Κεφάλαιο 43

5 3 0
                                    

Τα μάτια της Κρίλη άνοιξαν με τα χίλια ζόρια, δεν ήθελε να σηκωθεί σήμερα είχε ανάγκη λίγο παραπάνω ύπνο και θα τον διεκδικούσε εάν ήξερε πως δεν είχε τίποτα να κάνει αλλά τη να κάνει που με την βασίλισσα που τους έτυχε πάντα κάτι καινούριο θα είχαν κάθε μέρα. Και έπρεπε να είναι εκεί ώστε να προλαβαίνει της εξέλιξης τον γεγονότων.
Όταν άνοιξε τα μάτια της το πρώτο πράγμα που αντίκρισε ήταν ο Σάντοου που όπως κάθε μετά ήταν στην θέση του να την περιμένει να ξυπνήσει. Και να την βοηθήσει να ντυθεί.
«Τη θα φορέσω σήμερα;» τον ρώτησε μόλις άνοιξε τα μάτια της. Ποτέ δεν του είχε πη καλημέρα ούτε τίποτα άλλο που είχε να κάνει με ένδειξη νιαξήματος.
Είχε φτάσει στο σημείο να μην αποζητάει μια καλή της κουβέντα γιατί όπως έλεγε και ο πατέρας στης δεν την χρωστούσαν σε κανέναν για να την δώσει.
«Σας τα έχω ετοιμάσει είναι πάντα την καρέκλα του καθρέφτη σάς» της απάντησε.
«Ωραία θα πάω για μπάνιο, βγάλε μου και εσώρουχα»τον πρόσταξε και πέταξε το μοβ πάπλωμα της από πάνω της.
Έβαλε ότι φορούσε και μπήκε γυμνή μέσα στο μπάνιο.
Ούτε επίτηδες να το έκανε σκέφτηκε ο Σάντοου μιας και το τελευταίο διάστημα γδυνόταν όλο και ποιο συχνά μπροστά του. Όμως είχε τεράστια αυτοπειθαρχία και δεν θα παρασυρόταν ποτέ ειδικά με την κυρά τού.
Όταν η Κρίλη μπήκε μέσα στο μπάνιο άνοιξε τα συρτάρια της και της έβγαλε ένα σετ εσώρουχα μαύρα όπως και το φόρεμα του της είχε βγάλει με πολύτιμες πέτρες κεντημένες στο μπούστο.
Έπειτα πήρε της πετσέτες της και μπήκε και αυτός μέσα στο μπάνιο περιμένοντας την να τελειώσει.
Το σώμα της ήταν βυθισμένο μέσα στο καυτό νερό ενώ το κεφάλι της προεξήχε. Ακούμπησε της πετσέτες πάνω στο πάγκο και πήγε κοντά της χωρίς να μιλάει προσπαθώντας να μην κοιτάει. Αν και αυτό ήταν αδύνατον έως και ακατόρθωτο.
Κάτι παρόμοιο έκανε και η Κρίλη τον κοιτούσε αλλά δεν τον πλησίαζε παραπάνω από τη άρμοζε σε μια δεσποινίδα της δικιάς της κοινωνικής τάξης που δεν ήθελε να πέσει η αξία της.
«Βουρτσησέ μου τα μαλλιά » τον πρόσταξε και εκείνος αμέσως υπάκουσε.
Πήρε την βούρτσα που ήταν πάνω στον πάγκο γονάτισε πίσω από την μπανιέρα και έπιασε μαλακά τα μαλλιά της Κρίλη και άρχισε να τα χτενίζει αργά και μαλακά έτσι όπως ήταν βρεγμένα.
Τα χέρια του πολλές φορές ακουμπούσαν πάνω στο απαλό και υγρό της δέρμα ενώ φαινόταν να απολαμβάνει της περιποίησης τού. Ενώ σκεφτόταν πόσο γελοίος πρέπει να φαίνεται ένας άνδρας του δικού του μεγέθους να κάθεται στα γόνατα και να χτενίζει μια κοπέλα του την περνάει τουλάχιστον τέσσερις κεφάλαιο και φαινόταν μινιατούρα μπροστά τού.
Όμως όσο χαλαρή και να έδειχνε κάθε φορά που τα χέρια του ακουμπούσαν πάνω της ένιωθε να ταράζεται το από μέσα της, όμως είναι ένας απέραντος φύλακας και όφειλε να το βάλει καλά μέσα στο κεφάλι τούς.
Κάτι που ο Σάντοου το είχε κάνει εδώ και αρκετό καιρό.
«Σήμερα θα πάμε περίπατο, να μου θυμίσεις να βάλω την γούνα μου την καλή»
«Μην ανησυχείτε θα σας το θυμηθώ. Θέλετε να κάνω κάτι άλλο για εσάς;»την ρώτησε και άφησε την βούρτσα δίπλα του.
«Προς το παρόν όχι, φέρε μου το μπουνούζι μου».
Μέχρι να γυρίσει να το πιάσει η Κρίλη είχε βγεί και έχει κάνει τα πρώτα βήματα να πάει προς το μέρος του.
Το άνοιξε και την βοήθησε να το φορέσει και να το δέσει.
Όταν βγήκαν από το μπάνιο είδαν μια υπηρέτρια να την περιμένει με το κεφάλι της σκημένο.
«Τη θέλεις στο δωμάτιο μου» της είπε ενώ ο Σάντοου μπήκε μπροστά για παν ενδεχόμενο.
«Με έστειλαν να σας πω ότι ήρθε ο πατέρας σάς»
« Πλάκα μου κάνεις. Βγάλτειν έξω» είπε και μόνο που κουνήθηκε ο Σάντοου προς το μέρος της αυτή εξαφανίστηκε. «Μόνο και κάνει καμία μαλακιά θα κανονίσω να μείνω ορφανή και από πατέρα».
Αν ήξερε κάτι πολύ καλά ήταν πως ο πατέρας της ήταν ακόμα περιζήτητος γαμπρός μιας και η περιουσία που διέθετε ήταν από της μεγαλύτερες σε όλο τον κόσμο και μετά την ληστεία θα ήταν ο καλύτερος τρόπος ώστε η Αχρά να κατευνάσει το μένος τον πλουσίων.
Αλλά δεν θα της περάσει αυτή η περιουσία ήταν δικιά της και θα την διεκδικούσε μέχρι τέλους.
« Βοήθησε με να ντυθώ»του είπε πετώντας το μπουνούζι στο πάτωμα.
Ο Σάντοου της έδωσε τα ρούχα της και την βοήθησε στο να τα κουμπώσει. Ενώ της φόρεσε τα κοσμήματα της και της έφτιαξε και τα μαλλιά, φόρεσε και της γόβες της και ήταν πανέτοιμη να συναντήσει το πατέρα της που κατέθεσε εκεί απροειδοποίητα.
«Σάντοου αν χρειαστεί να σκοτώσεις τον πατέρα μου θα το έκανες;» ήταν ο άνθρωπος που τον προσέλαβε και δεν ήξερε εάν θα μπορούσε να κάνει κάτι τόσο ακραίο σε αυτόν που ουσιαστικά τον πλήρωνε.
«Το μόνο που έχετε να κάνετε είναι να με διατάξετε και θα διαλύσω όποιον εμποδίζει την ευτυχία σάς» ήθελε τόσο πολύ να χαϊδέψει το πρόσωπο της όμως δεν τολμούσε ακόμα και αυτό που ξεσώμησει ήταν υπερβολή για αυτόν.
«Σ'ευχαριστώ πολύ να ξέρεις θα το θυμάμαι αυτό. Μπορώ να σε αγκαλιάσω για να σε ευχαριστήσω» την αγκαλιά στην κοινωνία όπου μεγάλωσε την είχαν ως κάτι ιδιαίτερο και πολλές φορές λειτουργούσε ως επιβράβευση όταν κάναν κάτι τέλεια. Και δεν την είχαν πάρει ποτέ αγκαλιά.
«Εαν αυτό θέλετε»της είπε η Κρίλη τον αγκάλιασε όπως μπορούσε και ο Σάντοου ανταπέδωσε σφίγγοντας την πάνω τού.
Οπότε και να ήθελε η Κρίλη να απομακρυνθεί δεν μπορούσε. Όμως δεν μπορούσε να την κρατήσει για πολύ, δεν θέλει να παρεξηγήσει κάτι που δεν έπρεπε.
«Πάμε τώρα και ας ελπίσουμε να μην ακούσουμε τίποτα δυσάρεστο...για το δικό του το καλό» είπε η Κρίλη και τώρα ήταν επιτομή να δη για ποιον λόγο είχε πάει εκεί ο αγαπημένος της πατέρας.

🌟🌟🌟

Dark CityWhere stories live. Discover now