Η πάλη της λογικής με το συναίσθημα/ part 2

145 42 75
                                    

Ο Λέοναρντ τόση ώρα πάλευε να βρει τις σωστές λέξεις, προτού περάσει η γνωστή τους παρέα και τον πάρει με το αυτοκίνητο, έχοντας ενημερωθεί για την επιστροφή του.

«Εξαφανίστηκα για να διακτινιστώ σε εκείνα τα μπουντρούμια. Ας το αφήσουμε αυτό ειλικρινά. Προτιμώ να μην το συζητώ. Όσο για εσένα, ξέρω πως το δίλλημα είναι μεγάλο, ωστόσο η καρδιά σου τι σου λέει; Ο Μεχμέτ κατάφερε από όσο φαίνεται να σε ρίξει στο λάκκο με τις αμφιβολίες. Άσε έξω τη μαμά και τον μπαμπά, γνωρίζεις τη γνώμη τους. Εσύ όμως ερωτεύτηκες έναν Βλαντ, αυτόν που γνώρισες από την αρχή, οπότε θαρρώ πως γνωρίζεις κιόλας την βίαιη φύση του ή τη φυγή του στο τέλος. Όσο για την ασφάλειά μας, ποιος σου εγγυάται πως πράγματι δεν θα πάθουμε τίποτε; Ο πόλεμος είναι πόλεμος και μπορεί ο Μεχμετ ας πούμε να μην σε σκοτώσει, αλλά να το κάνει κάποιος άλλος. Η ζωή όπως συνειδητοποίησα, είναι μία στιγμή και τη μόνη βεβαιότητα που έχεις, είναι το εδώ και τώρα. Ένα δευτερόλεπτο μετά, μπορεί να πέσει βόμβα ας πούμε και να μας πλακώσει το σπίτι. Ξέρω και το διατυμπανίζει και η λογική, πως ο Βλαντ δεν είναι η τέλεια σχέση, από πολλές πλευρές. Ακόμη και αν γεφυρώνατε τις διαφορές, εκείνος είναι αθάνατος και εσύ θνητή. Όμως, βλέπω πως μακριά του είσαι δυστυχισμένη. Ίσως θα έπρεπε να το ζήσεις αφού ούτως ή άλλως και μακριά του να είσαι, τα συναισθήματά σου δεν θα αλλάξουν. Γιατί τουλάχιστον να μην είσαι κοντά του για όσο πάει;» την ρώτησε.

«Και αν σας κάνουν κακό;» πρόφερε φοβισμένα, με μάτια που βούρκωναν και πάσχιζαν να συγκρατήσουν τα δάκρυα.

«Θαρρώ πως ο φίλος σου, δεν θα μας αφήσει ακάλυπτους. Όπως και να έχει, σου το είπα και πριν. Κανείς δεν μπορεί να σου εγγυηθεί πως δεν θα πάθουμε κάτι. Πάρε το ρίσκο, αξίζει νομίζω» τελείωσε και σηκώθηκε να φύγει, όταν την κοίταξε για τελευταία φορά. «Τους γονείς άστους πάνω μου. Έχω τσάι που θα βοηθήσει στα νεύρα» την πείραξε, μα τότε είδαν τον Μίρτσεα να σκαρφαλώνει και να χτυπά το τζάμι. Οι πληγές στο πρόσωπό του είχαν επουλωθεί ελαφρώς και ο ήλιος βάραινε τα μάτια του.

«Ο Βλαντ!» της φώναξε και εκείνη τινάχτηκε.

«Τι έπαθε;» ρώτησε τρομοκρατημένη.

«Έχει δεχτεί επίθεση, πλέον έχει ξημερώσει και θαρρώ η απουσία σου έχει ρίξει επιπλέον τις άμυνές του. Έλα μαζί μου, θα φύγουμε από εδώ» της είπε και ο Λέοναρντ χαμογέλασε στραβά.

«Θα βάλω μαξιλάρια λέγοντας πως ακόμη κοιμάσαι» την πείραξε και η Γκάμπι τύλιξε τα χέρια της γύρω από τον λαιμό του Μίρτσεα και πήδηξαν μαζί από το παράθυρο.

Τα μυστικά της ΝτούτραμΌπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα