Ο Ερωτόκριτος το είχε γράψει καθαρά στο γράμμα του, δεν ήθελε να συναντηθούν οι δρόμοι τους για να μην υποπτευθεί τίποτα η γυναίκα του. Όσο κι αν προσπαθούσε να το διαχειριστεί με ηρεμία δεν τα κατάφερνε, σε αντίθεση μ' εκείνον που έτρεξε ξωπίσω του, τον τράβηξε από τον ώμο και ένωσε τα χείλη τους σ' ένα παθιασμένο φιλί.

''Σ' αγαπώ!'' ψέλλισε πάνω στο στόμα του με το κορμί του να καίγεται από την καλοκαιρινή ζέστη και την επαφή τους που τον στοίχειωνε νύχτα μέρα, αδημονώντας να λυτρωθεί από τον έρωτά τους.

"Τι να το κάνω που μ' αγαπάς Δάντη, μασούρι για τον κώλο μου που γάμησες;" του είπε με θυμό και προσπάθησε να ξεφύγει από την αγκαλιά του, "Τράβα στη ζωή σου."

''Γιατί το λες έτσι; Δε σου άρεσε ή μήπως ήταν η πρώτη φορά;... Χαλάρωσε, σαν γκόμενα κάνεις!'' γέλασε δυναμώνοντας τις λαβές του.

"Ήταν η πρώτη φορά και δε θα μου πεις εσύ πως κάνω σαν γκόμενα..." είπε με νεύρο ο Ακριβός που άνοιξε τα χέρια του που τον φυλάκιζαν και πέρασε τα δάχτυλά του μέσα από τα κόκκινα μαλλιά του, λαχανιασμένος. "Φύγε ρε παιδί μου, εγώ δε σ' αγαπώ και σε λίγο θα έρθει η κοπέλα μου." Δεν ήξερε γιατί έπρεπε να του δίνει αναφορά, όμως ένιωθε ακόμη πληγωμένος.

''Δεν είχα ιδέα!'' αναφώνησε πλησιάζοντας τον ξανά, ''Ποια κοπέλα; Είναι καλή;'' τον ρώτησε, αν και δεν ήθελε απάντηση. Έτσι όπως τα είχε κάνει, το μόνο που ήθελε ήταν να τρέξει να κρυφτεί.

"Πολύ", είπε ο Ακριβός αισθανόμενος και πάλι απειλή από τον άντρα που αγαπούσε. Τι άλλο θα μπορούσε να συμβεί μεταξύ τους πέρα από να τον διώξει με τις κλωτσιές; Δεν ήθελε να χαλάσει τη σχέση του με την Ελένη που μπορεί να μην είχε ολοκληρωθεί, όμως ήταν ο μόνος άνθρωπος που τον σεβόταν και η μόνη αγκαλιά που άνοιξε γι' αυτόν χωρίς περιορισμό και υποκρισία. "Φύγε, σε παρακαλώ", επανέλαβε.

''Εντάξει, αφού το θες, θα φύγω. Καλά να περνάτε'', δήλωσε περπατώντας προς τη μηχανή του.

Τόσους μήνες πάλευε άδικα, εντέλει, να αποδεχτεί ότι η Αγνή θα ήταν για πάντα η αγαπημένη του φίλη και μητέρα του παιδιού του μα η καρδιά του άνηκε στον παλιό του συμμαθητή. Δεν είχε αποφασίσει ποιον από τους δύο θα επέλεγε, όντας μαρμαρωμένος σε αυτό το σταυροδρόμι της ζωής, ξαγρυπνώντας από ανυπομονησία να νιώσει τα φιλιά και τα χάδια του, αλλά είχε τουλάχιστον συμφιλιωθεί με το κομμάτι του εαυτού του που για χρόνια έθαβε, και τον επισκέφτηκε έχοντας το θάρρος να αφεθεί στον έρωτά του και να τα ζήσει όλα στο έπακρον δίχως κανέναν ενδοιασμό.

Βάλε φαντασία 2 : Τον... κλάψαμε τον μακαρίτηWhere stories live. Discover now