Κεφάλαιο 4Λίγο μετά τις εννέα το πρωί η Νόρα αποχαιρέτησε την Μαργαρίτα και τον Αχιλλέα και ξεκίνησε για το χωριό. Σε όλη τη διαδρομή ένιωθε νευρική κι ένας περίεργος κόμπος έσφιγγε το στομάχι της, ενώ σκέψη πως αυτό το ταξίδι ίσως να ήταν μάταιο και πως είχε βιαστεί, στριφογυρνούσε συνεχώς στο κεφάλι της , μα αποφάσισε να την αγνοήσει και αγχωμένη συνέχισε να οδηγεί ως την Ελάτη που απείχε μόλις σαράντα λεπτά από την πόλη των Ιωαννίνων.
Φτάνοντας λίγο έξω από το χωριό, ένιωσε γεμάτη ενθουσιασμό κι μια απέραντη αγαλλίαση. Το κατάφυτο τοπίο γύρω της ήταν μαγικό και δεν μπόρεσε παρά να σταθεί στην άκρη του δρόμου και να το χαζέψει.
Παντού γύρω της έβλεπε πανύψηλα έλατα και τα λιγοστά σπίτια του χωριού ήταν λες και ξεπετάγονταν σαν μανιτάρια μέσα από τα θεόρατα δέντρα που τα περιτριγύριζαν, ενώ κάποια από αυτά είχαν ντυθεί ήδη με τα πορτοκαλοκίτρινα φθινοπωρινά τους φύλλα. Η εικόνα που είχε μπροστά της έμοιαζε βγαλμένη μέσα από πίνακα ζωγράφου.
Μαγεμένη από την άγρια ομορφιά του τόπου της, πήρε βαθιά ανάσα κι άφησε τον παγωμένο αέρα να γεμίσει τους πνεύμονες της με αμόλυντο οξυγόνο και τη μυρωδιά της βρεγμένης γης να γεμίσει την καρδιά της με ευφορία και ελπίδα.
Μπήκε στο αυτοκίνητο της ξανά και οδήγησε μέχρι το σπίτι του παππού της που βρισκόταν κρυμμένο σε κάποιο από τα πλακόστρωτα σοκάκια του χωριού. Φτάνοντας ακριβώς έξω από την πόρτα του πέτρινου σπιτιού, παρατήρησε μια όμορφη γυναίκα γύρω στα πενήντα, που κρίνοντας από το γνώριμο χαμόγελο της, ήταν η Μάρω, η ανιψιά του παππού της.
ΔΙΑΒΑΖΕΙΣ
Όταν ανθίζουν οι αμυγδαλιές
RomanceΗ αμυγδαλια θεωρειται απο πολλους η νυφη του Βορια, αφου σε πεισμα του χειμωνα εκεινη ανθιζει και στολιζει με τα διακριτικα και ευθραυστα ανθη της την παγωμενη φυση, προκαλοντας τη να ξυπνησει απο τη χειμερια ναρκη της. Οι αμυγδαλιες ανθιζουν το χει...