...Τι στο καλό κάνεις;...{25}

1.7K 161 20
                                    

Big or small,lies are lies...

Τα χείλη του άγγιξαν απαλά τα δικά της αφήνοντας ένα τρυφερό φιλί που σύντομα έγινε παθιασμένο και απαιτητικό

Oops! This image does not follow our content guidelines. To continue publishing, please remove it or upload a different image.

Τα χείλη του άγγιξαν απαλά τα δικά της αφήνοντας ένα τρυφερό φιλί που σύντομα έγινε παθιασμένο και απαιτητικό.Όταν απομακρύνθηκε ο ένας από τον άλλο,ήταν και οι δύο λαχανιασμένοι με κορμία να αποζητούν και άλλο,εκτός από ένα φιλί.
Η Αλίσια σήκωσε το βλέμμα της πάνω του και χάθηκε στην άβυσσο των ματιών του.
«Δεν θέλω να φύγω.»μουρμούρισε.
«Θα τα ξαναπούμε μετά.»την καθυσήχασε και πέρασε το χέρι του μέσα στον χείμαρο των μαλλιών της προκαλόντας της ρίγη.
«Δεν καταλαβαίνεις...»το προσωπό της είχε κατσουφιάσει.«Δεν θέλω να φύγω ποτέ από κοντά σου,όχι μόνο τώρα.»ένα χαμόγελο φάνηκε στα χείλη του.
«Σε αυτές τις ώρες που περάσαμε μαζί κατάλαβα πως δεν μπορώ να κρύβομαι και να λέω ψέματα στους δικούς μου.
Επίσης θέλω να μπορώ να φωνάζω το πόσο ερωτευμένη είμαι μαζί σου και να σε φιλάω ξεδιάντροπα μπροστά σε όλους επειδή είσαι δικός μου και καμία άλλη γυναίκα δεν έχει το δικαίωμα να σε αγγίξει.»ο Άντριαν γέλασε και την πλησίασε.
«Μου αρέσει όταν γίνεσαι κτητική.»ψυθίρισε στο αυτί της και το σώμα της αμέσως αντέδρασε.
Το κινητό της άρχισε να χτυπάει τρομαζοντάς την και απομακρύνθηκε από τον Άντριαν ώστε να ψάξει μέσα στην τσάντα της για γαυτό.
Το σήκωσε και άκουσε την υστερική φωνή του πατέρα της να την ρωτάει σαν δαιμονισμένος που στο καλό είναι.
«Έρχομαι.»ήταν το μόνο που είπε πριν το κλείσει και στράφηκε προς τον Άντριαν.
«Πρέπει να φύγω...»είπε με σπασμένη φωνή.
Ήθελε να βάλει τα κλάμματα.
Έσυρε τα χέρια της στο σώμα του και τον αγκάλιασε χώνοντας το πρόσωπό της στον λαιμό του,πέρνοντας μία δόση από το γήινο άρωμά του.
Με βαριά καρδιά τον αποχωρίστηκε και βγήκε από το αυτοκίνητο τρέχοντας προς το σπίτι της.
Άνοιξε την πόρτα και μπήκε μέσα.
Όλοι βρισκόντουσαν στο σαλόνι και χάζευαν τηλεόραση.Όταν η Ρενέ αντιλήφθηκε την παρουσία της σηκώθηκε από τον καναπέ και έτρεξε κοντά της κλείνοντας την στην αγκαλιά της.
«Που ήσουν βρε αγάπη μου,σε έχω πάρει τόσα τηλέφωνα.Τρόμαξα!»
«Ηρέμησε,καλά είμαι...
Είναι περίεργο να χρειάζομαι λίγο χρόνο για τον εαυτό μου καμιά φορά;»
«Αγάπη μου λείπεις από το πρωί και είναι απόγευμα...
Δεν σηκώνεις το κινητό σου..
Τι στο καλό θες να σκεφτούμε;»
Απόγευμα;Πότε ήρθε το απόγευμα;
Η ώρα μαζί του περνούσε σαν νερό...
«Δεν κατάλαβα πως πέρασε η ώρα.»ψέλλισε.
«Αρκεί που είσαι καλά..»είπε γλυκά και χάιδεψε τα μαλλιά της απαλά.
«Λοιπόν έχεις όρεξη για να με βοηθήσεις στις ετοιμασίες;»άλλαξε θέμα η Ρενέ και η Αλίσια σούφρωσε το πρόσωπό της μπερδεμένη.
«Θα έρθει μία φίλη μου από την Νέα Υόρκη,δουλεύαμε μαζί και συνομιλούσαμε στο σκάιπ,αλλά δεν έτυχε να βρεθούμε.
Όμως της έτυχε μία δουλειά εδώ στην Αυστραλία και θα έρθει να μας επισκεφτεί.
Είμαι τόσο χαρούμενη,έχω τόσα χρόνια να την δω από κοντά για αυτό όλα πρέπει να είναι στην τελειότητα.»η Αλίσια ξέσπασε σε ντρανταχτά γέλια με την αντίδραση της Ρενέ.
Έκανε σαν μικρό κοριτσάκι που του αγόραζαν το καλήτερο δώρο.«Και εσείς αγόρια κουνηθείτε!Όσο εμείς ετοιμάζουμε το σπίτι,εσείς θα πάτε στο αεροδρόμιο να την πάρετε.»ο Νόα της έριξε ένα αυστηρό βλέμμα,αλλά εκείνη δεν πτοήθηκε,ήξερε να τον πείθει με ένα απλό,αισθησιακό βλέμμα.
Με βαριά καρδιά πατέρας και γιος έφυγαν από το σπίτι αφήνοντας τις δύο γυναίκες μόνες.
Στόλισαν το τραπέζι,σέρβιραν το φαγητό στα πιάτα και καθάρισαν την κουζίνα.
Έπεσαν και οι δύο εξουθενομένες στον καναπέ,θέλοντας να δώσουν στον εαυτό τους λίγη ώρα ξεκούρασης.
Η Αλίσια λίγα λεπτά μετά σηκώθηκε και κατευθύνθηκε προς το δωματιό της θέλοντας να ετοιμαστεί και αμέσως μετά την ακολούθησε η Ρενέ.
Ήταν και οι δύο πανέμορφες,η Ρενέ ίσως λίγο παραπάνω,αφού το Σμαραγδή φόρεμα που είχε φορέσει την έκανε τρομερά ελκυστηκή και ταίριαζε με τα καταπράσινα,αμυγδαλωτά της μάτια.
Φυσικά και ήθελε να εντυπωσιάσει την φίλη της,για αυτό είχε ντυθεί και έτσι.
Οι γυναίκες τα είχαν αυτά τα κολλήματα...
«Είμαι καλή;»
«Είσαι εκθαμβωτική..αναρωτιέμαι αν υπάρχει άλλη γυναίκα σαν εσένα τόσο όμορφη.
Είμαι σίγουρη πως η φίλη σου θα σε λατρέψει.»τα μάγουλα της Ρενέ πήραν μία ροδακινί απόχρωση και  κολακευμένη από τα λόγια της Αλίσιας της έκανε μία τρυφερή αγκαλιά.
Το κουδούνι της πόρτας ήχησε!
Η Αλίσια κατέβηκε τις σκάλες γρήγορα και άνοιξε την πόρτα βιαστικά.
Το θέαμα που αντίκρισε έκανε το σαγόνι της να φτάσει μέχρι το πάτωμα.«Τι κάνεις εδώ;»η φωνή της ίσα που ακούστηκε.
Ήταν για άλλη μία φορά ντυμένος στα μαύρα,με τα κοντοκουρεμένα μαλλιά του να χορεύουν έξαλλα εξαιτίας του απαλού αέρα και το υπέροχο χαμόγελο να στολίζει όπως πάντα τα χείλη του.
«Με κάλεσε η Ρενέ στο δείπνο.»απάντησε απαλά και έσκυψε να αφήσει ένα βιαστικό φιλί στα χείλη της που δεν ικανοποίησε καθόλου την φλόγα που σιγόκαιγε μέσα του από την στιγμή που την είδε ξανά.«Άντριαν!»αναφώνησε η Ρενέ και έτρεξε κοντά του βαζοντάς τον στην αγκαλιά της.
«Προς τι τόση επισημότητα;Παρεπιπτόντως είσαι πανέμορφη.»της είπε γλυκά και εκείνη χαμογέλασε.
«Θα έρθει μία φίλη μου από την Νέα Υόρκη.
Πανέμορφη και ελεύθερη.
Έχω τόσο καιρό να την δω και ήθελα να την εντυπωσιάσω.»η Αλίσια έσμιξε τα φρύδια της μπερδεμένη με την υποσημείωση "πανέμορφη και ελεύθερη".Τι στο καλό συνέβαινε εδώ;
«Μπορώ να σου πω;»έπιασε την Ρενέ από τον αγκώνα και την έσυρε μέχρι την κουζίνα.
«Τι στο καλό κάνεις;»
«Δεν κάνω τίποτα βρε αγάπη μου,απλα σκεφτόμουν μόνη εκείνη,μόνος και ο Άντριαν γιατί όχι;Μπορεί να ταιριάξουν.»
Τα νεύρα της Αλίσιας χτύπησαν κόκκινο.Εκείνη την στιγμή ήθελε να φωνάξει με όλη την δύναμη της ψυχής της πως ο Άντριαν δεν ήταν καθόλου μόνος.
Είχε εκείνη...
«Μην ανακατεύεσαι με τις ζωές των άλλων..»γρύλισε και έφυγε από το δωμάτιο χτυπόντας με δύναμη στο πάτωμα τα μποτάκια της.
Ο Άντριαν παρατήρησε την αλλόκοτη συμπεριφορά της,αλλά μόλις προσπάθησε να την πλησιάσει και να της μιλήσει,η πόρτα άνοιξε και τον σταμάτησε.
Η Αλίσια έστρεψε το βλέμμα της αδιάφορα προς την πόρτα και της κόπηκε η ανάσα μόλις είδε την γυναίκα που μπήκε δειλά δειλά στο σπίτι.
Ήταν πραγματικά πανέμορφη...
Ήταν ψιλή...με μακριά πόδια και αδύνατη κορμοστασιά.Είχε μακριά μαύρα μαλλιά που τα είχε πιάσει σε έναν ατυμέλητο κότσο και πανέμορφα γκρίζα μάτια.Αυτό όμως που κέρδιζε ήταν το λαμπερό χαμόγελό της.
Άσχημες σκέψεις αναστάτωσαν το μυαλό της.
Αν ο Άντριαν ερωτευτεί όντως αυτή την γυναίκα;
Δάκρυα μαζεύτηκαν στα πράσινα μάτια της.
Έβαλε όμως ολη της την δύναμη και τα συγκράτησε πριν κυλήσουν στα μάγουλά της και αμέσως φόρεσε το καλητερό της χαμόγελο.
«Έμιλι..»τσίριξε η Ρενέ και έπεσε στην αγκαλιά της γυναίκας γελώντας.
«Αχ Ρενέ μου πόσα χρόνια.»
«Πέρνα μέσα να σου συστήσω την οικογένια.»της είπε με ένα γελάκι και η γυναίκα έγνεψε.
«Από εδώ η Αλίσια και ο Άντριαν...οικογενειακός φίλος.Τον Νόα και τον Σαμ τους γνώρισες.»
Η Έμιλι άπλωσε ευγενικά το χέρι της προς την Αλίσια για χειραψία και εκείνη με βαριά καρδιά ανταπέδωσε,έπειτα έστρεψε το βλέμμα της προς τον Άντριαν και χαμογέλασε συνεπαρμένη από την ομορφιά του νεαρού άντρα.
«Λοιπόν θέλετε να περάσουμε στο τραπέζι;»

Χεεεειιι τι μου κάνετε;

Και εγώ καλά😂😂

Να το κεφαλαιο...ελπίζω να σας αρέσει
Αφήστε ψηφάκια και σχολιάκια ❤️για τον Άντριαν 😉

Σαν την καλή ζωήWhere stories live. Discover now