...Που θα πάμε;...{24}

2K 164 8
                                    

Don't let insecure thoughts ruin something amazing.

Ιδρώτας έτρεχε στην πλάτη του καθώς χτυπούσε το τσεκούρι με μανία πάνω στο κούτσουρο

Oops! This image does not follow our content guidelines. To continue publishing, please remove it or upload a different image.

Ιδρώτας έτρεχε στην πλάτη του καθώς χτυπούσε το τσεκούρι με μανία πάνω στο κούτσουρο.
Ο σωρός με τα καυσόξυλα δίπλα του μεγάλωνε γρήγορα.
Λάτρευε την σωματική εργασία.Τον βοηθούσε να καθαρίσει το μυαλό του.
Δεν θα του έδινε απαντήσεις όμως...
Δεν θα τον βοηθούσε να χειριστεί τα συναισθήματα που ένιωθε...
Δεν θα τον βοηθούσε να αντιμετωπίσει το παρελθόν του...
Με οργή έσπασε και το τελευταίο κούτσουρο και έπεσε πίσω εξουθενομένος.
Σκούπησε με την αναστροφή της παλάμης τον ιδρώτα που έτρεχε από το μέτωπο του και ξάπλωσε στο κρύο χορτάρι.
Από εχθές που τον είχε επισκεφτεί η μητέρα του το μυαλό του είχε γίνει ένα κουβάρι.
Η Αλίσια ζητούσε απαντήσεις για το παρελθόν του που εκείνος δεν ήταν έτοιμος να δώσει...
Κάθε στιγμή της παιδικής του ηλικίας ήταν ένας δαίμονας που τον κατεδίωκε μέχρι τώρα.
Πως μπορούσε έτσι απλά να ξεστωμίσει όλα αυτά τα γεγονότα.
Έστρεψε το βλέμμα του προς το σπίτι της.
Το παράθυρο του δωματίου της ήταν ανοιχτό.
Εκείνη ήταν εκεί..
Μπορούσε να παρατηρήσει κάθε λεπτομέρεια της ψιλής κορμοστασιάς της και ας ήταν μέτρα μακριά.
Έκλεισε τα μάτια του και έφερε στο μυαλό του όλες τις στιγμές που είχαν περάσει μαζί όλα αυτά τα χρόνια.
Όταν την γνώρισε ήταν μόλις τεσσάρων χρονών.Ένα τόσο δα πλασματάκι,τόσο μικρό που φοβόσουν να το αγγίξεις.
Ήταν μία μικρή ηλιαχτίδα που γέμισε την άδεια του ζωή γεμάτη φως.
Και τώρα δεν ήταν μόνο αυτό,αλλά και η γυναίκα που τον μάθαινε να αγαπά ξανά.
«Μαλάκα,τι στο καλό;»άνοιξε τα μάτια του και κοίταξε όλο περιέργεια τον άντρα που στεκόταν πάνω από το κεφάλι του.
Ο Κρις είχε σταυρώσει τα χέρια του μπροστά από το στέρνο του και κοιτούσε θυμωμένα τον φίλο του.
Ο Άντριαν σηκώθηκε και τίναξε το παντελόνι του με νεύρο.
«Λουφάρεις και εμείς έχουμε λιώσει στην δουλειά.
Τι έγινε η μικρή σε ξεπατώνει;»για έναν περίεργο λόγο τα λόγια του Κρις έσταζαν κακία.
Ο Άντριαν τον πλησίασε και τον έπιασε βίαια από το μπλουζάκι που φορούσε.
«Σκάσε!»γρύλισε και του έριξε ένα βλοσυρό βλέμμα.
Αν το βλέμμα του τον σκότωνε θα ήταν ήδη νεκρός.
Τον έσπρωξε με δύναμη και εκείνος έπεσε κάτω.
«Μην τολμήσεις να ξαναμιλήσεις ποτέ για εκείνη.»
«Σε κάνει ότι θέλει!»έφτυσε με μανία τις λέξεις.
Τον αγνόησε και άρχισε να περπατά προς την αντίθετη πλευρά του χωραφιού.
Έφτασε στο οινοποιείο και μπήκε μέσα.
Ένιωθε ακόμα το αίμα να βράζει μέσα στις φλέβες του,αλλά προσπάθησε να φερθεί φυσιολογικά.
«Ο Κρις;»ρώτησε απλά ο Νόα.
«Έχει μία δουλειά.»πέταξε αδιάφορα και κάθισε σε μία καρέκλα.
Ένιωθε το κεφάλι του έτοιμο να σπάσει.
Το μόνο που ήθελε ήταν ένα φιλί της,ένα φιλί της και θα ηρεμούσε.Συχαινόταν να είναι μαλωμένοι και να μην του μιλάει.
Ήταν ένα είδος κόλασης για εκείνον.
«Άντριαν;Άντριαν;Είσαι καλά;»
«Ναι..μία χαρά γιατί;»
«Είσαι χλωμός και τόση ώρα σου μιλάω και δεν νομίζω πως με ακούς.»
«Πρέπει να με πείραξε η ζέστη.»Ήταν η πιο ηλίθια δικαιολογία που είχε πει στην ζωή του,ήθελε να γελάσει με τα χάλια του.
«Η αλήθεια είναι πως δεν φαίνεσαι και πολύ καλά.
Νομίζω πως δουλεύεις υπερβολικά!
Μήπως να πας σπίτι να ξεκουραστείς;
Θα κανονίσει ο Μαρκ τις παραγγελείες.»προσπάθησε να φέρει αντίρρηση,μα ο Νόα δεν άκουγε τίποτα.
Σχεδόν τον έδιωξε από το οινοποιείο για να πάει να ξεκουραστεί.

Σαν την καλή ζωήWhere stories live. Discover now