Κεφάλαιο 48- Παίρνοντας και δίνοντας αγάπη, διπλή

Start from the beginning
                                    

Καμιά φορά, λυπάμαι την μαμά μου. Λυπάμαι την μαμά μου που απέκτησε έτσι ένα παιδί. Την λυπάμαι που καμία φορά μπορεί να με κοιτούσε -και να με κοιτάει ακόμα- και στο μυαλό της να έρχεται εκείνη η νύχτα. Φαντάζομαι την αντίδρασή της όταν έμαθε για την ύπαρξή μου. Την οργή της... Ήθελε πολύ ένα παιδί. Εξάλλου το γεγονός ότι δεν μπορούσε να συλλάβει της κατέστρεψε τον γάμο.  Ήθελε ένα παιδί. Μα δεν ήθελε να το αποκτήσει έτσι... 

Η ημέρα της γέννησής μου δεν αποτελούταν από πάρτι και συγγενείς στο νοσοκομείο. Η μαμά μου δεν με κράτησε στην αγκαλιά της μετά το πρώτο μου κλάμα. Γεννήθηκα πρόωρα. Δεν άντεξα πιθανώς τον πόνο που ένιωσε η μαμά μου όταν της ανακοίνωσαν το τροχαίο που είχε ο μοναδικός άνθρωπος που στάθηκε πραγματικά δίπλα της σε ολόκληρη την εγκυμοσύνη. Έτσι λοιπόν, η μητέρα μου ήταν ναρκωμένη όταν εγώ ανέπνευσα για πρώτη φορά. Άτυχη μέχρι και εκεί... 

Οι πρώτες μου αναμνήσεις ξεκινούν στην Καστοριά. Μεγάλωνα μαζί με την μαμά μου και τον Γιώργο, τον νέο της σύζυγο και τον πρώτο άντρα που γνώρισα για πατέρα. Τον λάτρευα τον Γιώργο. Παρακολουθούσα με τις ώρες τις ζωγραφιές του, ήθελα να πηγαίνω παντού μαζί του. Γνώριζα την ύπαρξη του πραγματικού μου πατέρα. Μιλούσα μαζί του σχεδόν κάθε μέρα... Θυμάμαι έντονα να μου λέει:'' Μην ξεχνάς την καταγωγή σου, την γλώσσα σου και τον πατέρα σου''. Έτσι και έγινε. Ζούσα στην Ελλάδα και δεν γνώριζα ελληνικά. Με την μητέρα και τον πατέρα μου μιλούσα αποκλειστικά στα γερμανικά. Και στο σπίτι μας στην Ελλάδα, τα ελληνικά τα χρησιμοποιούσαμε ελάχιστα. Έτσι, έζησα έξι χρόνια και κάτι μήνες σε μια χώρα η οποία φάνταζε εντελώς άγνωστη και αφιλόξενη σε εμένα. 

Εκεί πάτησε και ο πατέρας μου. Με πήρε μακριά από την οικογένειά μου στην Ελλάδα. Μακριά από την μαμά μου, μακριά από τον Γιώργο μου και μακριά από τον αδερφό που είχα αποκτήσει, τον αδερφούλη μου, τον Σεραφείμ. 

Θυμάμαι ακόμα την μέρα που πέταξα για Μόναχο. Μόνη μου... 

Θυμάμαι πως προσπάθησα να μην κλάψω μπροστά τους μα έκλαιγα μόνη μου δύο ώρες στο αεροπλάνο. Φοβόμουν. Δεν ήθελα να φύγω μακριά από την μανούλα μου. Ένιωθα μόνη μου. Τον βιολογικό μου πατέρα τον γνώριζα ελάχιστα. Τον είχα δει πολύ λίγες φορές από κοντά. Για εμένα, ήταν μια φωνή στο τηλέφωνο, μια φωτογραφία, μια εικόνα στο σκάιπ. Δεν ήταν ένας άνθρωπος πραγματικός και πόσο μάλλον πατέρας μου. 

Ήθελα να μείνω εκεί, στην Καστοριά και ας μην ήξερα ελληνικά και ας δυσκολευόμουν. Ήθελα τον αδερφό μου. Τον αδερφό που περίμενα τόσα χρόνια. Εκείνο το μωρό, για το οποίο όλοι μαζί ετοιμάζαμε το δωμάτιό του. Τον αδερφό που δεν αγάπησα ποτέ λιγότερο επειδή δεν ήταν βιολογικός μου αδερφός. Δεν είχε σημασία ποτέ για εμένα. Ήταν σαν να είχαμε μεγαλώσει στην ίδια μήτρα. 

Η ζωή που δεν ήθελα να ζήσω [GWattpadies]Where stories live. Discover now