Party

67 6 1
                                    

13.00

Τρίβω τα μάτια μου και νιώθω πως έχω κοιμηθει πολύ ώρα. Μα φυσικά. Κοιτάζω στο κινητό μου και η ώρα έχει πάει ήδη 13.00 το μεσημέρι. Κοιταω γυρω μου μα δεν βλέπω την Γεωργία.
"Γεωργία;"
Φωνάζω καθώς είμαι ακόμα ξαπλωμένη στο μαλακό στομα του κρεβατιού μου. Μάλλον πρέπει να λείπει. Ανοίγω το κινητό μου και έχω μηνύματα από τους γνωστούς. Αλλά κι από έναν ακόμα.
Τζάστιν:
"Που ησουν χθες;"
Δεν απαντάω στο μήνυμα του.
Παίρνω τηλέφωνο τον αδερφό μου.
"Ελα καλημερα."
"Τώρα ξύπνησες"
"Α ναι. Τι κανεις;"
"Καλά είμαι, καλά εσείς;"
"Κι εμείς καλά. Η Γεωργία δεν ξέρω που είναι. Δεν ειναι εδώ."
"Εχει όντως αγόρι;"
"Αα ναι."
Λέμε όλα τα νέα μας κι κλείνουμε. Παίρνω ένα τηλέφωνο και τον Στεφαν. Μιλάμε για 40 λεπτά και μετά σηκονομαι, μπαίνω στο μπάνιο και διαλέγω από την ντουλάπα ένα μαύρο σορτς και μια μαυρη μπλουζα.
Βαζω παπούτσια και πιάνω εναν κότσο τα μαλλιά μου. Πάω κάτω στέλνοντας ένα μήνυμα στην Γεωργία να έρθει στο μπαρ αλλά είναι ήδη εκεί. Με τον Ράιαν, τον Τζάστιν και τον Τζέισον.
"Καλημερα."
"Καλημέρα."
Μου λένε όλοι.
"Τώρα ξύπνησες ρε;" Με ρωτάει η Γέω.
"Εδώ και καμιά ώρα."
"Δεν φαίνεται."
Γελάει ο Τζάστιν.
Δεν του μιλάω.
"Δεν πείνας;"
"Ναι βασικά. Θα φάμε μια και καλή για μεσημέρι μωρέ σε καμία ώρα."
"Σωστά."
Γι κάποιο λόγω η κοιλιά μου δένεται κόμπος όταν τον κοιτάω. Θέλω να τον φιλήσω και να μην σταματήσω πότε. Η καρδιά μου πάει γρήγορα. Έτσι νιώθω έστω. Μα τι έχω πάθει; Γιατί με αυτόν;
"Θα ερθετε στο πάρτι σήμερα που γινεται;"
"Σωστά είναι Παρασκευή. Αγάπη μου θα έρθεις ε;" Ρωτάει ο Ράιαν την Γέω.
"Θα πάμε;"
"Πήγαινε." Της απαντάω.
"Ελα κι εσύ." Μου λέει ο Τζάστιν.
"Να μου λείπει."
"Ελα μωρέ. Θα γνωρίσεις κι άλλα παιδιά."
Μου λέει ο Τζέισον.
"Καλά."
"Εύκολη."
Μου λέει ο Τζάστιν κι δεν αντέχω να μην μιλήσω ξανά.
"Ρε μαλακισμένο σκάσε επιτέλους!"
"Ε ηρεμήστε."
"Ο Νας θα μας πάει με το αμάξι του." Ειδοποιεί ο Τζέισον
"Αα ωραία." Απαντάω και ο Τζάστιν με κοιταει περίεργα.
Το τηλέφωνο του Τζέισον χτυπαει και παει πιο πέρα να μιλήσει.
"Σε πειράζει να σου πάρω λίγο την φίλη σου;"
Με ρωτάει ο Ράιαν.
"Οχι, Παρ'την."
Απαντάω γελόντας. Είμαι τόσο χαρούμενη για αυτή. Oh, όχι. Μενω μόνη μου με αυτόν.
"Αφού με θες."
"Ε;"
"Γιατι δεν μου μιλάς; Αφού με θες."
"Ονειρέψου λίγο."
Για κάποιο λόγο δεν έχω καθόλου καλή διάθεση. Και μου έρχεται να κλάψω. Έτσι απλά. Βασικά σκέφτομαι την μαμά μου. Το παθαίνω καμιά φορά αυτό. Δεν είναι καθόλου εύκολο αυτό που έχω πάθει. Δαγκώνω το κάτω χείλος μου δυνατά για να μην αρχίζω να κλαίω μα τα μάτια μου βουρκωνουν.
Θέλω να μιλησω μα δεν μπορώ έχω έναν μεγάλο κόμπο στον λαιμό. Έτσι φεύγω. Δεν θέλω για κανέναν λόγο να με δει να κλαίω και να πρέπει να μοιραστώ μαζί του ο,τι έχω περάσει. Τρέχω προς ένα δρομάκι στο τεραστιο κήπο του ξενοδοχείου. Ακούω βήματα πίσω μου.
"Τι έπαθες;"
Τα δάκρυα μου πλέον κυλούν στο πρόσωπο μου ασταμάτητα.
"Τίποτα."
Λέω μέσα στους λυγμούς.
"Εγω φταίω;"
Λέει και βλεπω ο βλέμμα του για πρώτη φορά να φαίνεται λυπημένο.
"Όχι."
Λέω παρ'οτι κατά κάποιον τρόπο φταίει. Αυτά που έγιναν σε συνδυασμό με την συμπεριφορά του, με την κακία μου διάθεση και με αυτό που συναιβει πριν έξι μήνες με κάνουν χάλια.
"Τότε;"
Δεν απαντάω απλώς κλαίω καθώς θυμάμαι στιγμές μαζί της.
Και κανει αυτό που δεν περίμενα ποτέ να κάνει εάν δεν ήταν μεθυσμένος ή εαν δεν ήθελε κάτι παραπάνω. Με αγκαλιάζει.
"Θα πάνε όλα καλά. Εγώ είμαι εδώ και θα είμαι."
Ακούγοντας τα λόγια του ήθελα να του πω πως δεν θα είναι εδώ. Πως δεν είναι εδώ. Με βλεπει σαν κάτι υπερβολικά πολύ ασήμαντο. Αλλά δεν είχα το κουράγιο να πω τίποτα. Ένιωθα ήδη καλύτερα μέσα στην αγκαλιά του. Σταμάτησα να κλαίω και με κοίταξε.
"Είσαι καλύτερα;"
"Ναι."
Εγνεψα.
"Ενταξει και τι θα ήθελες να κάνουμε τώρα;"
Ανασηκωσα τους ώμους μου ως ένδειξη του ότι δεν ξέρω.
"Βασικά θέλεις μήπως να φαμε μαζί;"
"Δεν πεινάω."
"Θα φάς."
"Ελα στο δωματιο μου και θα μαγειρέψω εγώ. Πως σου φαίνεται αυτό;"
"Να το δω και να μην το πιστεύω."
Αφού ειδοποίησα την Γεωργία που ειδοποίησε τον μπαμπα μου πήγα εκεί, μαζί του. Πέρναγαν πολλές σκηνές στο μυαλό μου από εκείνη την μέρα που ήμουν μεθυσμένη. Προχθές νομίζω. Δεν πέρασε καιρός αλλά μου φαίνεται αιώνας η αλήθεια είναι.
"Έλα κάτσε εδώ."
Κάθομαι στην καρεκλα που μου δείχνει.
"Μεγάλο είναι πάντως."
"Ποιό;" Λέει με πονηρό ύφος κι εγώ γελάω.
"Το σπίτι. Εε διαμέρισμα εννοώ. Τελοσπαντων το δωμάτιο."
"Ναι βασικά είναι σουίτα για αυτό. Και όπως σου είπα έχουμε κάποιον γνωστό εδώ." Δεν μου αποκαλύπτει πως το ξενοδοχείο είναι του μπαμπά του. Γιατί άραγε;
"Εισαι με την οικογένεια σου εδώ;"
Λέω αφού η περιέργεια μου και η θέληση μου να δω γιατί μου κρύβει πως είναι δικό του ξενοδοχείο και εάν θα μου πει την αλήθεια με κατακλύζουν.
"Ναι. Περίπου. Βασικά η μάνα μου μενει σε ένα σπίτι κατι χιλιόμετρα μακρυά."
"Κι εσύ εδώ μένεις για καλοκαίρι; Σαν διακοπές;"
"Εισαι πολύ περίεργη."
Λέει καθώς ετοιμάζει ένα σουφλέ ζυμαρικών.
"Χμμ δεν έχει σημασία αυτό. Θα μου απαντήσεις;"
"Όχι."
Λέει καθώς βάζει το ταψί στον φούρνο.
"Αντε σε μιση ωρα θα ειναι έτοιμο."
"Σε μισή;" Λέω κατσουφιασμένη.
"Αφού δεν πεινάς εσύ."
Λέει και γελάμε.
Πάλι ο κόμπος βρισκεται στην κοιλιά μου. Η καρδιά μου επιταχύνει. Και όλα αυτά καθώς τον βλέπω να γελάει. Μάλλον παρατηρεί πως τον κοιταω με ένα σαχλό χαμόγελο.
"Έγινε κάτι; Γιατί με κοιτάς;"
"Ε εε τίποτα απλώς αφαιρεθηκα σορρυ."
"Ε δεν πειράζει. Και που λες δεν πάμε στο κρεβάτι;"
"Α καλά εκεί το μυαλό σου."
"Γιατι δεν θες να σε γαμησω;"
"Ρε Τζάστιν αμάν."
Πάω να φύγω και έρχεται μπροστά μου και με σταματά.
"Έλα, έλα άραξε. Κάτσε."
Φαίνεται σαν μια διχασμένη προσωπικότητα. Κάτι κρύβει και δεν μου το βγάζει κάνει από το μυαλό μου.
Περνάει η μισή ώρα πολύ γρήγορα αφού μιλάμε.
Βγάζει το ταψί και μου κόβει 3 τεραστια κομμάτια σουφλέ. Το ίδιο κάνει και για αυτόν.
Δοκιμάζω μια μπουκιά και μπορώ να πω πως είναι και ο παραπάνω από υπέροχο. Η κρέμα μπεσαμέλ και το τυρί έχει λιώσει επάνω στις πένες. Το ζαμπόν είναι επίσης τόσο ωραίο με σύνδεσμο όλα τα υπόλοιπα.
"Είναι απλά υπέροχο. Μπορώ να φάω πραγματικά όλο τα ταψί. Στο λέω αλήθεια."
"Χμ είσαι να το φαμε ολο; Μισό εγώ και μισό εσύ."
"Τι λες καλέ;"
Λεω γελόντας. Τελικά τρώμε 5 τεραστια κομμάτια ο καθένας και είμαστε τόσο φουσκωμένοι που 'δεν μπορούμε καν να κουνηθούμε'.
"Αχ κρίμα τωρα δεν θα μπορούμε να κάνουμε και σεξ."
"Αμάν."
Του απαντάω γελόντας.
"Τελικα θα έρθεις στο πάρτι έτσι;"
"Καλά. Αλλά χωρίς να πιώ καν."
"Καλα δεν θα πιω ούτε εγώ."
"Η ώρα είναι 5. Ποση ωρα θα κανεις να ετοιμαστείς μικρή;"
"Δεν ειμαι μικρή! Εμ αναλόγως. Βασικα τι γράφει πρέπει να πάμε εκεί; "
"Δέκα με δέκα και μισή θα πάμε."
"Ε οκ θέλω κάνα 1 με 2 ώρες."
"Ωραία."
"Εγω να πηγαίνω καλύτερα."
"Από τώρα;"
"Είναι 5 η ώρα οπότε...πάω τα λέμε."
Λέω και σηκονομαι προχωρόντας στην πόρτα.
"Ωραίο σορτς."
Γυρίζω και τον αγριοκοιταω και μετά συνεχίζω να πηγαίνω έως την πόρτα.
"Και ωραίος κώλος. Κωλαράκι."
"Τζάστιν γαμώ σκάσε! Ασε δεν έρχομαι πουθενά."
"Θα έρθεις. Μια πλάκα σου έκανα."
"Δεν μου αρέσουν αυτές οι πλάκες."
"Καλα σορρυ."
Φεύγω και κοπανάω την πορτα πίσω μου. Αμαν αυτό το παιδί. Κάνει σαν τα 13χρονα αγόρια.
Πάω στο δωμάτιο του μπαμπα μου πριν πέρασω από το ο δικό μου. Μου ανοίγει ο Νικ.
"Χευ."
Του δίνω ένα φιλάκι.
"Γεια σου."
Προχωράω και βλεπω ξαπλωμένο τον μπαμπα στο κρεβάτι και την Γεωργία να κάθεται στο καναπέ.
"Γεια σας."
"Ει."
"Που είσαι εσύ μικρή; Βρήκες αγοράκι;"
"Φίλος μου είναι. Το βράδυ στις δέκα και μιση θα πάμε σε ένα πάρτι οκ;"
"Δεν θα πιείτε."
"Οκ."
"Θα σας πάρω τηλ και να το απαντήσετε."
"Εντάξει."
"Πάω στο δωματιο Γέω θα έρθεις;"
"Ναι. Γεια σααας."
"Νικ θες να ερθεις;"
"Φυσικά."
Λέει και χαιρετάμε το μπαμπά.
"Νικ ο μπαμπας της Jazzy έχει καλές σχέσεις με τον αδερφό τους τον μεγάλο;;"
"Εεε..Βασικα είναι διάφορα."
"Για λέγε."
"Άκου οι γονείς του έχουν χωρίσει. Και η Jazzy, ο Jaxon και ο Justin είναι σαν κανονικά αδέρφια κι ας είναι ιοθετιμεντα τα παιδιά. Αλλά το καλοκαίρι ο Τζάστιν έρχεται εδώ για χάρη της μητέρας του. Τώρα αρχίζει..δηλαδη φέτος να μιλάει περισσότερο με τον Τζέρεμι. Την Καρεν δεν την συμπαθεί."
"Αλήθεια τώρα;"
"Ναι."
Λεει και χοροπηδάει στο κρεβάτι. "Μπαινω για μπανιο"
Λέω και κάνω ένα γρήγορο μπανιο και η Γεωργία μετά κάνει το ίδιο. Επιλέγω να φορέσω το φόρεμα το μαύρο που αγόρασα με την Γεωργια με τα άσπρα διπατα μου. Ίσιωμα τα μαλλιά μου και βάφομαι έντονα κάτι που κάνω σπάνια. Έτσι φαίνομαι ωραία και διαφορετική.
"Εισαι πολύ όμορφη."
"Ευχαριστώ αδερφούλη."
"ΟΥΑΟΥ ΟΥΑΟΥ."
Τσιρίζει η Γεωργία. Ετοιμάζεται και φοράει ένα μαύρο φόρεμα κολλητό που τονίζει τις καμπύλες τις.
"ΕΙΣΑΙ ΥΠΕΡΟΧΑ ΘΕΕ ΜΟΥ."
Φωναζω. Βάφεται και αυτή και αφήνουμε τον Νικ στον μπαμπά μου. Η ώρα έχει πάει 20.00 και ειδοποιουμε τα παιδιά πως θα παμε στο Πάτρα με ταξί και θα είμαστε εκεί στις 23.00. Πρόκειται για μια μεγάλη νύχτα.

23.10

Βρισκόμαστε έξω από μια τεράστια βίλα γεμάτη κόσμο και με μουσική να αντηχεί σε όλο το μέρος. Εδώ είμαστε. Δίνω τα λεφτά στο ταξί και αφου παίρνω με βαθιά ανάσα περνάω κάτω από την τεραστια είσοδο του σπιτιού αυτή. Καθώς προχωράω με την Γεωργία πολύ κοντά για να μην χαθούμε μέσα στο τεράστιο πλήθος πολλα βλέμματα πέφτουν επάνω μας και ύστερα εντοπίζουμε τα παιδιά. Βρίσκετε και εκεί η Τζό και η Σύλια. Αμάν. Ο Κάμερον βασικά φασώνονται με την Τζό και ο Τζάστιν, ο Τζέισον, ο Ράιαν, ο Νας και η Σύλια στεκονται όρθιοι κρατώντας ένα ποτήρι στο χέρι τους. Εκτός από τον Τζάστιν. Ο Τζάστιν δεν κάτσει τίποτα. Είχαμε πει πως δεν θα πιούμε αλλά σιγά μην το θυμάται.
Χαιρετάμε τα παιδιά με πολύ υψηλό τονο της φωνης μας για να ακούσουμε πάνω από της μουσική. Ο Τζάστιν με κοιτάει ενθουσιασμένος και με πλησιάζει.
"Ουαου. Είσαι υπέροχη με το φόρεμα αλλά δεν φαίνεται καλά."
Μου λέει.
"Ευχαριστώ πάρα πολύ."
"Τελικα ήρθες ε;" Με ρωτάει.
Μου λέει στο αυτί ώστε να τον ακούσω.
"Ναι για να με βλέπεις."
Λέω κάνοντας το ίδιο.
"Είδες δεν πίνω;"
"Μπα το θυμάσαι ακόμα;"
"Ναι είδες; εγώ δεν ξεχνάω."
"Μακάρι."
Ο Ράιαν με την Γεωργία ήδη μου έχουν κάνει σήμερα πως θα πάνε μια βόλτα.
"Σαρεσει εδώ;"
Με ρωτάει ο Τζέισον.
"Ναι, τεραστιο το σπίτι."
Χορεύουμε για λίγη ώρα στο σκοτάδι και ο Τζάστιν μου έκανε σήμα να τον ακολουθήσω έξω. Κι εγώ το έκανα.
Βγήκαμε στο κήπο και πλεον βλέπαμε καλά ο ένας τον άλλον αφού δεν εγώ κάνει χε σκοτάδι.
"Θεέ μου. Το σώμα σου είναι..."
Εγώ χαμογελάω και τον κοιτάω. Νιώθω απλά ευτυχισμένη. Η καρδιά μου πάει πολύ γρήγορα.
"Καλα μην χαίρεσε."
"Αι ρε."
Αρχίζω να συνηθίζω αυτά τα παράξενα σχόλια του.
"Χμ όχι εντάξει είσαι όντως πολύ όμορφη."
"Ναι, ευχαριστώ. Κι εσύ κάτι κάνεις."
Του λέω σαρκαστικά όπως κάνει και αυτός πάντα.
Αυτός γελάει και περνάει το χέρι του μέσα από τα μαλλιά του.
Έτσι μου έρχεται να τον φιλήσω. Το μόνο που κάνουμε είναι να κοιταζομαστε στα μάτια. Αυτά τα μάτια του με κάνουν να φτερουγίζω. Πλησιάζει και πλησιάζω κι εγώ. Πλέον έχουμε μια απόσταση αναπνοής μεταξύ μας. Με πλησιαζει και τα χείλη του ακουμπούν στα δικά μου.

You've reached the end of published parts.

⏰ Last updated: Jun 18, 2015 ⏰

Add this story to your Library to get notified about new parts!

Diffrent.Where stories live. Discover now