Κεφάλαιο 8

47 7 56
                                    

Όλες οι καταιγίδες όμως, όσο ισχυρές κι αν είναι, κάποτε κοπάζουν. Τα σύννεφα διαλύονται, καθαρίζουν τον ουρανό και δίνουν τη θέση τους στον ήλιο που στεγνώνει τη γη με το φως και τη ζεστασιά του. Το ίδιο συνέβη και με την καταιγίδα της Μαργαρίτας, αν και της πήρε λίγο χρόνο να την κατευνάσει ολοκληρωτικά.

Έτσι, η άνοιξη πια κυλούσε ήσυχα και ατάραχα στην μικρή τους πόλη. Το ίδιο και η ζωή της Μαργαρίτας, κι ας είχε σπάσει για αρκετό καιρό κάτι μέσα της μετά τον τσακωμό με τη μαμά. Στο σχολείο τα παιδιά δεν είχαν πια πρόθεση να της επιτεθούν ή να την κοροϊδέψουν. Κάποια της μιλούσαν φιλικά και άλλα απλώς την αγνοούσαν χωρίς να την πειράζουν. Ήταν καλή στα μαθήματα, η καλύτερη στην τάξη της ίσως. Στα διαλείμματα έπαιζε με τον Θησέα και πού και πού έμπαιναν διστακτικά στην παρέα τους κι εκείνα τα δυο κορίτσια από την τάξη της Μαργαρίτας που τα είχε δει την ημέρα των γενεθλίων της να θαυμάζουν τα λουλούδια της: η Δανάη και η Θάλεια.
«Είναι σίγουρα εντάξει αυτές;» ρώτησε μια φορά ο Θησέας τη Μαργαρίτα στον δρόμο για το σπίτι.
Γυρνούσαν κάθε μέρα μαζί, εκτός κι αν έρχονταν - πράγμα που συνέβαινε σπάνια - να τους πάρουν οι γονείς τους από το σχολείο.
«Μου ζήτησαν συγγνώμη που μου φέρθηκαν έτσι στην αρχή. Είναι καλά κορίτσια τελικά» απάντησε εκείνη.

Όταν δεν είχε σχολείο, η Ίριδα την προπονούσε μυστικά στον έλεγχο της φωτιάς. Ήταν δύσκολο. Η Μαργαρίτα ήταν ακόμα αδέξια και κάθε λάθος με τη φωτιά μπορούσε να πάρει πολύ άσχημη τροπή, όπως είχε πει και η Δάφνη στο γράμμα της. Δοκίμαζαν πάντα με μια μικρή φλόγα, συνήθως ενός κεριού, κι η αλήθεια ήταν πως δεν σημείωνε μεγάλη πρόοδο. Είτε ζητούσε από τη φλόγα να μεγαλώσει, είτε να μικρύνει, ελάχιστες ήταν οι φορές που εκείνη ανταποκρινόταν, κι όταν το έκανε, μικρή ήταν η διαφορά από πριν. Είχε σχεδόν απελπιστεί.
Δε θα μάθω ποτέ να το κάνω, σκεφτόταν τα βράδια ξάγρυπνη στο κρεβάτι της. Δε θα τα καταφέρω. Αχ, να μπορούσε να έρθει εδώ η μάγισσα Δάφνη να με προπονήσει ή να πάω εγώ στο νησί! Ίσως να απαντούσε και στις ερωτήσεις που έχω...

Παρ’όλα αυτά, η δύναμη που ασκούσε στο νερό και τη γη μεγάλωνε κι άλλο. Το αισθανόταν. Πλέον αισθανόταν πως άκουγε τη φωνή των λουλουδιών και του ποταμού κοντά στο σπίτι της, πως ένιωθε τον παλμό τους, σαν να είχαν κι αυτά ανθρώπινες καρδιές, πως τα αισθανόταν να καταλαβαίνουν την παρουσία της, να προσπαθούν να της μιλήσουν, να την αγγίξουν. Είχε την εντύπωση πως όταν περπατούσε στον λόφο, το χορτάρι της χάιδευε απαλά τους αστραγάλους και τα λουλούδια έγερναν στο φύσημα του αέρα. Πως άκουγε κι έβλεπε πράγματα που κανείς άλλος δεν μπορούσε να δει και να ακούσει. Ο λόφος καμάρωνε πια ανθοστόλιστος χάρη στα χέρια της κι όλη η πόλη είχε εντυπωσιαστεί. Είχαν χρόνια να ξαναδούν τέτοια ολάνθιστη άνοιξη, ως κι οι εφημερίδες το έγραφαν. Κανείς όμως δεν φανταζόταν ότι όλα αυτά οφείλονταν σ’ ένα εντεκάχρονο κοριτσάκι που είχε γεννηθεί Μάγισσα της Φύσης και έκανε τα λουλούδια να ξεμυτίζουν από τη γη με την ίδια ευκολία που έπινε κανείς ένα ποτήρι νερό. Κανείς, εκτός από μία.

ΜαργαρίταNơi câu chuyện tồn tại. Hãy khám phá bây giờ