Κεφάλαιο 49- Η οικογένεια που επέλεξα

492 65 7
                                    

Εκείνο το βλέμμα το γνώριζα πλέον καλά. Με κοιτούσε σαν μικρό παιδί που ετοιμαζόταν να μου ζητήσει να πάμε βόλτα ή να του πάρω ένα παγωτό σοκολάτα. Με κοιτούσε χωρίς να λέει τίποτα. Κρατούσε το κουτάλι και ανακάτευε επίμονα τον γαλλικό καφέ που της είχα φτιάξει. Τώρα την κοιτούσα και εγώ με το γνωστό μου βλέμμα που αντιστοιχούσε στο ''τι συμβαίνει;'' 

''Πως κατάλαβες ότι κάτι συμβαίνει;'' με ρώτησε

''Πάνε τόσα χρόνια πια! Γνωρίζω κάθε γκριμάτσα του προσώπου σου από έξω! Τι συμβαίνει λοιπόν;''

'' Θέλω μια χάρη'' 

''Ωχ''

''Όχι όχι! Θα σου αρέσει. Σου αρέσει να γράφεις...''

''Είναι γεγονός! Αλλά τι να γράψω;''

''Την γνώμη σου''

''Για ποιο πράγμα;''

''Για εμένα''

''Την ξέρεις!! Δεν χρειάζεται να την γράψω''

''Κι όμως... Σε παρακαλώ. Την χρειάζομαι''

''Δεν μπορώ να σου πω όχι...'' είπα και χαμογέλασα. 

Μυστήρια γυναίκα... Ακόμα και τώρα που την γνωρίζω τόσα χρόνια, συνεχίζω να πιστεύω πως είναι ο πιο μυστήριος άνθρωπος που έχω γνωρίσει στην ζωή μου. 

Δεν έχει σημασία τι έχω κάνει στην ζωή μου μέχρι να φτάσω στην πρώτη γυμνασίου. Τουλάχιστον δεν έχει σημασία στην συγκεκριμένη περίπτωση. Νιώθω πως πρέπει να διευκρινίσω μόνο δύο πράγματα: 

1. Την αγάπη μου για την διδασκαλία και το σχολείο. 

2. Την ανάγκη να βρω κάποιον που να με καταλαβαίνει. 

Αγιασμός. Περιβάλλον άγνωστο. Τους περισσότερους συμμαθητές μου δεν τους γνώριζα. Καθόμουν σε μια γωνίτσα περιμένοντας το κουδούνι να χτυπήσει για να ξεκινήσουμε. Παρατηρούσα τις παρέες, τους καθηγητές που πηγαινοερχόταν μέσα-έξω...  Άκουσα τον ήχο του κουδουνιού και πλησίασα τους υπόλοιπους συμμαθητές μου. Μπήκαμε σε μια σειρά. Καθόμουν δίπλα από μια κοπέλα που δεν γνώριζα. Απέναντί μας οι καθηγητές. Όλοι καλοντυμένοι και με ένα χαμόγελο στα χείλη. Και τότε, εκεί που τους παρατηρούσα, μια μύγα κάθισε στο αριστερό μου ώμο. Γύρισα για να την διώξω και με την άκρη του ματιού μου είδα εκείνη. Σε αντίθεση ( και πιθανώς σε αντίδραση) με όλους τους άλλους συναδέρφους της, φορούσε μια άσπρη απλή μπλούζα και ένα τζιν παντελόνι. Είχε μαζεμένα τα μαλλιά της κοτσίδα και δεν χαμογελούσε. Καθόταν πιο μακριά από τους άλλους. 

Η ζωή που δεν ήθελα να ζήσω [GWattpadies]Όπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα