Κεφάλαιο 11- Αγνή αγάπη

742 89 1
                                    


Ο καιρός παιρνούσε και εγώ φούσκωνα και φούσκωνα. Την δουλειά την είχα σταματήσει από τον πέμπτο μήνα της εγκυμοσύνης μου. Θυμάμαι την τότε διευθύντριά μου, τον μέντορα μου, να με κοιτάει με ένα βλέμμα ευγνωμοσύνης και αγάπης. Θα έβγαινε σε σύνταξη σε δύο μήνες και έτσι ίσως να μην με έβλεπε και ποτέ ξανά. Αφού με αγκάλιασε μου έδωσε μια σακούλα γεμάτη βιβλία.

''Είσαι άξια συνάδερφος Κριστίνε. Αυτά είναι τα βιβλία μου. Δεν θα τα ξαναχρειαστώ. Στα εμπιστεύομαι... Έχω περάσει μαζί τους πολλά χρόνια της ζωής μου. Είναι ο θησαυρός μου.''

''Είστε σπουδαία γυναίκα κυρία Στούρμερ. Θα ευχαριστώ από την καρδιά μου... Θα τα προσέχω σαν να είναι ο δικός μου θησαυρός'' 

Έτσι έφυγα από το σχολείο... Με μια σακούλα βιβλία, ένα χαμόγελο στα χείλη και αγάπη στην καρδιά. 

Είχα μπει αισίως στον όγδοο μήνα. Η κούραση ήταν μεγαλύτερη όπως και η ανυπομονησία. Λίγο είχε μείνει... Λίγο και θα κρατούσα την μονάκριβή μου κόρη στα χέρια μου. Το παιδί που περίμενα σχεδόν σαράντα ολόκληρα χρόνια. 

Καθόμουν στο σαλόνι εκείνη τη μερά και διάβαζα δυνατά ένα βιβλίο που είχα δανειστεί από την βιβλιοθήκη του πανεπιστημίου. Μου άρεσε να διαβάζω δυνατά για να ακούει και η μικρή μου. Το είχα κάνει συνήθεια... Κάθε απόγευμα από ένα κεφάλιο... Μερικές φορές ίσως και δύο. Έτσι, κάθε φορά που τελείωνα ένα κεφάλαιο ήξερα ότι έφτανα λίγο πιο κοντά στην γέννα.  Τα απογεύματα ήμουν μόνη στο σπίτι καθώς συνήθως ο Γιώργος είχε παράδοση στο πανεπιστήμιο. 

Το τηλέφωνο χτύπησε. 

''Παρακαλώ'' είπα

''Καλησπέρα. Είστε η κυρία Κριστίνε;''

''Η ίδια. Ποιος είναι;''

''Κυρία Κριστίνε, ήσασταν η τελευταία με την οποία συνομίλησε -από ότι μπορέσαμε να διαπιστώσουμε- ο κύριος Γιώργος Χρήστου'' 

''Ποιος είστε;''

''Ο κύριος Χρήστου είχε ένα ατύχημα με το αυτοκίνητο. Μεταφέρετε στο νοσοκομείο''

Το τηλέφωνο έπεσε από τα χέρια μου. Το ίδιο και εγώ. Έχασα τις αισθήσεις μου αφού ένιωσα δύο πόνους. Έναν στην καρδιά και έναν δυνατό στην κοιλιά μου. 

Όπως έμαθα αργότερα, ο Χένριχ ήθελε να έρθει εκείνο το απόγευμα από σπίτι. Στο σταθερό δεν μπορούσε να με βρει, το κινητό δεν το σήκωνα και ανησύχησε. Ήταν εκείνος που με βρήκε λιπόθυμη στο πάτωμα του σαλονιού. 

Η ζωή που δεν ήθελα να ζήσω [GWattpadies]Where stories live. Discover now