11.

201 18 68
                                    

Καλησπέρα, τι κάνετε; 

Εμείς δυσκολευτήκαμε λίγο και σήμερα με την εφαρμογή, αλλά τελικά ξεκόλλησε και τα καταφέραμε να δούμε το κεφάλαιό μας, ώστε να το δημοσιεύσουμε ( Σε περίπτωση που σας δημιουργήσει οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την ανάγνωση, στείλτε μας μήνυμα) 😘

🔞🔞🔞🔞🔞🔞🔞🔞🔞🔞🔞

-------------------------------------------------


Ο ουρανός φορούσε τα καλά του εκείνη τη νύχτα του Φλεβάρη, τα σύννεφα είχαν υποχωρήσει φανερώνοντας το πλήθος των αστεριών που λαμποκοπούσαν πάνω από τη μαύρη θάλασσα και, στο βάθος, ο ορίζοντας είχε βαφτεί κόκκινος, χρωματίζοντας με τη θέρμη του το σκοτεινό τοπίο. Ο Ερωτόκριτος καθόταν οκλαδόν στην αμμουδιά πετώντας πετρούλες στην ακροθαλασσιά και τα μικρά κύματα έσκαγαν στις γυμνές πατούσες του, κάνοντάς τον να ανατριχιάζει και να μαζεύει τις άκρες του μπουφάν στο στέρνο του για να ζεσταθεί. 

Τα μπλε μάτια του ατένιζαν το άπειρο και ο αέρας έβγαινε αχνίζοντας από το στόμα του. Έτριψε τις παλάμες και άναψε ένα τσιγάρο, για να χαλαρώσει, ήπιε και μια γουλιά από το ουίσκι του και φυσώντας τον καπνό του, άρχισε να σκέφτεται πως έπρεπε να περάσει από το αστυνομικό τμήμα ώστε να δώσει τη δική του εκδοχή για τη δολοφονία του Ντίνου, όταν είδε τον Έρωτα να περνάει τρέχοντας από δίπλα του και να κουνάει παιχνιδιάρικα και ρυθμικά την ουρίτσα του, σαν να βγήκε έξω για να τον καλέσει να επιστέψουν μαζί στη ζεστασιά του σπιτιού τους.

"Τι κάνετε εδώ εσείς οι δυο;" Η Πανωραία κάθισε δίπλα του, τυλιγμένη με μια κουβερτούλα,  χάιδεψε το κουτάβι που κούρνιασε στα πόδια της, έριξε τη μισή κουβέρτα στον ώμο του αγαπημένου της και ακούμπησε το κεφάλι της στο μπράτσο του.

''Χανόμαστε τη θέα αφήνοντας κάθε έγνοια και αναπολούμε την πρώτη βραδιά που τα ήπιαμε οι δυο μας μετά την ολοκλήρωση της πρώτης μας φαντασίωσης με την κοκκινομάλλα. Στόχο δεν την έλεγαν; Μόνο που τότε ήταν καλοκαίρι και δεν έτριζαν τα κοκαλάκια μου από το κρύο, έτριζαν από την ηδονή...'' 

Η κοπέλα χαμογέλασε, ακόμη θυμόταν τον τρόπο που την είχε κοιτάξει περιμένοντας εξηγήσεις για την ξαφνική κυριαρχικότητα που είχε εκδηλώσει στο κορμί του. "Ναι Στόχο, κι εσένα Σφεντόνα!" του έδωσε ένα φιλί αδυνατώντας να συγκρατήσει το γέλιο της.

''Σφεντόνα λοιπόν... κι έσπαγα το κεφάλι μου να θυμηθώ τι μαλακία ψευδώνυμο της είχα δώσει'', αναστέναξε ακολουθώντας το γάργαρο γέλιο της. ''Σ αγαπώ πολύ, ομορφιά μου... γι' αυτό λέω να πάμε μέσα πριν μου κρυώσεις!''

Βάλε φαντασία 2 : Τον... κλάψαμε τον μακαρίτηWhere stories live. Discover now