Η δύση μίας εποχής και η ανατολή μίας νέας/ part 3

Zacznij od początku
                                    

«Δεν μπορώ να σε αφήσω» της είπε η φίλη της.

«Φύγε σε παρακαλώ» πάλεψε να την πείσει.

«Μα....φοβάμαι. Αν πάθεις κάτι; Μία κοπέλα μόνη της στο πουθενά;» συνέχισε εκείνη.

«Δεν θα πάθω τίποτε. Και αν πάθω, θα φύγω λίγο πιο ευτυχισμένη από την ρουτίνα της καθημερινότητάς μου» τελείωσε και την είδε να κινείται προς την αντίθετη κατεύθυνση.

Το αυτοκίνητο αργά χάθηκε και η Βικτόρια χώθηκε στις πλαγιές τις ολοπράσινες, με τις πινελιές τις χρυσαφένιες που ζωγράφιζε το φθινόπωρο. Τα έλατα καρτερούσαν να στολιστούν με το ένδυμα του χιονιά, παρουσιάζοντας τη μεγαλοπρέπεια μίας εποχής δυνατής και αρχοντικής. Κατηφορίζοντας, ο ήχος του τρεχούμενου νερού, έκανε την καρδιά της να σκιρτήσει. Από μικρή τη φώναζαν ΄΄αγρίμι΄΄. Έτρεχε, έπαιζε και λάτρευε να εξερευνά την άγρια φύση, κάνοντας τα ρούχα της άχρηστα. Ήταν εκείνο το κορίτσι που ερχόταν αντίθετα με τα πρότυπα τα λανθασμένα κατά την άποψή της, του γυναικείου φύλου. Ο ήχος του νερού ωστόσο, συνοδεύτηκε από γέλια. Κατηφορίζοντας ακόμη λίγο και προσπαθώντας να μην γίνει αντιληπτή, σύρθηκε κοντά στις μελανείμονες σκιές των ελάτων, που κάλυπταν τέλεια την αδύνατη σιλουέτα της. Εκεί, στο εσωτερικό των παγωμένων νερών, τον είδε.

Η εικόνα του Ραντού θα μπορούσε να τραβήξει δίχως πρόβλημα, το βλέμμα όλων. Ήταν το σύνολο των χαρακτηριστικών του που με τόση μαεστρία τον είχε προικίσει η φύση. Τα ανοιχτόχρωμα μάτια του και τα μαλλιά του, βρεγμένα τώρα πιά, έγερναν προς τα πίσω αφήνοντας σε κοινή θέα το αγγελικό πρόσωπό του. Η χλομάδα του ουρανού, φώτιζε παράδοξα τη λευκή του επιδερμίδα. Ήταν αδύνατον κάποιος να πιστέψει πως το ίδιο άτομο, είχε διαβεί το σκιερό μονοπάτι της αμαρτίας, με απαγωγές και ανθρωποκτονίες, μα κάπου στο βάθος, η ίδια του η ψυχή αντιδρούσε στο δηλητήριο με το οποίο είχε ποτιστεί. Καθώς όμως ειπώθηκε, η αλλαγή του ήταν αδύνατη και το τέλος του αναπόφευκτο.

΄΄Όλοι θα έχουμε ένα τέλος αναπόφευκτο΄΄ σκέφτηκε ΄΄Μήπως όμως θα ήταν καλύτερο να εμπλουτίσουμε τη διαδρομή;'' Μονολόγησε όταν μπροστά από τον νεαρό, διέκρινε την εικόνα του σουλτάνου.

Καθώς στην ανθρώπινη ιστορία, οι πρωταγωνιστές είναι άνθρωποι και όχι υπερφυσικά ρομπότ ή ειδεχθείς δαίμονες του κακού, η φύση τους κρύβει ένα φως και ένα σκοτάδι, εκτός φυσικά από κάποιες εξαιρέσεις. Εκείνη είχε μπροστά της ιστορικές προσωπικότητες, μπολιασμένες με την παιδεία και την εμπειρία του Μεσαίωνα. Κανείς τους δεν δημιουργήθηκε για να γίνει φονική μηχανή. Ο Μεχμέτ μεγάλωσε στην αυλή, όπου έπρεπε να αποδείξει απέναντι σε όλους τους επίδοξους εχθρούς, πως άξιζε τον φόβο και σεβασμό τους. Από τα έντεκα κλήθηκε να αναλάβει καθήκοντα κυβερνήτη και ας αποδείχτηκε πως ήταν πολύ νωρίς, σε έναν τόπο που επικρατούσαν συγκεκριμένα έθιμα και συγκεκριμένη κουλτούρα. Το ίδιο ίσχυε και για τον Ραντού, καθώς και για τον Βλαντ. Δίχως να αθωώνονται για τα εγκλήματα που διέπραξαν, ο καθένας για τους λόγους και τους σκοπούς του, μπορούσαν τουλάχιστον να δικαιολογηθούν. Με αυτόν τον τρόπο τους αντιμετώπιζε η Βικτόρια, δίχως φόβο και προκατάληψη. Ο οποιοσδήποτε άλλος τους έβλεπε τώρα, θα έλεγε πως επρόκειτο για δύο τρελούς νεαρούς, που είχαν βουτήξει γυμνοί στο παγωμένο ποτάμι, με τον Χειμώνα να είναι προ των πυλών.

Τα μυστικά της ΝτούτραμOpowieści tętniące życiem. Odkryj je teraz