αποκοσμη λάμψη και πάλι. «Τι τρέχει μαζί σου;»

Δε με πολυ-ενδιεφερε πως είχα καταλήξει να είμαι πάλι ντυμένη αλλά αφού δε θα με χωνανε στη στενή, αυτό με ένοιαζε.

Πήρα το σάκο μου και μέσα μου κυριαρχουσε ένα αλλοκοτο συναίσθημα.

Προχωρουσα προς το κολυμβητηριο όταν συνειδοτοποιησα πως το μαγιό μου είχε ξεσκιστει κατά την μεταμόρφωση μου.

Σκατα. Και το είχα πληρώσει και ένα σωρό λεφτά.

Μην έχοντας τίποτα άλλο να κάνω πήγα στο κολυμβητηριο και μπήκα μες τα αποδυτήρια. Παράτησα το σάκο μου σε έναν πάγκο και άρχισα να κλαίω, όλη αυτή η σύγχυση με ειχε επηρεάσει άσχημα και ειχα φορτωθεί συναισθηματικα όσο δεν πάει.

Μακάρι να είχα ενα μαγιό, σκέφτηκα, και αμέσως ένιωσα κάτι στο σώμα μου να αλλάζει.

Σήκωσα το (πανέμορφο μπορώ να πω) μπλουζάκι μου και απο μέσα φορούσα ενα υπέροχο αθλητικό ολοσωμο μαγιό.

Έβγαλα γρήγορα τα ρούχα μου, φορεσα το σκουφακι και τα γυαλακια μου και ετρεξα γρήγορα προς την πισίνα.

«Τέλεια, Κάλα, μια φορά που ήρθες στην ώρα σου.»

Χαμογελασα πλατιά στην προπονήτρια μου με όλα τα δοντακια μου και βουτηξα μεσα στο νερό.

Στο τέλος της προπόνησης, είχα ξεπεράσει ολα μου τα ρεκόρ και η κυρία Εβαν μου ανακοίνωσε πως θα πάω στους εθνικούς!!! Ο ενθουσιασμός μου δεν περιγραφοταν.

Καθώς έβγαινα έξω απο το κτήριο του κολυμβητηριου, παρόλο που σωματικά πονουσα ολόκληρη από τη σκληρή προπόνηση, μέσα μου έκανα πάρτι.

Έβαλα τα ακουστικά μου και πριν καλά καλά το καταλάβω τραγουδουσα δυνατά το I love it και οι περαστικοι με κοιτουσαν σαν να είχα έρθει απο άλλο πλανήτη.

Γέλασα με τον εαυτό μου αλλά δεν σταμάτησα να τραγουδάω...

Αυτό όμως θα αποδεικνυοταν μοιραίο αν δεν ήταν εκεί ο "πριγκιπας" μου για να με σώσει.

Ειχα απορροφηθει τόσο πολύ που δεν πρόσεξα την τεράστια νταλίκα που ερχόταν κατά πάνω μου την ώρα που ήταν να περάσω το δρόμο.

Όταν τελικά την είδα όμως ήταν πολύ αργά. Περίμενα το θάνατο και....

Πόνος...

Ο πισινουλης μου πονουσε...

Κάτσε... Οι πεθαμενοι πονουν;

Άνοιξα διστακτικά τα μάτια μου και δύο τεράστια και γουρλωμενα πράσινα ματιά είχαν καρφωθει πάνω τους.

Κάτι προσπαθούσε να μου πει αλλά δεν άκουγα και το Havana είχε κολλήσει στο μυαλό μου...

Μου έβγαλε τα ακουστικά και «Είσαι καλαααααα;;;;;;»  με ταρακουνησε όσο δεν πάει.

Τον σταμάτησα πριν βγάλω όλο το πρωινό μου πανω του. «Ναι ηρέμησε είμαι μια χαρά... Και... Εμμμμ... Ευχαριστώ που με εσωσες.»

«Φιου... Υποχρέωση μου»

Σωριαστηκε στο γρασίδι δίπλα μου και μετά πρόσθεσε «αλλά μου χρωστάς κάτι ακόμα» με κοίταξε με ένα κουταβισιο βλέμμα

«Θέλω να με συναντήσεις το βράδυ έξω από το ξενοδοχείο μου»

Η καρδιά μου άρχισε να χτυπάει υπερβολικά πολύ και ένιωθα τα μάγουλα μου να κοκκινιζουν.

Ήθελα να φωναξω "Ναι ναι ναι ναι ναι ΝΑΙΙΙΙΙΙΙΙΙΙΙΙ"

Αλλά απλά είπα:
«Ναι οκ, στις εννιά θα είμαι εκεί υποθέτω»

Σηκωθηκαμε αργά και πήγαμε και οι δύο σπίτια μας...

Mermaid Out of WaterWhere stories live. Discover now