Kεφάλαιο 26o

1.9K 201 13
                                    

Στο προαύλιο του νοσοκομείου ο Λουκάς προσπαθούσε να ηρεμίσει και να συγκεντρώσει τις σκέψεις του. Κοίταξε τον ουρανό που είχε αρχίσει να σκοτεινιάζει και χαμογέλασε με τα λιγοστά σύννεφα που είχαν πάρει ένα όμορφο κόκκινο χρώμα που του θύμιζε το χρώμα των μαλλιών της Νόρας και αναστέναξε στη σκέψη της . Θα του χάριζε ένα μωρό. Το δικό τους μωρό. Αυτή η σκέψη ήταν αρκετή για να τον κάνει να βουρκώσει . Δεν τον προβλημάτισε στιγμή που ήρθε τόσο νωρίς στην ζωή τους . Για εκείνον ήταν δεδομένο πως αυτή η γυναίκα ήταν η γυναίκα της ζωής του, άρα ένα μωρό από εκείνη οποιαδήποτε στιγμή και αν ερχόταν στην ζωή τους θα ήταν ευπρόσδεκτο .

Η ηρεμία που του έφεραν αυτές οι σκέψεις ξεκαθάρισαν κάπως και το σκηνικό με τον Νίκο . Όταν τον είδε μπροστά του τόσο άνετο του ανέβηκε το αίμα στο κεφάλι όμως αυτό που τον έκανε να χάσει τον έλεγχο ήταν αυτός ο γελοίος υπαινιγμός σχετικά με τον ανδρισμό του . Εκείνη την στιγμή δεν το κατάλαβε αλλά τώρα μπορούσε να δει πως αυτό ήταν ένα συμπέρασμα που δεν θα μπορούσε να καταλήξει μόνος του . Όλο το σκηνικό θύμιζε Ζέτα. Προφανώς τον είχε βρει και τον είχε πλησιάσει για να τους δημιουργήσει προβλήματα και αυτός ήταν τόσο χαζός που έπεφτε στην παγίδα της .

Με τον εαυτό του ήταν θυμωμένος τελικά , όχι με τον Νίκο .

Ο ουρανός είχε αρχίσει να σκοτεινιάζει πια και ο Λουκάς αποφάσισε πως αρκετή ώρα είχε κρατηθεί μακριά από την γυναίκα του για βλακείες . Κατευθύνθηκε στο ανθοπωλείο του νοσοκομείου και όση ώρα η πωλήτρια έφτιαχνε την ανθοδέσμη που της ζήτησε ,τηλεφώνησε στην μητέρα του .

«Έλα μαμά. Έχω ευχάριστα . Η Νόρα συνήλθε. Αλήθεια λέω . Θα έκανα πλάκα με κάτι τέτοιο βρε μαμά ; Τώρα πάω να μιλήσω και με τους γιατρούς αλλά θέλω μια χάρη. Τι λες να έρθεις από εδώ; Τώρα. Σκέφτηκα να πάρεις τους γονείς της Νόρας στο σπίτι για να τους περιποιηθείς λίγο και να τους γνωρίσεις . Εντάξει σε περιμένω. Κι εγώ σε αγαπώ.» της είπε και έκλεισε το τηλέφωνο με ένα χαμόγελο στα χείλη .

Έξω από το δωμάτιο της Νόρας ,οι γονείς της κοιτούσαν ανήσυχοι, μια προς την πόρτα του δωματίου και μια προς την έξοδο.

«Μου λες πού είναι τόση ώρα; Και τι κάνουν όλοι αυτοί οι γιατροί εκεί μέσα;» ρώτησε ανυπόμονα ο Περικλής .
«Ξεχνάς πως σήμερα ανέκτησε πλήρως επαφή Περικλή μου; Έχουν να της κάνουν ένα σορό εξετάσεις .» του είπε ήρεμα η Στέλλα . «Να και ο Λουκάς...»
«Άντε βρε αγόρι μου! Είναι μέσα οι γιατροί και μας είπαν μόλις έρθεις να σου πούμε πως θέλουν να μπεις. Γιατί θέλουν εσένα αφού είμαστε εμείς εδώ ;» τον ρώτησε καχύποπτα και ο Λουκάς χαμογέλασε .
«Αμάν βρε Περικλή με τη γκρίνια σου ! Για να θέλουν το Λουκά κάτι παραπάνω θα ξέρουν οι άνθρωποι. Άντε Λουκά μου μπες.» του είπε γλυκά η Στέλλα .

ΠεπρωμένοΌπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα