Μαϊαμι (part 5)

22 6 0
                                    

Στα χέρια της Εμιλια έρχονται καθημερινά ακόμα περισσότερα πράγματα σχετικά με το τι έχω κάνει «Μπένι θα γίνει δικαστήριο σχετικά με την επιμέλεια της Λιζη και θα την πάρει η Προνεια αφού γίνεις 18 μεχρι το δικαστήριο» ειπε και κοκκαλωσα «δεν μπορεί να ειναι αλήθεια αυτό» ειπα «και όμως ειναι παρά πολλά αυτά που έχω εδώ που τα έχει και η εισαγγελία για κάποιον λόγο» ειπε «τα μισά εκει μέσα δεν ισχύουν από αυτά που έχεις μέσα σε αυτόν τον φάκελο, ποτέ δεν έκανα χρήση ηρωίνης,ποτέ δεν πουλούσα ποσότητες,ποτέ δεν λήστεψα κανένα μαγαζί, αυτά που έκανα ηταν δυο χρόνια χρήση κάνναβης και δυο τρεις φορές κόκα και τα σταμάτησα όλα ηθελα να ξεκόψω από αυτά και για αυτό είμαι εδώ αυτήν την στιγμή γιατί ο Τζακσον με παγίδευσε με χτύπησε έβγαλε όπλο απέναντι μου και βρίσκομαι εγω να φταίω» ειπα «Μπένι δεν μπορώ να κάνω κατι αμα έχεις καλή διαγωγή εδώ μέσα που την έχεις το βλέπω η Λιζη μιλήσει στο δικαστήριο με τα καλύτερα λόγια θα την πάρεις την επιμέλεια της αλλά αν όχι τότε θα την χάσεις» ειπε σε 5 μέρες γίνομαι 18 και από εκει που ηθελα να γίνω 18 πλέον δεν θέλω,σηκώθηκα και έφυγα από το γραφείο της και πήγα πάνω στο δωμάτιο που είχαμε με την Λιζη και έπεσα στο κρεβάτι και άρχισα να κλαίω «Μπένι,Μπένι» ειπε η φωνή τις Λιζη καθώς έμπαινε στο δωμάτιο και σκούπισα γρήγορα τα μάτια μου και γύρισα την κοίταξα «τι έγινε?» Με ρώτησε « τίποτα μικρή μου πες μου τι έγινε και με φώναξες» ειπα « ηθελα να σου δείξω τι ζωγράφισα» ειπε και μου έδωσε ένα χαρτί και είχε ζωγραφισμένα δυο άτομα και ένα μεγάλο σπίτι « είσαι εσυ και εγω στο νέο μας σπίτι» ειπε και άρχισα να βουρκώνω και προσπάθησα να το κρύψω «είναι πολύ ωραία» ειπα και δάγκωνα τα χείλη μου από μέσα «πάνε να παίξεις τώρα με την Άννα έχω να κανονίσω κατι» ειπα και η Λιζη μου έδωσε μια αγκαλιά και ένα φιλί και έφυγε και απλα άφησα τα δάκρυα μου να πέσουν που κρατούσα τόση ώρα και χωρίς να το καταλάβω με πήρε ο ύπνος.
Ξύπνησα το βράδυ και η Λιζη ήδη κοιμόταν δίπλα μου χωμένη στην αγκαλιά μου σηκώθηκα προσεκτικά να μην την ξυπνήσω και σηκώθηκα πήγα στο παράθυρο και άναψα ένα τσιγάρο και σκεφτόμουν όσα μπορεί να γίνουν πρέπει να βρω δικηγόρο,πρέπει να βρω τον θείο μου επείγοντος αλλά πως είναι στην Ευρώπη άρχισα να αγχώνομαι ακόμα περισσότερο,χρειάζομαι κάποιον να με βοηθήσει τελείωσα το τσιγάρο μου και πήγα κάτω μπήκα στο γραφείο της Εμιλια έψαχνα να βρω το τηλέφωνο του θείου μου όταν το βρήκα έπιασα το τηλέφωνο τούτου γραφείου της και κάλεσα τον αριθμό του «παρακαλω» άκουσα μια φωνή να λέει στα γερμανικά «θείε Λιαμ?» Ειπα και περίμενα με αγωνία να ακούσω αμα είναι αυτός. «Μπένι?» Ειπε ο θείος μου και ηρέμησα « θείε σε χρειάζομαι πρέπει να έρθεις στην Αμερική επείγοντος θα στα εξηγήσω όλα θα σου στείλω ένα γράμμα θα στα πω όλα αλλά χρειάζομαι βοήθεια» ειπα « Μπένι αμα μπορώ θα βοηθήσω όσο μπορώ θα περιμένω γράμμα σου αλλά φαίνεται σοβαρό έμαθα για την μαμά σου ελπίζω όλα να είναι καλά με εσενα και την Λιζη» ειπε «είναι ακόμα» ειπα «θείε πρέπει να κλείσω αλλά σου υπόσχομαι σύντομα θα σου στείλω γράμμα με όσα γίνονται» ειπα « θα περιμένω» ειπε και έκλεισα το τηλέφωνο,ενιωθα στα μάτια μου να τσούζουν και ήδη ενιωθα δάκρυα να τρέχουν «πως τα έχω κάνει έτσι γαμω» ειπα και βγήκα από το γραφείο της πήγα πάνω στο δωμάτιο πηρα ένα τετράδιο μου ένα μολύβι και πήγα κάτω και άνοιξα σιγά σιγά την πόρτα και βγήκα εκτός σπιτιού πηγα σε αυτό το πάρκο εδώ πιο κάτω και εκατσα εκει και άρχισα να γράφω όσα έγιναν τον τελευταίο καιρό στο θείο μου, μου πήρε δυο ώρες μέχρι να τα γράψω όλα και γύρισα πισω άρχιζε να ξημέρωνει και εγω δεν έχω κοιμηθεί καθόλου μπήκα μέσα σιγά σιγά και πηγα πάνω καθώς ανεβαινα την σκαλα πέτυχα την Εμιλια «Μπέντζαμιν» ειπε «Μπένι» της ειπα «τι κανείς ξύπνιος τέτοια ώρα?» Με ερώτησε «έγραψα ενα γράμμα στον θείο μου με όσα έχουν γίνει αυτόν τον καιρό και θέλω να του το στείλω» ειπα «έλα σε λίγη ώρα στο γραφείο μου να το στείλουμε» ειπε και κατέβηκε κάτω και εγω μπήκα στο δωμάτιο μου η Λιζη ακόμα κοιμόταν αγκαλιά με το αρκουδάκι της εκατσα πάνω στο γραφείο και σκεφτόμουν ξανα το τι θα κάνω αγχώνομαι για όλα αυτά. Άλλαξα ρούχα και πηγα κάτω στο γραφείο της Εμιλια «έχω την διεύθυνση του θείου σου φέρε να το φτιάξουμε το γράμμα να του το στείλουμε» ειπε και της έδωσα τα χαρτιά και απλα τα δίπλωσε τα έβαλε σε έναν φάκελο και τον έκλεισε «θα στείλω σήμερα αμα είναι και σε παρακαλω προσπάθησε να ηρεμήσεις φαίνεσαι αγχωμένος»ειπε «μπορώ και αλλιώς καθημερινά λαμβάνεις φακέλους με πράγματα που δεν έκανα και απειλούμε να χάσω την αδερφή   πιστεύεις θα ήμουν ήρεμος από την στιγμή που ξέρω τι έχω κάνει και μου φορτώνουν αλλά ποσά και μπορεί να χάσω και τον τελευταίο άνθρωπο της οικογένειας μου?» Την ρώτησα «δεν ειπα αυτό...»«Εμιλια συγγνώμη αλλά δεν νομιζω να ξέρεις πως είναι να χάνεις την οικογένεια σου έχασα τον πατέρα μου σε ένα ατύχημα και δεν έφταιγε καν και 6 χρόνια μετα βρίσκω εγω την μητέρα μου στο πάτωμα νεκρή βουτηγμένη μέσα στο ίδιο της το αιμα γεμίζοντας όλο το σπίτι που μεγάλωσα πιστεύεις μπορώ να ξανα μπω στο σπίτι μου χωρίς να μου έρθει αυτή η ανάμνηση στο μυαλο?» Ειπα και την διέκοψα «και φυσικά τι καλύτερο από το να χάσω και την αδερφή μου μετα από αυτά» ειπα και εκατσα πισω στην καρέκλα και έπαιζα αμήχανα με την ασημένια αλυσίδα που μου έδωσε ο Κριστιαν «Μπένι δεν ειπα αυτό» «και πάλι δεν ξέρεις πως περνάω δεν μπορείς να μου λες να μην αγχώνομαι» ειπα και χτύπησε η πόρτα και μπήκαν μέσα δυο τυποι μαζι με έναν άλλον κύριο «Εμιλια ήρθαμε για την υπόθεση θα γίνει δικαστήριο για την επιμέλεια την Λιζη Γουότς» ειπε και σηκώθηκα «δεν μπορείτε να το  κάνετε αυτό» ειπα «Και εσυ ποιος είσαι για να το κρίνεις αυτό?» Ειπε «ο Αδερφος της» ειπα και γέλασε χαλαρά «όχι φίλε μου δεν κατάλαβες για εσενα γίνεται το δικαστήριο» ειπε «με τι αποδείξεις?» Τον ρώτησε και η Εμιλια ηρθε μπροστά μου «Μπένι ηρέμησε σε παρακαλω» ειπε «με αυτές που έχουμε» ειπε «και ποιος τα λέει αυτά ?» Ρώτησα «ανώνυμος μάρτυρας» ειπε ποιος μαλακας μπορεί να το κάνει αυτό « η μικρή που είναι?» Ρώτησε « δεν θα πάρεις την αδερφή μου» ειπα και έτρεξα έξω από το γραφείο της και πηγα στο δωμάτιο που ηταν η Λιζη «Μπένι δες αυτό» ειπε με το που μπήκε κι πηγα κοντά της «Θα το δω σε λίγο θα παίξουμε ένα παιχνίδι θα παίξουμε κρυφτό θα βρεις την πιο τέλεια κρυψώνα και αμα σε φωνάξει κάποιος δεν θα βγεις παραμονο αμα σε φωνάξω εγω εντάξει?» Της ειπα « εντάξει» ειπε και έφυγε γρήγορα και τότε μπήκε ο τύπος μέσα στο δωμάτιο «που είναι η αδερφή σου?» Ρώτησε «δεν ξέρω» ειπα και με έπιασε από την μπλούζα «άκουσε με μικρέ με εμένα δεν θα παίζεις είναι εντολή της εισαγγελίας να την πάρω από εδώ μέχρι να γίνει το δικαστήριο και να βγει απόφαση όποτε πρόσεξε τι λες γιατί μπορώ να καταθέσω εναντίον σου και να μην την ξανα δεις ποτέ όποτε λέγε που είναι η αδερφή σου» ειπε και φώναξε δυνατά « Μπένι!» Ειπε η Λιζη και ηρθε και με κοίταξε τρομαγμένη «Λιζη σου ειπα να κρυφτείς» ειπα και με άφησε ο τύπος «ποιος είναι αυτός και γιατί πήγε να σε χτυπήσει?» Ρώτησε « δεν πηγα να τον χτυπήσω του ειπα απλα κατι και εσυ θα έρθεις μαζί μου σε ένα καινούργιο σπίτι» της ειπε «η μαμα μου και ο Μπένι μου έχουν μάθει να μην μιλάω σε ξένους και να μην πηγαίνω ποτέ κοντά τους είσαι ξένος όποτε δεν πω πουθενά μαζί σου και χωρίς να είναι μαζί μου ο Μπένι» ειπε και ηρθε δίπλα μου «Λιζη θα με γνωρίσεις με λένε Στεφάν» ειπε και έδωσε το χέρι του για χειραψία και η Λιζη δεν έδωσε το δικό της «και θα παμε σε ένα καινούργιο σπίτι» ειπε «όχι ο Μπένι σε λίγες μέρες γίνεται 18 και θα πάω μαζί του σε ένα καινούργιο σπίτι στην νέα Υόρκη» ειπε « αυτο δεν γίνεται γλυκιά μου για αυτό θα έρθεις μαζί μου» ειπε και έπιασε το χέρι της Λιζη αλλά πρόλαβα και την πηρα αγκαλιά « απλα άκουσε την τι σου λέει στο λέει στα ίσια πως θέλει να μείνει μαζί μου άστην να μείνει μαζί μου» ειπα « είναι εντολή της εισαγγελίας» ειπε οι δυο τύποι ήρθαν κατά πάνω μου ο ένας ηρθε πάνω μου και με έπιασε από τον σβέρκο όπως ο Τζακσον εκείνη την μετα και ο άλλος πήρε την Λιζη από την αγκαλιά μου με την βία «Όχι άσε με θέλω να μείνω με τον Μπένι άσε με» έλεγε και τον χτυπούσε και ο τυπάς άφησε τον σβέρκο μου μόνο όταν έβγαλαν την Λιζη από το δωμάτιο και έτρεξα πισω τους αλλά ήδη μπήκαν στο αυτοκίνητο και ξεκίνησαν για να πάνε κάπου άλλου και έβαλα όλη την δύναμη μου να τρέξω προς το αυτοκίνητο «ΛΙΖΗ» φωναξα αλλά ήδη είχε ανάπτυξη ταχύτητα και έφυγε,έβαλα τα χέρια μου στα μαλλια μου και άρχισα να κλαίω κλώτσησα ενα κουβα που είχε εκει δίπλα και έπεσα κάτω κλαίγοντας και ηρθε η Εμιλια «Μπένι» ειπε «το ήξερες πως θα το κάνουν αυτό και δεν μου είπες τίποτα ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ Η ΒΟΗΘΕΙΑ ΣΟΥ ΠΟΥ ΕΙΠΕΣ ΠΩΣ ΘΑ ΜΕ ΒΟΗΘΗΣΕΙΣ» της φώναξα και συνέχισα να κλαίω και με πήρε στην αγκαλιά της «θα κάνω ότι μπορώ να σε βοηθήσω» ειπε και πήγαμε προς το σπίτι.
Τρεις μήνες μετα
Έχω τρεις μήνες να δω την Λιζη και πλέον ετοιμάζομαι για το πρώτο δικαστήριο η γραβάτα με πιέζει αρκετά και την χαλαρώνω λίγο «όλα θα πάνε καλά θα πεις όσα είπες και σε εμένα όσα έκανες και όσα δεν έκανες» ειπε η Εμιλια μιας και με βοηθάει όσο μπορεί  «ο θείος μου? Απάντησε?» Ρώτησα μιας και ο θείος μου απο τότε που τον ενημέρωσα πως θα γίνει δικαστήριο δεν έδωσε σημάδια ζωης «όχι δυστυχώς όχι» ειπε η Εμιλια και κούνησα απλα το κεφάλι μου και προχωρήσαμε προς το αυτοκίνητο της και μπήκαμε μέσα και πήγαμε στο κεντρικό δικαστήριο ποιος να μου το έλεγε πως θα εγω στα 18 μου θα είχα δικαστήριο για την επιμέλεια της αδερφής μου,όταν φτάσαμε μπήκαμε μέσα και κατευθυνθήκαμε στην αίθουσα κάθησα στο τραπεζι του κατηγόρου κάπως έτσι λέγεται και ο εισαγγελέας κάθισε στο διπλανό μετα απο λίγη ώρα βγήκε ο δικαστής και όλοι σηκωθήκαμε ορθοί « ξεκινά η συνεδρίαση για την υπόθεση Μπέντζαμιν Γουότς για την επιμέλεια της νεότερης αδερφής του Λιζη Γουότς η εισαγγελία τι έχει να πει?»  ειπε και ο εισαγγελέας σηκώθηκε «έχουν φτάσει στα χέρια μας αρκετά στοιχεία για το τι είχε κάνει στο παρελθόν ο κύριος Γουότς τον καλώ στο ειδώλιο για να μας πει τι έκανε και ο ίδιος» ειπε και σηκώθηκα και πηγα στο ειδώλιο και καθησα εκει «ορκίζεσαι να πεις την αλήθεια για το τι έχει γίνει στο παρελθόν» ειπε ο δικαστής «ορκίζομαι» ειπα «θέλω να μας πεις τι εχεις κάνει στο παρελθόν Μπέντζαμιν» ειπε ο εισαγγελέας «έκανα  χρήση κάνναβης και δυο φορές χρήση κοκκας και μια φορά ειχα πουλήσει σε δυο ατομα» ειπα «είστε σίγουρος κύριε Γουότς γιατί εδώ έχω έναν φάκελο με αρκετά πράγματα που έχετε κάνει είστε σίγουρος πως δεν έχετε κάνει καποια ληστεία?» Ειπε «ένσταση κύριε δικαστή εικάζει» ειπε ο δικηγόρος μου «έχω τον φάκελο με την καταγγελία ενός μάρτυρα» ειπε ο εισαγγελέας  «να το δω» ειπε ο δικαστής  και του έδωσε τον φάκελο « ανώνυμος μάρτυρας ειπε πως διαπράξατε μια ληστεία μαζί και φυσικά είχατε κάνει ένα μικρό εμπόριο ναρκωτικών» ειπε ο εισαγγελέας « αυτό δεν ισχύει ποτέ δεν θα έκανα κάποια ληστεία όσο δύσκολα και αν ηταν τα οικονομικά μας έχω μια ηθική που μου λέει να μην το κάνω» ειπα «υπάρχει μάρτυρας κύριε Γουότς» ειπε «ποτέ έγινε η ληστεία?» Ρώτησε ο δικαστής «στις 12/10/1957» ειπε και γέλασα και εκατσα πισω «τι γελάτε κύριε Γουότς διαπράξατε ένα έγκλημα τότε» « εκείνες τις μέρες ήμουν σε ένα τουρνουά σκάκι που έγινε εδώ στο ανατολικό Μαϊαμι έχω το τρόπαιο στο σπίτι» ειπα και ο εισαγγελέας έμεινε να με κοιτάει «ψέμα» ειπε «ένσταση κύριε δικαστή προσβάλει τον πελάτη μου, ο πελάτης μου έδωσε το χαρτί από κάθε τουρνουά που εχει πάει για να αποδείξει πως κάθε είδους χρήματος και εσόδου που είχε ηταν καθαρό» ειπε ο δικηγόρος μου και παρέδωσε το χαρτί του τελευταίου τουρνουά που πηγα « εχει δίκαιο ο συνάδελφος,αποσύρετε η κατηγορία» ειπε ο δικαστής και ηρέμησα λίγο και αυτό συνεχίστηκε για αρκετή ώρα, και για αρκετές μέρες μιας και το δικαστήριο μου έπαιρνε αναβολή για την επόμενη μέρα.
5 μέρες μετα
Είμαι πάλι εδώ στο δικαστήριο και είδα την Λιζη από μακρυά και εκείνη με είδε και έφυγε από τα χέρια του Στεφάν,φαινόταν πως δεν τον συμπαθούσε,έπεσε στην αγκάλια μου και την αγκάλιασα σφιχτά «πάρε με από αυτούς θέλω να είμαι μαζί σου θέλω να πάμε σπίτι μας» ειπε «θα κάνω ότι μπορώ μωράκι μου» ειπα και την κράτησα σφιχτά στην αγκαλιά μου αλλά ο Στεφάν την πήρε από την αγκαλιά μου «άσε με θέλω τον Μπένι μου» ειπε και τον χτυπούσε «πάμε μέσα» ειπε ο δικηγόρος μου κι πήγαμε ,η συνεδρία ξεκίνησε και έβγαζαν και άλλες κατηγορείς εναντίον μου και φυσικά κάλεσαν την Λιζη στο ειδώλιο και σήκωσε το χέρι της και με χαιρέτησε και σηκωσα και εγω το χέρι μου να την χαιρετήσω « τι έχεις να πεις για τον αδερφό σου?» Την ρώτησε ο εισαγγελέας « είναι ο καλύτερος Αδερφος πάντα με παίρνει αγκαλιά τα βραδιά που βρέχει και φοβάμαι και αυτούς του μήνες που είμασταν χωριστά εγω φοβόμουν όποτε έβρεχε και κανένας δεν ηταν εκει για μένα» ειπε « και τι άλλο έχεις να πεις? «Πάντα πήγαινε και έπαιζε σε μικρά τουρνουά σκάκι για να έχουμε λεφτά,πάντα βοηθούσε την μαμα μας στα ψώνια και πάντα έπαιζε μαζί μου γιατί η μαμα δεν προλάβαινε, μου έπαιρνε δώρα μετα από κάθε τουρνουά του» ειπε «ηταν ποτέ επιθετικός απέναντι σου σου μικησε άσχημα σε χτύπησε?» Ρώτησε ο εισαγγελέας « όχι ποτέ δεν θα το έκανε αυτό ο Μπένι είναι ο καλύτερος ποτέ δεν θα με χτυπούσε πάντα είναι εδώ για μένα και θέλω να μείνω με  τον αδερφό μου» ειπε «άλλο ρωτήσαμε γκυκια μου» ειπε ο εισαγγελέας «δεν με νοιάζει τι ρώτησες με νοιάζει να είμαι με τον αδερφό μου είμασταν καλά μέχρι που ήρθατε και με πήρατε χωρίς να τον ρωτήσατε» ειπε η Λιζη και φαινόταν πως άρχισε να εκνευρίζεται «θέλω να πάω πισω στον αδερφό μου δεν με νοιάζει τι πιστεύετε εγω θέλω να μεινω με τον Μπένι» έλεγε ξανα και ξανα «τι έλεγε η μαμα σου για τον Μπένι» ρώτησε ο εισαγγελέας « πως όταν ο Μπένι μεγαλώσει και γίνει 18 θα φύγουμε από εδώ για να πάμε όλοι μαζί για να σπουδάσει και να φτιάξουμε μια νέα ζω καλύτερη από εδώ» ειπε « δεν έλεγε κατι πως πρέπει να ξεκόψει από κατι?» Την ρώτησε «έλεγε να ξεκόψει από ένα συγκεκριμένο άτομο μόνο γτ ηταν κακός» ειπε «και ο Μπέντζαμιν τι έκανε?» Ειπε ο εισαγγελέας «ξέκοψε» ειπε η Λιζη «δεν έχω άλλες ερωτήσεις» ειπε και έκατσε στην θέση του και σηκωθηκε ο δικηγόρος μου «λοιπόν Λιζη αν μπορούσες να διαλέξεις με ποιον θες να μείνεις ποιον θα διάλεγες?» Την ρώτησε «τον Μπένι» ειπε «για ποιον λόγο θα ήθελες να μείνεις με τον Μπένι?» Την ρώτησε «γιατί είναι ο μονος που έχω πλέον και θέλω να μείνω μαζί του μου ειπε πως θα φύγουμε από εδώ και θα πάμε στην νέα Υόρκη εκει που είναι το όνειρο του να πάει εκει και θα παίζει επαγγελματικά σκάκι που το αγαπάει πολύ και θα πάρουμε ένα μικρό σπίτι και θα μένουμε οι δυο μας,τα όνειρα του Μπένι είναι και δικά μου από την στιγμή που θα είμαι μαζί του» ειπε και σκούπισα κάποια δάκρυα γιατί με συγκίνησε «δεν έχω άλλες ερωτήσεις νομιζω πως αυτά κάλυψαν πλήρως γιατί ο κύριος Γουότς είναι ο κατάλληλος για να πάρει την επιμέλεια της δεσποινίδας Γουότς» ειπε ο δικηγόρος μου και έκατσε και κατέβασαν την Λιζη από το ειδώλιο και πήγε να έρθει κοντά μου και την τράβηξαν και απλα την κοίταξα σαν να τις λέω πως σύντομα όλα θα τελειώσουν, αυτό όμως συνεχίστηκε για ακόμα 3 μέρες και ενιωθα πλέον κουρασμένος με την όλη κατάσταση αλλά σήμερα έβγαινε η ετυμηγορία όλοι σηκωθήκαμε και περιμέναμε τι θα πει ο δικαστής ενιωθα το άγχος μου στα ύψη αλλά ήξερα πως θα πάρω σπίτι την αδερφή μου και ηρεμούσα κάπως «η ετυμηγορία που βγάζω σχετικά με την υπόθεση της επιμέλεια υης Λιζη Γουότς είναι πως ο αδερφός της Μπέντζαμιν Γουότς είναι ανίκανος να την κρατήσει και επικίνδυνος και του απαγορεύω να την ξανα δει» ειπε και ένιωσα μέσα μου να σπάει κατι ενιωθα καταρρακωμένος ενιωθα σπασμένος ενιωθα μόνος ο εισαγγελέας πήρε την Λιζη εκτός δικαστήριου και πηγα από πισω τους αλλά τους έχασα στους διαδρόμους ηθελα μόνο να την αγκαλιάσω μια τελευταία φορά βγήκα προς τα έξω και έβγαλα την γραβάτα μου και την έβαλα στην τσέπη μου «Μπένιιιι» άκουσα την φωνή της και γύρισα και έπεσε στην αγκαλιά μου «πάρε με από εδώ δεν θέλω να πάω μαζί τους» ειπε και την αγκάλιασα σφιχτά και της έδωσα μια φωτογραφία μας «έχεις έναν αδερφό τον λένε Μπέντζαμιν Γουότς αλλά εσυ τον φωνάζεις Μπένι μην με ξεχάσεις ποτέ και εγω δεν θα σε ξεχάσω ποτέ» της ειπα και την έσφιξα στην αγκαλιά μου και ο εισαγγελέας ηρθε να την πάρει με την βία απο την αγκαλιά μου αλλά ο δικηγόρος μου τον έπεισε να υποχωρήσει λίγο,δεν θα την ξανα δω ποτέ δεν θα την δω να μεγαλώνει δεν θα είμαι εκει μαζί της «πρέπει να φύγεις» της ειπα «δεν θέλω» ειπε « το ξέρω μωράκι μου το ξέρω» ειπα και την σήκωσα στην αγκαλιά μου και ο εισαγγελέας την πήρε απο την αγκαλιά μου και εκατσα στα σκαλιά «συγγνώμη για αυτό ηταν άδικη η ετυμηγορία» ειπε ο δικηγόρος μου και μου έδωσε τον φάκελο της υπόθεσης.
Σηκώθηκα από δίπλα του και πηρα ταξί πηγα σπίτι μου άνοιξα την πόρτα και πέταξα στον πάγκο της κουζινας τον φάκελο και έπεσε στο πατωμα με αποτέλεσμα να πέσουν όλα τα χαρτια στο πατωμα,έβγαλα το σακακι μου και ξεκουμπωσα το πουκάμισο μου και τα πέταξα στο πατωμα έβαλα μια άλλη μπλούζα και πήρα την τσάντα μου και έβαλα μέσα όλα τα ρούχα μου και τα πράγματα που πίστευα απαραίτητα τα μάτια μου βουρκώνουν καθώς μάζευα τα πράγματα μου και σταμάτησα άφησα κάθε δάκρυ να πέσει και φυσικά από τα νεύρα μου χτύπησα τον τοίχο αρκετές φορές δεν ενιωθα δεν πονούσα σωματικά πλέον πονούσα ψυχικά και σταμάτησα μόνο όταν είδα το χέρι να ματώνει άφησα το σώμα μου να κυλίσει πάνω στο γραφείο και να καταλήξει στο πατωμα πέρασα τα χερια μου ανάμεσα στα μαλλια μου και τα τραβούσα πρώτη φορά πονούσα τόσο πολύ πρώτη φορά ενιωθα τόσο μόνος και κατεστραμμένος,έβαλα και τα τελευταία πράγματα στην τσάντα μου και ήμουν έτοιμος να φύγω κοίταξα μια τελευταία φορά πισω στο σπίτι μου και έκλεισα την πόρτα,πηρα το πρώτο λεωφορείο για νέα Υόρκη και ξεκίνησα για μια νέα ζωή για μια καινούργια αρχή,μόνο εγω και εαυτός μου δεν χρειάζομαι κανέναν μόνο τον εαυτό μου.

Benny Watts-The Queens GambitWhere stories live. Discover now